Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2010

Φάνης Μαλκίδης Βιβλιοπαρουσίαση Μαλτέζου Ιωάννα ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ: Γαστρονομία –Ταυτότητα. Κληρονομημένη γνώση. Σαμοθράκη


1. Εισαγωγικά σχόλια
Η Σαμοθράκη αποτελεί ένα από τα τελευταία πραγματικά παρθένα νησιά της Ελλάδας, όπου ο «πολιτισμός της αντιπαροχής και της τουριστικής ανάπτυξης» έκανε την εξαίρεση και δεν κατέστρεψε τη φυσική και αρχιτεκτονική ομορφιά του. Η Σαμοθράκη είναι το νησί με τα κρυστάλλινα νερά των καταρρακτών της, την οργιώδη βλάστηση, τον επιβλητικό όγκο του βουνού της, του Σάος ή Σαώκη, από του οποίου την κορυφή το Φεγγάρι την υψηλότερη κορφή του Αιγαίου, ο Ποσειδώνας παρακολουθούσε την εξέλιξη του Τρωικού πολέμου. Η Ιωάννα Μαλτέζου ενεργό μέλος της Σαμοθρακικής κοινωνίας έγραψε ένα θαυμάσιο από πλευράς περιεχομένου και εξέδωσε ένα πανέμορφο από αισθητικής πλευράς βιβλίο, στο οποίο συμπύκνωσε τη γνώση της για το νησί και τη διατροφική του παράδοση, που συνδέεται με την εσχάτως επαναπροσέγγιση και ανάδειξη του ζητήματος[1]. Η εισαγωγή για την ιστορία του νησιού, οι συνταγές, η μικρή ιστορία που συνοδεύει το κάθε έδεσμα του νησιού, οι πολύ ωραίες φωτογραφίες αποδίδουν με τον καλύτερο τρόπο την ταυτότητα και την πλούσια διατροφική κληρονομιά της Σαμοθράκης. Η οποία μπορεί να είναι ευρύτερα γνωστή για το κατσίκι της, ωστόσο η συγγραφέας κάνει γνωστές στον αναγνώστη και άλλες υπέροχες γεύσεις. Τυροκομικά, μέλι, λάδι, ελιές, ψωμί.

2. Η Σαμοθράκη της ιστορίας και της γαστρονομίας
Η συγγραφέας κατορθώνει να περάσει μέσα από ένα βιβλίο για το διατροφικό πλούτο της Σαμοθράκης- της "πολύδενδρης" του Ομήρου αφού στην εποχή του υπήρχαν 59.000 στρέμματα δάσους- δίνοντας όλη την ιστορία του νησιού, το περιβάλλον, την αρχιτεκτονική και τους ανθρώπους της. Ο μύθος, όπως περιγράφεται από τον Διόδωρο τον Σικελιώτη, λέει ότι η κόρη του Άτλαντα Ηλέκτρα έπεσε σε θαλασσοταραχή στη διάρκεια ενός ταξιδιού της. Προσευχήθηκε στη Μεγάλη Θεά, την Μητέρα των Βράχων, η προσευχή της εισακούστηκε και η Θεά την οδήγησε σε ένα νησί, μικρό και ακατοίκητο. Η Ηλέκτρα έστησε βωμούς και ονόμασε το νησί "Σαμοθράκη", δηλ. το Ιερό Νησί. Το νησί καθιερώθηκε ως "άσυλο", η Μεγάλη Θεά ευχαριστήθηκε και εγκατέστησε στο νησί ως κατοίκους τους γιους της "Κορύβαντες", οι οποίοι ανέλαβαν να διδάξουν τα Μυστήρια.
Το νησί φαίνεται να κατοικείται από την προϊστορική εποχή, οι πρώτοι κάτοικοι του σε οργανωμένη κοινότητα πιστεύεται ότι ήταν στην περιοχή που σήμερα ονομάζεται Μικρό Βουνί, στα μέσα της 5ης ως τα μέσα της 2ης π.Χ. χιλιετίας.
Πιστεύεται ότι την εποχή της ύστερης Χαλκοκρατίας και της πρώιμης εποχής του σιδήρου ο οικισμός εγκαταλείφθηκε και δημιουργήθηκαν οικισμοί σε διάφορα άλλα μέρη μακριά από τα παράλια. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ως πρώτους κατοίκους του νησιού τους Πελασγούς, πριν από αυτούς όμως κατοικούν το νησί οι Θράκες για το διάστημα από την εποχή του Σιδήρου μέχρι την εποχή του Χαλκούκαι έθεσαν το Ιερό των Μεγάλων Θεών υπό την προστασία τους. Η θέση της Σαμοθράκης είναι σημαντική για τις επικοινωνίες τόσο με τη Θράκη όσο και με τα παράλια της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Μεσογείου γενικότερα. Τα ευρήματα δείχνουν ότι οι επικοινωνίες και το εμπόριο με τις Κυκλάδες, την Κρήτη και τους Μίνωες, τα παράλια της Θράκης και της Τρωάδας είχαν αναπτυχθεί από νωρίς.
Γύρω στο 700 π.Χ. εγκαθίστανται στο νησί Αιολείς δίπλα από ένα προελληνικό ιερό των μυστηρίων. Φροντίζουν να επεκτείνουν το χώρο του ιερού των Μεγάλων Θεών χτίζουν, την πόλη Σαμοθράκη και την περιβάλλουν με εντυπωσιακά τείχη (6ος αιώνας π.Χ.) που φτάνουν μέχρι το πιο ψηλό και απόκρημνο σημείο του οικισμού, όπου βρίσκονταν η ακρόπολη. Κοντά στο σημείο που χτίστηκε η πόλη σχηματίζεται ένα μικρό φυσικό λιμάνι, κατάλληλο για τον πολεμικό στόλο της πόλης-κράτους. Δημιουργούνται επαφές με τις απέναντι Θρακικές πόλεις και από τη Σάλη (σημερινή Αλεξανδρούπολη) μέχρι την πατρίδα του Δημόκριτου Άβδηρα είναι η περιοχή των «Σαμοθραείκειων τειχών».
Οι Πέρσες καταλαμβάνουν το νησί μεταξύ 491 και 480 π.Χ.. Τον 5ο π.Χ. οι Αθηναίοι εντάσσουν τη Σαμοθράκη στην Αθηναϊκή Συμμαχία, ενώ οι Σπαρτιάτες θέτουν τη Σαμοθράκη κάτω από την κηδεμονία τους μετά τη νίκη τους στο Πελοποννησιακό πόλεμο.
Στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια αναπτύσσεται ραγδαία το Ιερό των Μεγάλων Θεών και η λατρεία τους αποκτά διεθνή χαρακτήρα. Οι Μακεδόνες και οι Αιγύπτιοι αναβαθμίζουν το ιερό και το πλουτίζουν με αναθήματα και αρχιτεκτονικά έργα, μεταξύ άλλων το Αρσινόειο, που θεωρείται το μεγαλύτερο κλειστό κυκλικό οικοδόμημα της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής. Στην κοινωνική οργάνωση της εποχής αναφέρεται ο βασιλικός θεσμός, η Βουλή, η Εκκλησία του Δήμου και το ιερατείο με σημαντική επιρροή και πλούτο. Στην Ρωμαϊκή εποχή το νησί θεωρείται ιερό και το Τέμενος των Μεγάλων Θεών άσυλο, ενώ η λατρεία των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη θα γνωρίσει παρακμή τον 3ο - 4ο μ.Χ. αιώνα. Η αχρήστευση του λιμανιού και θρησκευτικοί λόγοι οδηγούν σε μεγαλύτερη παρακμή μέχρι τον 8 μ. Χ. αιώνα. Τον 15ο αιώνα ο πληθυσμός λόγω των πειρατικών επιθέσεων εγκαταλείπει πλήρως τα παράλια και συγκεντρώνεται στο εσωτερικό του νησιού, στη Χώρα. Το νησί χρόνια πέρασε στην κυριαρχία του Γενοβέζου άρχοντα Γατιλούζι (1430), κατακτήθηκε από τους Τoύρκους (1457), καταστράφηκε σχεδόν ολοσχερώς την 1η Σεπτεμβρίου του 1821 και απελευθερώθηκε μαζί με τα άλλα νησιά ου βορείου Αιγαίου από τον ελληνικό στόλο που μεγαλούργησε στους Βαλκανικούς πολέμους.
Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1950 το νησί έχει σημαντικό αριθμό κατοίκων και είναι σχεδόν αυτόνομο. Από τότε, όμως, αρχίζει και το μεταναστευτικό ρεύμα[2] όπως και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας και μεγάλος αριθμός κατοίκων εγκαταλείπει το νησί για την Αλεξανδρούπολη και τη Γερμανία. Μάλιστα το 1973 το κρατίδιο της Βάδης –Βυτεμβέργης (Στουτγάρδη) της δυτικοευρωπαϊκής αυτής χώρας έφτασε να έχει περισσότερους Σαμοθρακίτες παρά Θεσσαλονικείς[3]. Ότι δεν μπόρεσε να καταστρέψει στην κοινωνία και τη δημογραφία η σκληρή βουλγαρική κατοχή το άλωσε η μετανάστευση μέσα σε δέκα χρόνια.
Η συγγραφέας πετυχαίνει να αποδώσει μέσα από το ιστορικό πλαίσιο και το φυσικό και δομημένο περιβάλλον, την πλούσια παράδοση του νησιού, την βιοποικιλότητα, που διαμορφώνεται εδώ και αιώνες μέσα από την αρμονική συμβίωση μικρο-οργανισμών, φυτών, ζώων και ανθρώπων.
Η χτισμένη αμφιθεατρικά, ανάμεσα στις πλαγιές του όρους Σάος, με τα διώροφα σπίτια με τις κεραμοσκεπές και τα πλακόστρωτα στενά πρωτεύουσα Χώρα, θυμίζει περισσότερο ένα καλοσχεδιασμένο κοίλο θεάτρου, παρά μια συνηθισμένη νησιωτική πρωτεύουσα. Εκεί στη Χώρα συναντώνται πολλές μορφές της γαστρονομίας της Σαμοθράκης. Το βιβλίο μας δίνει και άλλες στιγμές της ιστορίας του νησιού.
Οι Άγιοι του νησιού "Πέντε Νεομάρτυρες της Σαμοθράκης", οι Βυζαντινοί, οι Γενοβέζοι Γατελούζοι, οι παραδοσιακοί φούρνοι, οι «κεχαγιάδες», η Παναγία η Κρεμνιώτισσα, όπου και ένα μεγάλο πανηγύρι με φαγητά και ποτά, αποτελούν μέρος αυτής της κληρονομημένης γνώσης. Μαζί και η Παλιάπολη, το αρχαϊκό και ελληνιστικό κέντρο του νησιού όπου σώζονται τα ερείπια της Αρχαίας Πόλης και του Ιερού των Μεγάλων Θεών, εκεί που γίνονταν τα Καβείρια Μυστήρια, εφάμιλλα των Ελευσινίων, με σκοπό την εξασφάλιση της μεταθανάτιας ζωής, η Νίκης της Σαμοθράκης που βρίσκεται σχεδόν δύο αιώνες στο Λούβρο, οι εξοχές των Σαμοθρακιτών. Τα Θέρμα των ιαματικών θειούχων πηγών, η Γριά Βάθρα με τους καταρράκτες, το ρέμα του Φονιά, οι θαλάσσιες σπηλιές, η Άνω Μεριά, τα εξωτικής ομορφιάς μέρη, εκεί που γινόταν και συνεχίζει να γίνεται η κουρά των αμέτρητων και νοστιμότατων όπως πουθενά αλλού στην Ελλάδα κατσικιών, «η άπειρη ησυχία του νησιού αυτού, σα να ακούγεται τώρα η αιωνιότητα να περνά", της Σαμοθράκης του Ίωνα Δραγούμη[4].
Το βιβλίο για τη Σαμοθράκη της Ιωάννας Μαλτέζου δίνει την ευκαιρία στον αναγνώστη να γίνει κοινωνός της υπέροχης διατροφικής παράδοσης του νησιού, αλλά και τη δυνατότητα να γνωρίσει το περιβάλλον που δημιούργησε αυτά τα θαύματα της Σαμοθρακίτικης κουζίνας. Τα δάση με τα πλατάνια, τις καστανιές, τους θάμνους μακκί, τις κουμαριές και τις γλιστροκουμαριές («αντραχλιές»[5]), τη ρίγανη και το θυμάρι. Τα παράλια με τα υλικά και τις παραδόσεις που κατεβάζουν τα ποτάμια και οι πηγές στη θάλασσα, οι υγρότοποι και τα δάση από πλατάνια και σκλήθρα[6]. Τα 21 σπάνια είδη φυτών, τα 14 από τα οποία είναι ενδημικά και φύονται αποκλειστικά στο νησί, τα θηλαστικά, οι σκαντζόχοιροι, τα κουνάβια, οι λαγοί, οι φώκιες, τα δελφίνια, ο μικροτυφλοπόντικας (η «ασκάλπα» των ντόπιων). Οι αγροτικές εκτάσεις όπου καλλιεργούνται σιτάρι, κριθάρι, οι αμέτρητοι ελαιώνες, οι αμπελοκαλλιέργειες, το μέλι, και τα περιβόλια στα «Θέρμα» με αμύγδαλα, κεράσια, ροδάκινα, δαμάσκηνα, σύκα, πραούστια και αχλάδια. Η κυρίαρχη κτηνοτροφία με τα 70.000 (;) κατσίκια που βόσκουν αμέριμνα και αδέσποτα, σκαρφαλώνοντας σε απόκρημνες πλαγιές και γκρεμούς αναπτύσσοντας εξαιρετική ευφυΐα προς αναζήτηση τροφής τους.


3. Συμπερασματικά
Μπορεί η τουριστική ανάπτυξη στη Σαμοθράκη να παρουσιάζει τα τελευταία χρόνια χαρακτηριστικά άναρχης δόμησης και κιτς, που δεν έχουν καμία απολύτως συμβατότητα με το μοναδικό φυσικό περιβάλλον, ωστόσο η ισχυρή παράδοση και οι μοναδικοί άνθρωποί της είναι η εγγύηση ότι το νησί δε θα καταστραφεί, ότι δε θα παραδοθεί σε κανένα «μεγάλο» που θα θελήσει να την «αναπτύξει».
Η κατάθεση της Ιωάννας Μαλτέζου με το βιβλίο της για τη Σαμοθράκη και τη γαστρονομία της αποτελεί ένα γραπτό δείγμα αυτής γνώσης, της κουλτούρας και της αντίστασης που δείχνουν οι Σαμοθρακίτες απέναντι στο άσχημο και τα διατροφικά σκουπίδια. Τέτοιες γραπτές παρεμβάσεις όπως το βιβλίο της Μαλτέζου αποτελούν σημαντική συμβολή στην ανάδειξη της ιστορικής, πολιτισμικής και περιβαλλοντικής αξίας της Σαμοθράκης και συνιστούν περιουσιακό στοιχείο κληρονομιάς, το οποίο οφείλουμε να παραδώσουμε αλώβητο στις επόμενες γενιές.