Όντως φοβερώτατον το του θανάτου μυστήριον
εις το καθʼ ομείωσιν επανάγαγε, το αρχαίο κάλλος αναμορφώσασθαι
και την ποθεινήν πατρίδα παράσχου μοι, παραδείσου πάλιν ποιών πολίτην με.
Όπως παρατήρησε, παλαιότερα, ευαίσθητος διανοούμενος, στους γάμους οι φωτογράφοι και οι χειριστές των βίντεο έχουν μετατρέψει την τελετή και την εκκλησία σε ένα στούντιο φωτογράφησης και βιντεογράφησης. Η λειτουργία, οι ύμνοι, οι ψάλτες, ο παπάς, εκμηδενίζονται και εξαφανίζονται, υπάρχουν μόνον οι φωτογράφοι και οι βιντεογράφοι. Δίνουν εντολές και κανονίζουν πως θα εξελιχθεί η τελετή, που θα σταθούν και πως θα κινηθούν οι νεόνυμφοι, δίνουν διαταγές ακόμη και στον ιερέα πως θα δράσει κα θα πορευτεί. Κι αυτός, άρχων του μυστηρίου και του χώρου, αντί να τους εξαποστείλει δυστυχώς τους υπακούει.
Άρχισε να χαλά και η ακολουθία για την κηδεία, η υπέρτατη τελετή, όταν ο άνθρωπος αποχαιρετά τον κόσμο αυτό. Και εκεί τα πράγματα έχουν φτάσει σε σημείο εξευτελισμού και εξανδραποδισμού. Εκτός από τους φωτογράφους και τους βιντεοφόρους, έχουμε την κατάθεση στεφάνων, τους αλλεπάλληλους επικηδείους, σε μερικές παριπτώσεις έχουμε φτάσει σε διψήφιο αριθμό. Η κηδεία γίνεται πια ένα κοσμικό γεγονός στο οποίο ο νεκρός εξαφανίζεται. Αρχίζουν οι καταθέσεις στεφάνων που αναγγέλλονται, ακόμη κάποιος διαβάζει τον κατάλογο των ανθρώπων που κατέθεσαν προηγουμένως στεφάνι, αρχίζουν οι επικήδειοι. Αναγγέλλονται τα ονόματα, οι τίτλοι και οι ιδιότητες των ομιλητων, αυτοί πλησιάζουν στο μικρόφωνο και αρχίζουν, ο νεκρός ανυπεράσπιστος στο φέρετρο υφίσταται κοινοτοπίες και τυπικότητες και μεγάλα λόγια. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση με τις κηδείες των αγνοουμένων, που τα λείψανά τους βρέθηκαν και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο DNA . Οι άνθρωποι αυτοί σκοτώθηκαν πολεμώντας τον Τούρκο κατακτητή, άλλοι εκτελέστηκαν εν ψυχρώ από το αδίστακτο τέρας του τουρκικού τακτικού στρατού. Κι όμως στις κηδείες τους, σε ένα αλαλούμ μικροπολιτικής, δεν τονίζεται τίποτε από όλα αυτά, η εξόδιος ακολουθία τους αποτελεί προπαγανδιστικό εφαλτήριο της τρέχουσας πολιτικής πρακτικής και του κομματικού καιροσκοπισμού, πολέμησαν τον Τούρκο, σκοτώθηκαν στη μάχη ή δολοφονήθηκαν και ακούουν συμβιβαστικές κορώνες, επαναπροσεγγιστικές αφέλειες, ισοπεδωτικές ειρηνοφιλίες, σιροπιαστά ιδολογήματα και νεοκυπριακά πιλάφια. Ό,τι σκηνοθετεί και υποβάλλει η μικροκομματική τακτική και οι μικρόνοες ηγήτορες.
Ακόμη: Στο «δεύτε τελευταίον ασπασμόν» οι δικοί του νεκρού στέκονται δίπλα στο φέρετρο και περνούν οι παρόντες για τα συλληπητήρια και τα λόγια παρηγοριάς. Ο αποχαιρετισμός για τον νεκρό υποτονίζεται, μπαίνει σε τριτεύουσα μοίρα, αυτό το μέρος της νεκρώσιμης ακολουθίας δεν είναι πια μια ανεπανάληπτη στιγμή της σχέσης μας με τον μεταστάντα (τον βλέπουμε και τον αποχαιρετούμε για τελευταία φορά και τόσες ποικίλες σκέψεις αναδύονται στο μυαλό, για τον μακαρίτη, για το αιώνιο θέμα της ζωής και του θανάτου). Αντίθετα γίνεται μια κοινωνική εκδήλωση όπως τόσες άλλες. Στη γενέτειρά μου, την ανεπανάληπτη Ερυθροτερμινθία, στις κηδείες της, που μικρό παιδί τις παρακολούθησα σχεδόν όλες, δεν γίνονταν τέτοια πράγματα. Το «»δεύτε τελευταίον ασπασμόν»ʽ ήταν αφιερωμένο στον νεκρό, και μόνο σʼ αυτόν. Το εκκλησίασμα πλησίαζε το φέρετρο προσκυνούσε και αποχαιρετούσε τον μεταστάντα. Τα συλληπητήρια και τα λόγια της παρηγοριάς δίνονταν στους οικείους του νεκρού μετά την κηδεία, στην έξοδο του κοιμητηρίου, όταν έπαιρναν εκεί μια ελιά, ένα κομμάτι ψωμί και λίγο κρασί για το «»Θεός μακαρίσει τον»» και «»αιωνία η μνήμη του»». Τώρα όμως, ίσως μέσα στην οικονομία των ρυθμών της τρέχουσας ζωής, όταν πολλοί πάνε μόνον στην εκκλησία για την τελετή και αποχωρούν χωρίς να μεταβούν και στο κοιμητήριο για την ταφή, διευθετήθηκε μέσα στη νεκρώσιμο ακολουθία να δίδονται και τα συλλυπητήρια προς τους οικείους. Αποτέλεσμα: Χάλασε η σωστή ατμόσφαιρα της κηδείας, πήρε πιο εκκοσμικευμένο χαρακτήρα.
Υπάρχει λοιπόν άμεση ανάγκη να συζητήσουμε το θέμα της κηδείας στην Κύπρο και να σώσουμε την αξιοπρέπεια των νεκρών μας. Ο σεβασμός και η εν αξιοπρεπεία φροντίδα των πεθαμένων μας, η αφοσίωση στην τελετή της κηδείας τους, η εν ειλικρινεία σοβαρότητα κατά τη διάρκειά της, η φροντίδα για τη μνήμη τους, αποτελούν θεμελιώδη και ωραία συστατικά της ελληνικής κοινωνίας. Φαίνεται ότι αρχίσαμε να χαλούμε και σ ʽ αυτό. Το πιο σημαντικό: Η νεκρώσιμος ακολουθία της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας είναι αρκετή και δεν χρειάζεται τίποτε άλλο. Η νεκρώσιμος ακολουθία, αυτό το ποίημα του θανάτου, το άσμα ασμάτων για το θέμα της ζωής και της αναχώρησής μας από τον κόσμο τούτο, ένα αριστούργημα λόγου και φιλοσοφικής ενατένισης, συμπυκνωμένη και κάποτε ευφρόσυνα παρηγορητική, δεν χρειάζεται συμπληρώματα και φτιασίδια άλλα.
Μα απλά λόγια: Όταν πεθάνω δεν θέλω κανένα τηλεοπτικό συνεργείο και φωτογράφο, δεν θέλω καταθέσεις στεφάνων ή αναγγελία ποιοι κατέθεσαν στεφάνι.
Η νεκρώσιμος ακολουθία της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας αρκεί.
Αν κάποιος αισθάνεται έντονα αυτή την ανάγκη για στεφάνι, ας βάλει διακριτικά ένα στο φέρετρο ή στον τάφο και ας αποχωρήσει ήρεμα.
Δεν θέλω επικήδειους λόγους. Ούτε έναν, είτε από φίλο, είτε από συγγενή ή (Θεός φυλάξοι) οποιοδήποτε κυβερνητικό αξιωματούχο.
Η νεκρώσιμος ακολουθία της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας αρκεί.
Στο «Δεύτε τελευταίον ασπασμόν» δεν θα δίδονται τα γνωστά συλληπητήρια στους οικείους.
Η νεκρώσιμος ακολουθία της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας αρκεί.
Όσοι αισθάνονται έντονα αυτήν την ανάγκη ας πάνε στο νεκροταφείο Κοκκινοτριμιθιάς και μετά την ταφή, στην έξοδο του κοιμητηρίου, με το κρασί, τις ελιές και το ψωμί ας πούνε την καλή τους κουβέντα στους συγγενείς.
Μόνο ένα πράγμα θα ζητήσω. Το φέρετρο να είναι καλυμμένο με την ελληνική σημαία. Παλιά, την εποχή των πολιτικών μου δραστηριοτήτων μιλούσα ότι μαζί με την ελληνική σημαία θα ήθελα και μια μαυροκόκκινη άλλη, ένδειξη των ανιεξουσιαστικών μου πεποιθήσεων και του πολιτικού μου ριζοσπαστισμού. Ανοησίες. Στην Κύπρο η ελληνική σημαία τα λέει όλα, είναι η πιο αντιεξουσιαστική και ριζοσπαστική πράξη. Στον θανατόπνοο τουρκικό επεκτατισμό, στη δουλοφροσύνη, στη μιζέρια και στην κακομοιριά, στην κουτοπονηριά των νεοκυπρίων και στην αλλοτρίωση πολλών Ελλαδιτών, στις πλεκτάνες των Άγγλων και του διεθνούς παράγοντα, η ελληνική σημαία συμπυκνώνει την έννοια της αντίστασης, της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας. Μόνον, λοιπόν, αυτά. Η ελληνική σημαία και η νεκρώσιμος ακολουθία της Ορθοδόξου ημών Εκκλησίας.
`
*******************************************************
Γεννήθηκε το 1951 στη Λευκωσία. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και ήταν διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Κύπρου (τίτλος της διατριβής του: “Σεφέρης και Κύπρος”). Πέθανε στις 5 Απριλίου του 2016.
Εργαζόταν ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση της Κύπρου. Τον Σεπτέμβριο του 2000 ορίστηκε επιθεωρητής φιλολογικών μαθημάτων και τον Σεπτέμβριο του 2004 πρώτος λειτουργός εκπαίδευσης, ενώ θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους μελετητές του έργου του Γιώργου Σεφέρη.
Εκτός από την διατριβή του, η οποία εκδόθηκε το 2005 και μεταξύ πολλών άλλων, ο Σάββας Παύλου υπήρξε επιστημονικός συνεργάτης στα ντοκιμαντέρ του Ανδρέα Πάντζη για τον Σεφέρη με τίτλο «Φωτογραφική μηχανή σωστά κανονισμένη» (2004) και «Ο Σεφέρης στη χώρα της έκλειψης» (2007).
Ήταν συνεκδότης του περιοδικού “Μικροφιλολογικά”. Κείμενά του έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά και εφημερίδες της Ελλάδας (‘Νέα Εστία”, “Αντί”, “Άρδην”, “Καθημερινή” κ.ά.) και της Κύπρου (“Ακτή”, “Σημερινή”, “Πολίτης”, “Τα Νέα” κ.ά.).
Διατηρούσε το blog savvaspavlou.wordpress.com.
Συνέγραψε τα βιβλία:
Φώναξε τα παιδιά (2015), Γραμμή Τόκυο-Μυκήνες (2014), Τα ομηρογηθή (2012), Αύριο κλάδεμα… (2009), Γραμμή Λευκωσία – Αθήνα, Κουκκίδα (2007), Η πρώτη κίνηση (2004), Το επί πλέον (1999).
Παράλληλα, επιμελήθηκε πλήθος εκδόσεων, ενώ συμμετείχε στα συλλογικά έργα Πρακτικά Α΄ Πανελληνίου Συνεδρίου για τον Γιάννη Σκαρίμπα (εισήγηση- 2007), Παράδοση και εκσυγχρονισμός στην Ελλάδα του 21ου αιώνα (2006), Για τον Βαλτινό (2003)