Θεοφάνης
Μαλκίδης
Για τον Μιχάλη Χαραλαμπίδη και για το έργο του ανάδειξης της Γενοκτονίας.
Από
την ομιλία στην εκδήλωση όλων των Ποντιακών Συλλόγων της Αλεξανδρούπολης στη
μνήμη του Μιχάλη Χαραλαμπίδη
«Μετά πολλά έτη ενός συστηματικά μελετημένου και
κλιμακούμενου αγώνα πετύχαμε αυτό που θεωρήθηκε ανέφικτο και ουτοπία. Την
αναγνώριση του μεγάλου ποντιακού δράματος και την καθιέρωση της 19ης Mαΐου ως
ημέρας μνήμης του ποντιακού ολοκαυτώματος. Πετύχαμε να καλύψουμε απαράδεκτες,
ηθικά και πολιτικά, ολιγωρίες δεκαετιών. Η σημασία όμως της 19ης Mαΐου είναι
μεγαλύτερη όσον αφορά την συμβολή και την επίδρασή της στο μέλλον της ιστορικής
μας περιοχής. Είναι η μνήμη ως μέλλον, ως σύγχρονη δυναμική.
Η συμβολή μάλιστα της 19ης Mαΐου υπερβαίνει τα
εθνικά σύνορα και τους εθνικούς συμβoλισμούς. Η 19η
Mαΐου αναδεικνύεται ως σύμβολο του αγώνα όλων των λαών της Μικράς Ασίας, της
Ανατολίας, της Μεσοποταμίας ενάντια στη ρατσιστική βία και ιδεολογία του
Κεμαλισμού».
Τα παραπάνω έγραφε ο αείμνηστος
πρωτεργάτης της ανάδειξης της Γενοκτονίας Μιχάλης Χαραλαμπίδης, αυτά επεσήμανε για το
μαζικό έγκλημα εναντίον του Ελληνισμού και για τον αγώνα του για την επίλυση
του τουρκικού προβλήματος.
Η
έννοια «γενοκτονία», από τον ελληνικό όρο «γένος» και το λατινικό «cide», εκφράζεται το 1944 από τον διασωθέντα του
Ολοκαυτώματος καθηγητή του Yale, Ραφαήλ Λέμκιν. O Λέμκιν για να στηρίξει τα
επιχειρήματά του αναφέρθηκε στην εξόντωση των Ελλήνων και των Αρμενίων από τους
Τούρκους, εξόντωση η οποία είχε απασχολήσει τις Μεγάλες Δυνάμεις κατά τη
διάρκειά τέλεσής της, αλλά τα συμφέροντα και οι αλλαγές που συντελέστηκαν
οδήγησαν στην αποσιώπησή της.
Η Γενοκτονία
Το
σχέδιο σύμβασης για τη Γενοκτονία που επεξεργάστηκε ομάδα στην οποία συμμετείχε
και ο Λέμκιν, ήταν έτοιμο το 1948 και ο ΟΗΕ ψηφίζει στη Γενική Συνέλευσή του
την ίδια χρονιά, τη συνθήκη για την πρόληψη και τιμωρία του εγκλήματος της
Γενοκτονίας, η οποία αποτελείται από 19 άρθρα. Η
Γενοκτονία, σύμφωνα με τη Συνθήκη ,αφορά ένα έγκλημα που αποβλέπει στη
συστηματική, με βίαια ως επί το πλείστον μέσα, επιδιωκόμενη εξόντωση ολόκληρης
φυλής ή τμήματος αυτής σε ορισμένο τόπο και πρόκειται για ένα έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με
πολεμικές συγκρούσεις. Είναι η καταστροφή ενός έθνους ή μιας εθνικής
ομάδας, ένα συντονισμένο σχέδιο που τείνει να καταστρέψει τα θεμέλια της ζωής
των εθνικών ομάδων, με στόχο να εξοντωθούν.
Η
Γενοκτονία έχει τη βάση της σε διάφορες θεωρίες ή θεωρήσεις. Ρατσιστικές,
εθνικές, κοινωνικές, πολιτισμικές, οικονομικές. Αυτά τα ζητήματα τα συναντούμε
σε διάφορες περιπτώσεις και σε διάφορες χρονικές στιγμές, δίνοντας το άλλοθι
και τη νομιμοποίηση σε αυταρχικά καθεστώτα ή σε πληθυσμιακές ομάδες να
εξοντώσουν τους αντιπάλους τους.
Ο
κυριότερος λόγος ήταν χωρίς αμφιβολία τα εθνικιστικά αισθήματα, που ενισχύθηκαν
μετά το 1908 από τους Νεότουρκους και οπωσδήποτε μετά την επικράτηση του
Μουσταφά Κεμάλ, ενώ δεν πρέπει να παραβλεφθούν οι ρατσιστικές θεωρίες που
αναπτύχθηκαν από τα δύο αυτά εθνικιστικά κινήματα. Έτσι οι Έλληνες ήταν τα
μιάσματα από τα οποία έπρεπε να αποβληθούν από το οθωμανικό κράτος. Η Γενοκτονία ήταν η Τελική Λύση !
Οι
μηχανισμοί της Τουρκίας και οι υποστηρικτές της σε όλον τον κόσμο εφευρίσκουν
διάφορα σενάρια προκειμένου να δικαιολογήσουν τις μαζικές εκτοπίσεις και
τελικώς τις μαζικές δολοφονίες ενάντια στους Έλληνες καθώς και τους Αρμένιους
και τους Ασσύριους. Να δικαιολογηθούν τα εγκλήματα που στοίχισαν τη ζωή σε
εκατομμύρια ανθρώπους!
Η περίοδος της σιωπής
Είναι πιστεύω
αποδεκτό ότι αυτό το ιδιαίτερης αξίας κομμάτι του Ελληνισμού που ζούσε
στην ενιαία Θράκη, στην Μικρά Ασία, στον Πόντο και στην Καππαδοκία, στην
Κωνσταντινούπολη, τις Θρακικές Σποράδες (νησιά Ιμβρος και Τένεδος) μπήκε στο
περιθώριο αμέσως μετά τη Γενοκτονία από τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς
και την έλευσή του ως ακρωτηριασμένο σώμα στον ελλαδικό χώρο. Στην Ελλάδα, το
προσφυγικό στοιχείο αντιμετωπίστηκε σε γενικές γραμμές σαν ξένο, που ήλθε στην
Ελλάδα προκειμένου να διαταράξει πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και άλλες
ισορροπίες, και τέθηκε στο παρασκήνιο. Το ίδιο έγινε και από τους πρόσφυγες που
εγκαταστάθηκαν εκτός Ελλάδος, όπου και εκεί υπήρξε η ίδια «συνωμοσία» σιωπής. Όπως έγραψε εύστοχα ο Αλεξάντερ
Σολτζενίτσιν «να ξεχάσουμε για να μη μας βγει το μάτι», «αλλά αν δεν θυμόμαστε θα
μας βγουν και τα δύο»!.
Στο
χώρο της παιδείας, της εκπαίδευσης όταν το ζήτημα του Ελληνισμού της Ανατολής
δεν ήταν «εκτός ύλης», παρουσιαζόταν με οπτική ελλειμματική, αποσπασματική,
ακόμη και με αναφορές που επιεικώς χαρακτηρίζονται ως ύβρεις, έναντι τεθνεώτων
και ζωντανών.
Η επανάσταση της μνήμης
Ο
κύκλος της λήθης, της συνειδητής παραχάραξης και αποσιώπησης των γεγονότων
συνεχίστηκε μέχρι τη δεκαετία του 1990, όταν οι Θρακιώτες, οι Πόντιοι, οι Ίωνες,
οι Καππαδόκες, οι Κωνσταντινουπολίτες, Ιμβριοι, Τενέδιοι κατανόησαν ότι δεν
μπορούσε να κινηθεί ένας σύγχρονος άνθρωπος μόνο με ένα μέρος της ιστορίας του.
Δεν έφτανε για να ζήσει μόνο με αυτό.
Η
ανάδειξη της κυριότερης αιτίας για την διακοπή
συνέχειας του Ελληνισμού που ζούσε στο οθωμανικό κράτος, της Γενοκτονίας
ήταν η αρχή για ένα νέο κύκλο διεκδίκησης. Οι Έλληνες πέρασαν στο στάδιο της
αυτογνωσίας στη δεκαετία του 1980 και στις αρχές του 1990, όταν διοργάνωσαν τα
παγκόσμια συνέδρια, τα οποία εκτός των άλλων ανέδειξαν πτυχές του μαζικού
διωγμού των προγόνων τους.
Η ανάδειξη της
Γενοκτονίας από τον αείμνηστο Μιχάλη Χαραλαμπίδη,
οδήγησε στα σχετικά νομοσχέδια αναγνώρισης από την ελληνική πολιτεία, η οποία
βεβαίως δεν μπόρεσε να αποδεσμευτεί από πολιτικές και λογικές και να κινηθεί και
στην ουσία των νόμων αναγνώρισης της Γενοκτονίας και σε πρωτοβουλίες για τη
διεθνοποίηση του μαζικού εγκλήματος. Το
κενό αυτό κάλυψαν συλλογικές πρωτοβουλίες Ελλήνων στο εξωτερικό και
διανοούμενοι, όπως ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης, έχοντας πρακτικά αποτελέσματα με
αναγνωρίσεις από ξένα Κοινοβούλια και παρεμβάσεις σε διεθνείς οργανισμούς.
Έτσι,
με δεδομένη την απουσία της Ελλάδας από τον αγώνα αναγνώρισης, μέχρι σήμερα την
Γενοκτονία των Ελλήνων έχει αναγνωρίσει η Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής
Δημοκρατίας, η Βουλή της Σουηδίας και της Αρμενίας και διάφοροι φορείς των ΗΠΑ,
του Καναδά, της Ιταλίας. Επίσης η Βουλή της Νότιας Αυστραλίας και η Βουλή της
Νέας Νότιας Ουαλίας, ενώ την υπόθεση έχει απασχολήσει το Οικονομικό και
Κοινωνικό Συμβούλιο του ΟΗΕ και τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη
Συνεργασία στην Ευρώπη, την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού
Κοινοβουλίου (5 Σεπτεμβρίου 2006).