Τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής που δημοσιεύτηκαν πριν μία εβδομάδα τόσο για την πατρίδα μας όσο και ειδικότερα για το νομό μας είναι αποκαλυπτικά. Αναδεικνύουν τις κρίσιμες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Φθιώτιδα εξαιτίας: α) της ακραία χαμηλής γονιμότητας, β) του αρνητικού ισοζυγίου γεννήσεων – θανάτων και γ) της δημογραφικής γήρανσης. Τα δεδομένα της απογραφής επιβεβαιώνουν τις συνέπειες της αποτυχίας των σχετικών δημόσιων πολιτικών της περιόδου 2010-2020, καθώς την δεκαετία του 2010 ο πληθυσμός μειώθηκε σχεδόν κατά 400.000 άτομα συνολικά στην Ελλάδα, με το νομό μας να μην αποτελεί εξαίρεση αυτής της πτωτικής τάσης με 21.000 άτομα λιγότερα.
Στη Φθιώτιδα, ο σύλλογος πολυτέκνων έχει επισημάνει διαχρονικά τις αδυναμίες και στρεβλώσεις του υπολειμματικού μοντέλου άσκησης οικογενειακών και δημογραφικών πολιτικών, που επανήλθαν πρόσφατα ευκαιριακά στο προσκήνιο με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της Απογραφής 2021. Οι επισημάνσεις μας αυτές τόσο στους εκπροσώπους μας στο Κοινοβούλιο όσο και και στους αυτοδιοικητικούς α’ και β’ βαθμού αντιμετωπίζουν σχεδόν καθολικά ως αντίλογο ένα κοινό για αυτούς επιχείρημα. Στο δημόσιο διάλογο το φαινόμενο τείνει να θεωρείται περίπου ως φυσιολογικό, με την προσχηματική αιτιολογία ότι η δεκαετία της χρηματο-οικονομικής κρίσης και η ανεργία ώθησε τους νέους σε αναζήτηση εργασίας στο εξωτερικό, ενώ παράλληλα οι περισσότερες χώρες της Ευρώπης αντιμετωπίζουν παρόμοιο πρόβλημα, το οποίο έχει πολλαπλές επιπτώσεις στην οικονομική ανάπτυξη, στην άμυνα της χώρας, στο ασφαλιστικό σύστημα, στο επίσημο και ανεπίσημο δίκτυο κοινωνικής φροντίδας κ.ά.
Είναι βέβαιο, ότι παράγοντες όπως η ανεργία, η μείωση των εισοδημάτων, η υπερφορολόγηση κ.λπ. επέτειναν το πρόβλημα και το μεγέθυναν αισθητά, αλλά παραθεωρείται όχι μόνο η απουσία λήψης μέτρων δημογραφικής και οικογενειακής πολιτικής, ως αντίβαρο στα προβλήματα αυτά αλλά και η κατάργηση των μέτρων στήριξης των πολύτεκνων οικογενειών που ίσχυαν επί δεκαετίας και απέφεραν γεννήσεις.
Γίνεται λόγος για το πρώτο σκέλος των αιτίων και όχι για το δεύτερο, το οποίο ανέτρεψε οικογενειακούς προγραμματισμούς και την ποιότητα ζωής των τρίτεκνων και πολύτεκνων οικογενειών, δημιουργώντας συνθήκες πτώσης στο φάσμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, καθώς η κατάργηση των μέτρων στήριξης τρίτεκνων αλλά κυρίως των πολύτεκνων είχε καταλυτική επίδραση σε αυτούς, σε συνδυασμό με τα λοιπά οριζόντια μέτρα λιτότητας που επιβλήθηκαν, αγνοώντας το κόστος ανατροφής των παιδιών και την ανάγκη διατήρησης του πλήθους των πολυτέκνων, οι οποίοι έχουν θετική προδιάθεση στην τεκνογονία.
Κλείνοντας να επισημάνω ότι η άποψη πως η μείωση των γεννήσεων στην Ελλάδα είναι συνεχής για αρκετές δεκαετίες στην Ελλάδα δεν βρίσκει έρεισμα στη στατιστική, καθώς τα δεδομένα τεκμηριώνουν την σαφή άνοδο της καμπύλης από το 1999 ως το 2009. Στη δεκαετία 1999-2009 σημειώθηκε σαφής και συνεχής αύξηση γεννήσεων του γηγενούς πληθυσμού και δεν ήταν μόνο αποτέλεσμα μετανάστευσης και πολιτογράφησης αλλοδαπών. Ήταν ο καρπός των αποτελεσμάτων συνδυαστικών μέτρων στήριξης των πολυτέκνων και των τριτέκνων, η απώλεια των οποίων κατάργησε το δίχτυ ασφαλείας για τις οικογένειες αυτές και προκάλεσε σοβαρό σκεπτικισμό και αβεβαιότητα στην υπόλοιπη κοινωνία για το πως αντιμετωπίζει το κράτος τις οικογένειες με παιδιά.
Του Θωμά Γεώργα, Ειδ. Γραμματέως Συλλόγου Πολυτέκνων Οικογενειών Φθιώτιδας, εκπροσώπου στην Ανώτατη Συνομοσπονδία Πολυτέκνων Ελλάδος