Ο Υψηλάντης είναι χωριό του του Δήμου Αλιάρτου του Νομού Βοιωτίας, κτισμένο στις πλαγιές του Ελικώνα, πάνω από την πεδιάδα της Κωπαΐδας και σε υψόμετρο 200 μέτρων.
Η παλαιότερη ονομασία του χωριού ήταν Βρασταμίτες, ονομασία που διατήρησε μέχρι το 1953 και το σημερινό του όνομα το οφείλει στον αγωνιστή της επανάστασης του 1821, Δημήτριο Υψηλάντη ο οποίος αντιμετώπισε επιτυχώς τους Τούρκους στην μάχη της Πέτρας που διεξήχθη στην περιοχή το 1829.
Στον Υψηλάντη, στις 8 Ιανουαρίου 1944, οι Γερμανοί κατακτητές εκτέλεσαν 50 Έλληνες, που κρατούνταν στις φυλακές Λιβαδειάς.
Αιτία για την μαζική αυτή εκτέλεση αγωνιστών υπήρξε ο θάνατος ενός Γερμανού στρατιώτη μέσα στο χωριό Υψηλάντης, από αντάρτες που δρούσαν στον Ελικώνα.
Με γερμανική διαταγή απαγορεύτηκε αυστηρά η κατάθεση στεφάνων, η σταυροθεσία και η τέλεση μνημοσύνου για τα θύματα.
Σε µαρτυρίες που προέρχονται από φακέλους του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας µε ένδειξη «Ναζιστές εγκληµατίες πολέµου» και αφορούν αλληλογραφία του Έλληνα εκπροσώπου στα Ηνωµένα Εθνη και του Ελληνικού Εθνικού Γραφείου Εγκληµάτων Πολέµου (Greek Νational War Crimes Office), καταγράφονται εγκλήµατα σε πάνω από 60 πόλεις και χωριά της ελληνικής επικράτειας, ανεβάζοντας τον αριθµό των κατηγορουµένων σε εκατοντάδα και πλέον, για την περιοχή της Βοιωτίας καταγράφονται τα εξής:
– Κωπαΐδα, Δοµβραίνα Βρασταμίτες και Αλίαρτος: Κατηγορούµενος ο διοικητής της Εταιρείας Κωπαΐδος Otto ή Orst Magers για δολοφονίες αµάχων, πλιάτσικο, απρόκλη τες καταστροφές ιδιωτικής περιουσίας και εκτέλεση 50 οµήρων στους Βρασταµίτες.
Ο Κιουσόπουλος σηµειώνει στην έκθεσή του µε αρ. 19 ότι ο Magers είχε εγκατασταθεί µερικά χρόνια προτού ξεσπάσει ο πόλεµος ως γεωπόνος στην περιοχή, απεδείχθη όµως ότι ήταν µυστικός πράκτορας της Γκεστάπο που ενεδύθη αµέσως τη στολή του γκεσταπίτη και ανέλαβε τη διεύθυνση της Βρετανικής Εταιρείας Κωπαΐδος πουλώντας στη µαύρη αγορά σηµαντικό µέρος της περιουσίας της προς ίδιον όφελος.
Με γερμανική διαταγή απαγορεύτηκε αυστηρά η κατάθεση στεφάνων, η σταυροθεσία και η τέλεση μνημοσύνου για τα θύματα.
Σε µαρτυρίες που προέρχονται από φακέλους του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας µε ένδειξη «Ναζιστές εγκληµατίες πολέµου» και αφορούν αλληλογραφία του Έλληνα εκπροσώπου στα Ηνωµένα Εθνη και του Ελληνικού Εθνικού Γραφείου Εγκληµάτων Πολέµου (Greek Νational War Crimes Office), καταγράφονται εγκλήµατα σε πάνω από 60 πόλεις και χωριά της ελληνικής επικράτειας, ανεβάζοντας τον αριθµό των κατηγορουµένων σε εκατοντάδα και πλέον, για την περιοχή της Βοιωτίας καταγράφονται τα εξής:
– Κωπαΐδα, Δοµβραίνα Βρασταμίτες και Αλίαρτος: Κατηγορούµενος ο διοικητής της Εταιρείας Κωπαΐδος Otto ή Orst Magers για δολοφονίες αµάχων, πλιάτσικο, απρόκλη τες καταστροφές ιδιωτικής περιουσίας και εκτέλεση 50 οµήρων στους Βρασταµίτες.
Ο Κιουσόπουλος σηµειώνει στην έκθεσή του µε αρ. 19 ότι ο Magers είχε εγκατασταθεί µερικά χρόνια προτού ξεσπάσει ο πόλεµος ως γεωπόνος στην περιοχή, απεδείχθη όµως ότι ήταν µυστικός πράκτορας της Γκεστάπο που ενεδύθη αµέσως τη στολή του γκεσταπίτη και ανέλαβε τη διεύθυνση της Βρετανικής Εταιρείας Κωπαΐδος πουλώντας στη µαύρη αγορά σηµαντικό µέρος της περιουσίας της προς ίδιον όφελος.
Ανάμεσα στα θύματα ήταν ο Λεωνίδας Σωτηρίου, το ενδέκατο παιδί του Σωτηρίου Ιωάννη Σωτηρίου και της Κωνσταντίνας Σπυρίδωνος Μπελίτσα. Ήταν παντρεμένος με την Λουκία Θεοδώρου Μπέλλου.
Στις 11 Σεπτεμβρίου του 1943 είχε πάει κάρβουνα από το Στείρι στη Λιβαδειά. Τελειώνοντας την παράδοση πήγε στο σπίτι της αδελφής του Θεοπίστης, σύζυγος Ιωάννη Καντά. Εκεί τον συνέλαβαν οι Γερμανοί και τον έκλεισαν στις φυλακές Λιβαδειάς.
Στις 8 Ιανουαρίου 1944, οι Γερμανοί κατακτητές τον εκτέλεσαν μαζί με άλλους 49 Έλληνες, που κρατούνταν στις φυλακές Λιβαδειάς στον Υψηλάντη.