<<Θεοφάνης Μαλκίδης : ο αρμενικός λαός αλλά και κάθε λαός που σέβεται την Ιστορία του, θα ζήσει τα επόμενα χρόνια ιδιαίτερες και μοναδικές στιγμές ως αποτέλεσμα των προσπαθειών του για αναγνώριση
της γενοκτονίας>>
Συνέντευξη στο περιοδικό ΑΡΜΕΝΙΚΑ
Ο Θεοφάνης Μαλκίδης γεννήθηκε στην Αλεξανδρούπολη από γονείς πρόσφυγες από την Αδριανούπολη της Ανατολικής Θράκης. Είναι διδάκτωρ κοινωνικών επιστημών και μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών η οποία το 2007 αναγνώρισε, μετά από ψηφοφορία μεταξύ των μελών της, τη Γενοκτονία των Ελλήνων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων.
Έχει πραγματοποιήσει παρεμβάσεις για το ζήτημα της Γενοκτονίας των Ελλήνων και των Αρμενίων, εκτός και εντός Ελλάδας και για τη δραστηριότητά του έχει βραβευθεί από δημόσιους και άλλους φορείς, τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό.
Το 2009 μίλησε στην πρώτη εκδήλωση των ελληνικών προσφυγικών σωματείων και της Αρμενικής κοινότητας για τη Γενοκτονία, έξω από το κτίριο του ΟΗΕ στη Νέα Υόρκη, ενώ το 2010 προσκλήθηκε από τη Δημοκρατία της Αρμενίας και μίλησε στο Διεθνές Συνέδριο για τη Σύμβαση, την Πρόληψη και την Καταστολή του Εγκλήματος της Γενοκτονίας.
Το 2009 πραγματοποίησε τις συνομιλίες με την αρμόδια επιτροπή του ιδρύματος που είναι υπεύθυνο για τη λειτουργία της ελεύθερης διαδικτυακής εγκυκλοπαίδειας wikipedia, το οποίο έδωσε την άδεια λειτουργίας της wikipedia στην ποντιακή διάλεκτο (http//pnt.wikipedia.org.)
Μεταξύ των κειμένων του είναι τα εξής:
«Η πολιτική της Ελλάδας και της Τουρκίας για τη Θράκη, μετά την ένταξή τους στο ΝΑΤΟ», «Η γενοκτονία των Αρμενίων», «Η Γενοκτονία των Ελλήνων» (στην αρμενική, ελληνική, αγγλική, ρωσική, ιταλική και ισπανική γλώσσα).
Επιμελήθηκε το διδακτικό εγχειρίδιο του Ρόναλντ Λεβίτσκι για τη «Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου» στην αγγλική γλώσσα (εκδ. Σύλλογος Ποντίων Σικάγο «Ξενιτέας») και το μετέφρασε και στην ελληνική.
Τα κείμενα του Θ. Μαλκίδη έχουν μεταφρασθεί στην αρμενική, αγγλική, γαλλική, ιταλική, ισπανική, ρωσική, τουρκική, βουλγαρική και αλβανική γλώσσα.
Κύριε Μαλκίδη, ασχολείστε πολλά χρόνια με το Αρμενικό και το Ποντιακό Ζήτημα και ειδικά με το θέμα της γενοκτονίας. Πώς κρίνετε την πρόσφατη απόφαση για την ποινικοποίηση της άρνησης της γενοκτονίας από τη βουλή της Γαλλίας και τον τρόπο αντίδρασης της Τουρκίας;
Η πρόσφατη απόφαση της Γαλλίας αποτελεί μία ακόμη δικαίωση της μακροχρόνιας προσπάθειας των Αρμενίων σε όλον τον πλανήτη. Είναι το αποτέλεσμα της συνέπειας και της συνέχειας του αγώνα, ο οποίος σέβεται την ιστορία ενός λαού, δεν την εξαφανίζει προς όφελος ψευδεπίγραφων συμφερόντων και συμμαχιών, εφήμερων προσδοκιών και πολιτικών κενολογιών, έχει ρίζες στο παρελθόν, δηλαδή στο ζήτημα της Γενοκτονίας και με βάση τις ρίζες αυτές βαδίζει στο παρόν, δηλαδή βγάζει κλαδιά και πορεύεται στο μέλλον προσδοκώντας καρπούς.
Η Τουρκία θεωρεί ότι στη διεθνή κοινότητα υπάρχει μόνον αυτή και κυρίως μόνο η δική της οπτική. Έτσι όλοι θα πρέπει να υποτάξουν τη θέλησή τους και κυρίως την ιστορία τους για να ικανοποιηθεί ένας μηχανισμός που εξαφανίζει τους λαούς και την ταυτότητά τους. Είναι προφανές ότι η αντίδρασή της είναι όμοια καθεστώτων με ενοχές που αρνούνται να αντιμετωπίσουν την πραγματικότητα. Σε καμία περίπτωση δεν δείχνει μεταστροφή, ούτε αποδοχή. Δεν περιμέναμε κάτι διαφορετικό από την Τουρκία, αυτό που προσδοκούμε είναι να συνεχίσει τον έντιμο και συνεπή αγώνα του ο αρμενικός λαός και άλλοι λαοί, ώστε το καθεστώς τύπου απαρτχάιντ όπως αυτό στην Τουρκία να καταρρεύσει από το βάρος των εγκλημάτων του και της ιστορικής ανάγκης και αιτήματος του τουρκικού λαού για δημοκρατία και ελευθερία.
Νομίζετε ότι το παράδειγμα της Γαλλίας θα το ακολουθήσουν και άλλες χώρες;
Έχω την άποψη, η οποία τείνει να γίνει βεβαιότητα ότι η συνέπεια του αγώνα των Αρμενίων και των οργανώσεών τους αλλά και άλλων πολιτικών, ιστορικών και ερευνητών, θα οδηγήσει και σε άλλες αναγνωρίσεις της Γενοκτονίας και οπωσδήποτε και στο επόμενο στάδιο που είναι η ποινικοποίηση της άρνησής της.
Βρισκόμαστε στο μέσον μίας μεγάλης προσπάθειας. Σε καιρούς πολύ δύσκολους, αμέσως μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Αρμένιοι ξεκίνησαν ένα δύσκολο και ανηφορικό δρόμο για να αναδείξουν το ζήτημα της Γενοκτονίας. Είχαν μαζί τους την αλήθεια και το εύρημα του Ραφαήλ Λέμκιν, του ανθρώπου που εισήγαγε την ελληνική λέξη Γενοκτονία στο διεθνές στερέωμα, περί Γενοκτονίας Αρμενίων και Ελλήνων. Όπως σας είναι γνωστό εδώ και καιρό έχουμε αναδείξει το ιστορικό αυτό ντοκουμέντο, ότι ο Λέμκιν για να στηρίξει τα επιχειρήματά του αναφέρθηκε στην εξόντωση των Ελλήνων και των Αρμενίων. Δείτε τα σχετικά δημοσιεύματα, «Genocide»- εφημερίδα The New York Times August 26, 1946 και «The Genocide under the Law of Nations- εφημερίδα The New York Times January 5, 1947.
Οι Αρμένιοι λοιπόν συνέχισαν όπως είχαν το χρέος και την ευθύνη να πράξουν και ανέδειξαν ένα αποσιωπημένο έγκλημα. Θαυμάζω πραγματικά το λαό αυτό που μέσα σε κοινωνικές και οικονομικές δυσκολίες και πάμπολλες πολιτικές Συμπληγάδες μπόρεσε και έφτασε το ζήτημα σε τόσο υψηλό επίπεδο. Αναγνωρίσεις, παγκόσμιο ενδιαφέρον, ινστιτούτα, μουσεία και πανεπιστημιακές έδρες, βιβλία και κινηματογραφικές ταινίες, και κυρίως βιωματική - ψυχική σχέση του αρμενικού λαού με το ζήτημα της Γενοκτονίας.
Ο αρμενικός λαός θα ζήσει τα επόμενα χρόνια ιδιαίτερες και μοναδικές στιγμές ως αποτέλεσμα των προσπαθειών του για αναγνώριση της γενοκτονίας. Μετά τη Σταύρωσή του έρχεται η Ανάσταση.
Σήμερα πόσο κοντά είναι η Τουρκία στο να αποδεχθεί την ιστορία της, με ότι αυτό σημαίνει;
Όσον αφορά την Τουρκία, παρότι εδώ και καιρό τροφοδοτεί τα ανά κόσμο φιλικά καθεστώτα και μέσα ενημέρωσης με δηλώσεις περί εκσυγχρονισμού, εξευρωπαϊσμού, αποδοχής του παρελθόντος της και άλλα σχετικά προπαγανδιστικά σχήματα, η πραγματικότητα είναι άλλη. Αρνείται να συμβιβαστεί, να αποδεχθεί και να δηλώσει την ευθύνη της. Η στάση της, όταν δεν είναι θρασύδειλη και θεατρική- «απειλές», ανάκληση διπλωματών κλπ- δείχνει ένα καθεστώς που λειτουργεί με φόβο και με σπασμωδικές κινήσεις (συλλήψεις ακτιβιστών, φυλακίσεις, καταδίκες, πολιτικές δολοφονίες, κ.ά). Δεν μπορεί, το καθεστώς αυτό, να διανοηθεί και κυρίως να δει τίποτα άλλο πέραν του τουρκικού ως αληθές. Ωστόσο στην τουρκική κοινωνία γίνεται μία «επανάσταση», τηρουμένων των αναλογιών και των ορίων της κοινωνίας στο εσωτερικό της.
Η τουρκική κοινωνία δείχνει μία στάση αποδοχής της αλήθειας. Είναι βέβαιο ότι αυτοί που γνωρίζουν αγωνίζονται ώστε ο τουρκικός λαός να ζητήσει συγνώμη και να απαλλαγεί από την ευθύνη του. Είναι κατά τη γνώμη μου μία απελευθερωτική κίνηση που τη χρειάζεται η κοινωνία στην Τουρκία και εύχομαι να την πράξει σύντομα και η τουρκική πολιτική τάξη. Όπως αναφέρεται το σχετικό χωρίο στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο (Η’ 32), το οποίο προτείνω να το διαβάσουν οι ενδιαφερόμενοι, «γνώσθεσε την αλήθειαν και η αλήθεια απελευθερώσει υμάς».
Η στάση της τουρκικής κυβέρνησης σε ότι αφορά τη διαδικασία εκδημοκρατισμού του κράτους με στόχο την ευρωπαϊκή ένταξη από την μια πλευρά και από την άλλη οι φυλακίσεις δημοσιογράφων αγωνιστών και διανοουμένων, με πρόσφατο παράδειγμα του Ραγκίπ Ζαράκογλου, πόσο ακόμη μπορεί να συνεχιστεί;
Ένα μέρος της πολιτικής και της κοινής γνώμης στην Ευρώπη, το κομμάτι αυτό υπάρχει και στην Ελλάδα, θεωρεί ότι με την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση όλα τα εκκρεμή ζητήματα θα επιλυθούν αυτομάτως. Ότι δηλαδή η Τουρκία θα εκδημοκρατιστεί, θα σταματήσει να έχει χιλιάδες φυλακισμένους πολιτικούς, διανοουμένους και αγωνιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θα βαδίσει μπροστά έχοντας αποδεχτεί το παρελθόν της. Σας θυμίζω ότι αντίστοιχα επιχειρήματα υπήρχαν και στον Ψυχρό Πόλεμο για να ενταχθεί η Τουρκία στο ΝΑΤΟ και άλλους δυτικούς οργανισμούς. Όπως γνωρίζετε η σχετική επιχειρηματολογία κατέρρευσε με οδυνηρό τρόπο («Σεπτεμβριανά», δολοφονίες, φυλακίσεις) και καταρρέει και σήμερα αφού δεν έχει ούτε θεμέλια, ούτε αληθινή προοπτική. Μία ακόμη φυλάκιση και δίωξη του εκδότη Ραγκίπ Ζαράκογλου μαζί με χιλιάδες άλλες, δείχνει ότι το καθεστώς αυτό που συντηρεί τη βία για να αναπαράγεται δεν μπορεί να πράξει ούτε το παραμικρό για να θεωρηθεί από αυταρχικό, δημοκρατικό και σύγχρονο. Πόσο μάλλον να αποδεχθεί τη Γενοκτονία εκατομμυρίων ανθρώπων πριν ένα περίπου αιώνα, Γενοκτονία η οποία συνεχίζεται με άλλα μέσα και τρόπους ακόμη και σήμερα.
Μιλήστε μας για το βιβλίο που συγγράψατε μαζί με τους τούρκους συγγραφείς Ραγκίπ Ζαράκογλου και Σαΐτ Τσετίνογλου για τη γενοκτονία των Ελλήνων και ειδικότερα στον Πόντο.
Το βιβλίο στην ελληνική και την αγγλική γλώσσα αποτελείται από τα κείμενα του Ραγκίπ Ζαράκολου, του συγγραφέα Σαΐτ Τσετίνογλου, συνεργάτη του Ζαράκολου και το δικό μου. Ο Ραγκίπ Ζαράκολου στο κείμενό του αναφέρει ότι «οι γενοκτονίες έγιναν. Απομένει να προσπαθήσουμε να αναγνωριστούν από όλους. Δεν μπορεί να συνεχιστεί η σημερινή κατάσταση στην Τουρκία, όπου το καθεστώς έχει μετατρέψει τους ανθρώπους σε σκλάβους. Η Τουρκία πρέπει να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία».
Ο Σαΐτ Τσετίνογλου σημειώνει τη μεγάλη ευθύνη της Γερμανίας για τη γενοκτονία αλλά και άλλων δυνάμεων (Αγγλία, Γαλλία, Η.Π.Α., Ιταλία ) που έμειναν αδιάφορα στην εξόντωση των αρχαίων λαών της Ανατολής.
Το βιβλίο, έκδοση της Λέσχης Ποντίων Νομού Καβάλας, είναι χορηγία του Θεμιστοκλή Ανανιάδη συγγενή του Συμεών Ανανιάδη, αθλητή του Συλλόγου «Πόντος» του Κολλεγίου «Ανατόλια», ο οποίος απαγχονίστηκε το 1921 στην Αμάσεια, είναι μία συμβολή στον μεγάλο ιστορικό, πολιτικό και ηθικό αγώνα αναγνώρισης της Γενοκτονίας. Και είναι σημαντικό το βιβλίο αυτό αφού για πρώτη φορά δύο Τούρκοι διανοούμενοι γράφουν και δημοσιεύουν βιβλίο για τη Γενοκτονία ενισχύοντας τον αγώνα για την αναγνώριση. Είναι αυτό που σας περιέγραψα παραπάνω. Η τουρκική κοινωνία της γνώσης, της δράσης και του πολιτικού αγώνα, δείχνει μία άλλη οδό, τελείως διαφορετική από αυτήν του ρατσιστικού τουρκικού κράτους που δολοφόνησε και δολοφονεί. Αυτήν την οδό έχουμε επιλέξει, γνωρίζοντας τα εμπόδια και το κόστος, γνωρίζοντας και τι έχουμε απέναντι. Γνωρίζουμε όμως ότι το αποτέλεσμα θα είναι νικηφόρο. Όπως έλεγε και ο Γκάντι, μπορεί ο τύραννος να δείχνει ανίκητος, αλλά στο τέλος νικά η αλήθεια.
Επίσης, μεταφράσατε και επιμεληθήκατε και το βιβλίο του Ευθύμιου Κουζινού «Εικοσιτρία χρόνια στη Μικρά Ασία» το οποίο έχει και μεγάλο ενδιαφέρον για τους Αρμενίους.
Πράγματι, η έρευνα για το ζήτημα της γενοκτονίας των Ελλήνων και ειδικά στον Πόντο, το σύλλογο «Πόντος» του Κολλεγίου Ανατόλια της Μερζιφούντας και για την προσφορά του στον Ελληνισμό οδήγησε στην ανακάλυψη ενός σημαντικού έργου ενός μαθητή του Κολλεγίου «Ανατόλια», του Ευθύμιου Κουζινού.
Ο Ευθύμιος Κουζινός γεννήθηκε το 1899 στο Αλατσάμ (Λεοντόπολις ή Λεοντούπολις- τουρκ. Alacam) του Πόντου, 27 χλμ. δυτικά από τη Σαμψούντα και φοίτησε στο Κολλέγιο «Ανατόλια», από το 1913 μέχρι και το 1921. Το 1922 έφυγε μαζί με τους άλλους πρόσφυγες για την Ελλάδα και το επόμενο έτος μετανάστευσε στις ΗΠΑ, όπου μέσω της Αμερικανικής φιλανθρωπικής οργάνωσης «Near East Relief», ενημέρωνε το αμερικανικό κοινό για τη Γενοκτονία.
Το βιβλίο «Εικοσιτρία χρόνια στη Μικρά Ασία» στηρίχτηκε στις διαλέξεις του Ευθύμιου Κουζινού «Η Ζωή μου στην Τουρκία», οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στο Κολλέγιο Bates (Maine) στο χρονικό διάστημα 1923-1925 και στο Πανεπιστήμιο Northwestern την περίοδο 1926-1927.
Επίσης, χρησιμοποιήθηκε το κείμενό του «Σημειώσεις στους προσφυγικούς καταυλισμούς στην Αθήνα (1922-1923)».
Το βιβλίο του Ευθύμιου Κουζινού δίνει ιδιαίτερες και μεγάλης αξίας πληροφορίες οι οποίες είναι παντελώς άγνωστες, για τη ζωή και τις διώξεις Ελλήνων και Αρμενίων, για τον Μουσταφά Κεμάλ, για τα τάγματα εργασίας, για τους Έλληνες και τους Αρμενίους που έζησαν και δολοφονήθηκαν μαζί στο Κολλέγιο «Ανατόλια» Μερζιφούντας, για τη δράση του αθλητικού Συλλόγου «Πόντος», για την τύχη των μελών του και ειδικότερα για ένα εξέχον μέλος του και φίλο του συγγραφέα. Τον Συμεών Ανανιάδη, τον αθλητή του «Πόντος» και μαθητή του «Ανατόλια», ο οποίος απαγχονίστηκε το 1921 στην Αμάσεια, μαζί με καθηγητές και μαθητές του Κολλεγίου.
Το βιβλίο «Εικοσιτρία χρόνια στη Μικρά Ασία» του Ευθύμιου Κουζινού το οποίο εκδόθηκε το 1969 στη Νέα Υόρκη, αποτελεί μία σημαντική πηγή για τους Έλληνες και για τους Αρμενίους που ζούσαν στον Πόντο.
Την έκδοση του μεταφρασμένου στην ελληνική γλώσσα βιβλίου, είμαι βέβαιος ότι θα ακολουθήσουν και άλλες, που θα δείξουν την ιστορική πορεία και διαδρομή των Ελλήνων και των Αρμενίων, την ιστορία σωματείων, σχολείων και ανθρώπων όπως ο Συμεών Ανανιάδης και ο καθηγητής Καραμπέτ Κοτζαγιάν, που ξεχώρισαν με τη δραστηριότητά τους και απέδειξαν με τη θυσία τους την ανιδιοτελή κοινωνική και εθνική τους προσφορά.
Οι σχέσεις Ελλάδος-Αρμενίας στο επιστημονικό πεδίο του ενδιαφέροντός σας, σε τι επίπεδο υφίστανται σήμερα και τι θα προτείνατε για το μέλλον;
Εκτιμώ, λόγω των πολλών και συνεχών επαφών με διακεκριμένους Αρμένιους ερευνητές τόσο στην Αρμενία όσο και αλλού, ότι βρισκόμαστε σε εξαιρετικό επίπεδο. Σ’ αυτό σημαντικός αρωγός αποτελεί ο κοινός ιστορικός δεσμός και η μακροχρόνια φιλία που έχει αναπτυχθεί μεταξύ των δύο λαών.
Μάλιστα ο δεσμός και η φιλία αυτή ενισχύεται με κοινές δραστηριότητες που έχουν και καλύτερο αποτέλεσμα. Για παράδειγμα σας αναφέρω την προσπάθεια Ελλήνων και Αρμενίων (μαζί και με τους Ασσύριους) στη Σουηδία η οποία έφερε την αναγνώριση της Γενοκτονίας το 2010, τις ανά τον πλανήτη κοινές παρουσιάσεις μας για το ζήτημα της Γενοκτονίας καθώς και τις μεταφράσεις έργων για το ίδιο θέμα, στην ελληνική και αρμενική γλώσσα. Οι παραπάνω δραστηριότητες αποτελούν ενδεικτικές και μόνο της προσπάθειάς μας και θεωρώ ότι θα έχουν συνέχεια με άμεσα και απτά αποτελέσματα.
Ό,τι σχετίζεται με το μέλλον, υπάρχει η γνωστή πρότασή μου, την οποία επαναλαμβάνω και μέσα από το περιοδικό σας για τη δημιουργία στην Ελλάδα ενός ερευνητικού κέντρου για τη Γενοκτονία με την ονομασία «Ραφαήλ Λέμκιν». Κέντρο το οποίο μπορεί να αποτελέσει τομή στην έρευνα και την πολιτική προσπάθεια για την ανάδειξη της Γενοκτονίας. Σ’ αυτό μπορεί να συμμετάσχουν Αρμένιοι, Έλληνες, Ασσύριοι, και κάθε λαός που έχει υποστεί Γενοκτονία, και να αποτελέσει μία θεσμοθετημένη μορφή τεκμηρίωσης του Εγκλήματος ενάντια στους λαούς μας.
Επίσης στην Αρμενία τα πανεπιστήμια και η Ακαδημία θα μπορούσαν να δημιουργήσουν κύκλο μαθημάτων που θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε έδρα για τη Γενοκτονία των Ελλήνων.
Γνωρίζω ήδη τρεις συναδέλφους στην Αρμενία με τους οποίους συνεργαζόμαστε πολύ στενά, οι οποίοι ασχολούνται σε διδακτορικό επίπεδο με το θέμα και θα μπορούσαν να αποτελέσουν το πρώτο προσωπικό. Την ίδια στιγμή στην Ελλάδα, όλοι γνωρίζουμε τις εξαιρετικές προσπάθειες του καθηγητή Ι. Χασιώτη για το ζήτημα της ιστορίας και της Γενοκτονίας των Αρμενίων, από τη δική μου πλευρά, ήδη το πράττω εδώ και καιρό, διδάσκω τη Γενοκτονία των Αρμενίων, ενώ το ζήτημα μπορεί να αναδειχθεί ακόμη περισσότερο με την ενίσχυση και βοήθεια όλων μας.
Κάθε προσπάθεια, έστω και μικρή, μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στη δικαίωση και ανάδειξη του ζητήματος της Γενοκτονίας και της ιστορικής αλήθειας.
Έχουμε μεγάλη ευθύνη έναντι των δικών μας προγόνων και απογόνων, Αρμενίων και Ελλήνων, έναντι κάθε ανθρώπου που έχασε τη ζωή του, να μη σταματήσουμε, να μη φοβηθούμε, να συνεχίσουμε μέχρι την τελική νίκη.