Νὰ ἐκφράσω τὴν μεγάλη χαρά μου διότι και φέτος πραγματοποιήσατε αὐτὸ τὸ προσκύνημα καὶ μάλιστα μὲ μεγαλύτερη συμμετοχὴ ἀπὸ τὰ προηγούμενα χρόνια.
Προσωπικῶς μοῦ ἔκανε ἐντύπωση κάτι, ποὺ εἶχε γράψει ἕνας διαπρεπὴς Ἕλληνας, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀναμιχθεῖ στὰ κοινά. Ἔλεγε, λοιπόν, ὅτι τὴν Ἐπέτειο τῆς 28ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1941, ἡ πρώτη Ἐπέτειος δηλαδή, ποὺ ἡ Ἑλλάδα “γιόρταζε”, ἄν μποροῦσε νὰ ἑορτάσει, κάτω ἀπὸ τὴν τριπλὴ Κατοχὴ τῶν Γερμανῶν, τῶν Ἰταλῶν καὶ τῶν Βουλγάρων στὴν Μακεδονία καὶ στὴν Θράκη. Τὸ πρωΐ, λοιπόν, ὅταν ξημέρωσε ἡ 28η Ὀκτωβρίου, τὸ Μνημεῖο τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτου ἦταν πλημμυρισμένο ἀπὸ λουλούδια. Εἶχαν πάει, φαίνεται, σὲ ὧρες νυκτερινές, κυρίως γυναῖκες καὶ κορίτσια καὶ ἄφησαν τὰ λουλούδια τους ἐκεῖ. …
… Ὅταν ξημέρωσε καλὰ ἡ ἡμέρα, ἐφάνηκε νὰ ἔρχεται στὸ μνημεῖο μία ὁμάδα τραυματιῶν τοῦ Πολέμου ἀπὸ τοὺς Ἰταλούς. Προχώρησαν μὲ ἀργὰ βήματα, γιατὶ πολλοὶ ἀπ’ αὐτοὺς εἶχαν ἀκρωτηριασμένα πόδια, δὲν εἶχαν τὰ χέρια ὁλόκληρα κ.ο.κ. Ὅταν φθάσανε μπροστὰ στὸ Μνημεῖο, τρεῖς ἀπὸ αὐτοὺς ξεκίνησαν γιὰ νὰ καταθέσουν ἕνα στεφάνι. Τὸ στεφάνι αὐτὸ τὸ πῆρε ἕνας ἐκ τῶν τριῶν καὶ μὲ τρεμάμενο βῆμα, γιατὶ ἦταν ἀνάπηρος, ὅπως εἴπαμε, καὶ ποὺ στεκόταν ὄρθιος μὲ τὶς πατερίτσες, κατέθεσε τὸ στεφάνι, ἔκανε ἕνα βῆμα πίσω, καὶ ὅλοι μαζὶ εἶπαν : “ -Ἀθάνατοι νεκροί, ἔχουμε πολλὰ νὰ σᾶς ποῦμε. Δὲν μποροῦμε, ὅμως, νὰ τὰ ποῦμε φωναχτά, γιατὶ οἱ καιροὶ εἶναι δύσκολοι. Θὰ τὰ ποῦμε, ὅμως, μέσα ἀπὸ τὴν ψυχή μας καὶ στὴν ψυχή μας. Ὑποχώρησαν λίγο, ἔγινε σιγή, πραγματικὰ νεκρική, καὶ μετὰ ἀπὸ ἕνα λεπτό, αὐτὸς ποὺ εἶχε πρωτύτερα μιλήσει εἶπε : “ – Τώρα, σᾶς τὰ εἴπαμε ὅλα”.
Τί τοὺς εἶπαν, ἆρα γε ;
Τοὺς εἶπαν ὅτι ὁ ἀγῶνας τῆς Ἑλλάδος ἐναντίον μιᾶς πανίσχυρης αὐτοκρατορίας, ὅπως ἦταν ἡ Ἰταλική, ἔδωσε φῶς ἐλπίδας καὶ αἰσιοδοξίας στὴν Εὐρώπη, κυρίως, ἡ ὁποία στέναζε κάτω ἀπὸ τὴν μπότα τῶν Γερμανῶν στρατιωτῶν. Ἐφώτισε, λοιπόν, τὴν οἰκουμένη καὶ τὴν Εὐρώπη. Ἀλλὰ καὶ αὐτὸ τὸ χαμόγελο, μὲ τὸ ὁποῖο ξεκινήσατε γιὰ νὰ ἔλθετε μέχρις ἐδῶ, δὲν ἔσβησε ἀπὸ τὰ χείλη τῶν Ἑλλήνων. Ἀκόμη τοὺς εἶπαν ὅτι ἡ θυσία τους αὐτὴ ἐμπνέει τὸ Ἔθνος γιὰ νὰ ἀγωνίζεται τὸν καλὸν ἀγῶνα ἐναντίον ὁποιουδήποτε ἐπιβουλεύεται τὴν ἐλευθερία του. Κι ἀκόμη, ὅτι στὸ “Μέτωπο” οἱ στρατιῶτες εἶχαν ὁδηγό τους τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τὴν Προστάτιδα καὶ Ἔφορο τοῦ Ἔθνους, τὴν Ὑπέρμαχο Στρατηγό. Αὐτὰ καὶ ἄλλα ἀκόμα τοὺς εἶπαν. Κι’ ὅταν κάποιος Ἰταλὸς καραμπινιέρος πῆγε νὰ τοὺς ἐμποδίσει, τοῦ ἔκανε ἔτσι μὲ τὸ χέρι του ὁ ἀνάπηρος καὶ δὲν τόλμησε νὰ μιλήσει ὁ Ἰταλός. Σιγὰ – σιγὰ ἔφυγαν.
Αὐτό, λοιπόν, τὸ πνεῦμα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, τὸ πνεῦμα τοῦ νὰ συνεχίζουμε καὶ ἐμεῖς τὸν καλὸν ἀγῶνα ἐκείνων, ποὺ ἔπεσαν ὑπὲρ Πίστεως καὶ Πατρίδος, αὐτὸ τὸ σύνθημα μᾶς δίδει καὶ ἡ σημερινὴ ἐκδήλωσις ἡ ὁποία δὲν πρέπει ΠΟΤΕ, μὰ ποτέ, νὰ σταματήσει. Ἀλλὰ νὰ συνεχίσει νὰ γίνεται,γιὰ νὰ ξέρουν καὶ οἱ φίλοι, ἀλλὰ περισσότερο καὶ οἱ ἐχθροί, ὅτι ἡ Ἑλλάδα δὲν κάνει ἐκπτώσεις στὴν Ἐλευθερία της. Δὲν κάνει ἐπιλογὴ τυράννων, ἀλλὰ ἀρνεῖται τὴν τυραννία ὁποθενδήποτε καὶ ἄν προέρχεται.
Αὐτὰ εἶχα καὶ ἐγὼ νὰ σᾶς πῶ, ἀγαπητοί μου προσκυνηταί, καὶ εὔχομαι, ὅπως εἶπα καὶ στὴν ἀρχή, νὰ συνεχίσετε αὐτὴν τὴν ὡραία προσπάθεια, καὶ μάλιστα θὰ ἔλεγα, νὰ γίνει αὐτὸ ποὺ εἶχε γίνει μιὰ χρονιά, πρὶν ἀπὸ χρόνια, δὲν ἐνθυμοῦμαι πότε, ποὺ εἶχαν ἔλθει καὶ μαθητὲς Λυκείου ἐδῶ σ’ αὐτὸ τὸ μνημεῖο, γιατὶ ἡ νέα γενιὰ εἶναι ἡ αὐριανὴ Ἑλλάδα. Ἐμεῖς φεύγουμε, καὶ ἐγὼ δὲν ἔχω πολὺ περιθώριο μπροστά μου. Αὐτοὶ θὰ κυβερνᾶνε τὴν Ἑλλάδα. Ἐάν, λοιπόν, ἔχουν αὐτὸ τὸ φρόνημα, τὸ ὑπὲρ Πίστεως καὶ Πατρίδος, τότε ἡ Ἑλλάδα ὄχι μόνον θὰ ζεῖ, ἀλλὰ καὶ θὰ μεγαλουργεῖ καὶ ὁ Θεὸς θὰ τὴν εὐλογεῖ καὶ ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός, ἡ Παναγία μας, θὰ τὴν σκέπει καὶ θὰ τὴν χαριτώνει. Σᾶς εὐχαριστῶ καὶ σᾶς καλωσορίζω ἄλλη μιὰ φορά.