ΤHN 1η ΙΟΥΝΙΟΥ το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι το Βερολίνο θα φιλοξενήσει στις 23 Ιουνίου τη δεύτερη διάσκεψη για τη Λιβύη, στην οποία κυριαρχεί το χάος από το 2011 και την πτώση του Καντάφι. Η Ελλάδα δεν προσκλήθηκε ούτε αυτή τη φορά, όπως και την πρώτη, τον Ιανουάριο του 2020, παρότι η κυβέρνηση είχε διαμαρτυρηθεί έντονα γι’ αυτό προς τη Γερμανία.
Το χάος που επικρατεί εδώ και αρκετά χρόνια στη Λιβύη οφείλεται εν πολλοίς σε ξένες δυνάμεις, γι’ αυτό και απαραίτητη προϋπόθεση για την ειρήνη, όπως έχει ζητηθεί, είναι η αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων και των μισθοφόρων.
Η Τουρκία, παρότι συγκαταλέγεται στις χώρες που υποδαυλίζουν τη βία στη Λιβύη και έχει στρατιωτικές δυνάμεις εκεί, είχε προσκληθεί από τη Γερμανία, η οποία όμως το κρατούσε μυστικό μέχρι την τελευταία στιγμή. Η Ελλάδα, αν και ζητούσε από την αρχή να λάβει μέρος, έπεφτε συνεχώς πάνω στην επίμονη άρνηση της Γερμανίας.
«Η Ελλάδα είναι γείτονας της Λιβύης με θαλάσσια σύνορα, επιθυμεί τη σταθερότητα της, την ειρήνη στην περιοχή και την αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων» αναφέρει Έλληνας διπλωμάτης.
Ο αποκλεισμός της Ελλάδας από την πρωτοβουλία του Βερολίνου ωστόσο, με δικαιολογίες που έχουν διαψευστεί από τους ίδιους τους Γερμανούς, καταδεικνύει για άλλη μια φορά τη μεροληψία της Γερμανίας, που αντί να συμπεριφέρεται ως ευρωπαίος εταίρος, βάζει ξανά πάνω από την εταιρική σχέση με την Ελλάδα τη στρατηγική της συμμαχία με την Τουρκία, η οποία κρατάει από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα (και πιο πριν ακόμα) και είναι πολύ πιο παλιά, ίσως και πιο στέρεη.
Επιπλέον, η Ελλάδα εδώ και αρκετό καιρό έχει ξεκινήσει έναν διπλωματικό μαραθώνιο για να ακυρώσει την αυθαίρετη τουρκολιβυκή συμφωνία, η οποία προσβάλλει την κυριαρχία και την άσκηση κυριαρχικών της δικαιωμάτων. Μια συμφωνία που προέκυψε επειδή η Τουρκία εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση στη Λιβύη, στηρίζοντας στρατιωτικά τη μία από τις δύο αντιμαχόμενες πλευρές και απαιτώντας ανταλλάγματα για αυτό.
Η Τουρκία, που έχει εισβάλει στρατιωτικά στη Λιβύη, κατάφερε έτσι να στρέψει εναντίον της Ελλάδας την τότε αναγνωρισμένη από τη δύση κυβέρνηση, προσβάλλοντας κυριαρχικά δικαιώματά της. Επίσης, όπως έχει επισημάνει και ο πρέσβης ε.τ. Αλέξανδρος Μαλλιάς, το Σύμφωνο «έχει σκοπό, μεταξύ άλλων, και την επιβολή της Συμφωνίας περί Θαλασσίων Ζωνών με στρατιωτικές επιχειρήσεις».
Ο καθένας λοιπόν μπορεί να αντιληφθεί γιατί η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να καίγεται για την ειρήνη στη Λιβύη και την αποκατάσταση της νομιμότητας, περισσότερο από πολλούς άλλους που έχουν προσκληθεί στη διάσκεψη για την ειρήνη στη Λιβύη, ενώ ταυτόχρονα ρίχνουν λάδι στη φωτιά.
Η Τουρκία, που έχει εισβάλει στρατιωτικά στην Λιβύη, κατάφερε να στρέψει εναντίον της Ελλάδας την τότε αναγνωρισμένη από τη δύση κυβέρνηση, προσβάλλοντας κυριαρχικά δικαιώματα της.
Όσο για τη Γερμανία, όπως αναφέρει πάλι ο έμπειρος διπλωμάτης, «αντί να προωθήσει την κοινή θέση της ΕΕ, ότι το τουρκολιβυκό Σύμφωνο είναι “άκυρο και ανυπόστατο”, απέκλεισε την Ελλάδα από τη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη και αντέδρασε όταν η Ελλάδα κατάφερε να υπογράψει Συμφωνία με την Αίγυπτο».
Δεν ήταν τόσο μεγάλη έκπληξη όμως, αφού η Γερμανία δεν αντιμετωπίζει την Τουρκία ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά στη βάση των δικών της συμφερόντων και των πολύχρονων-ιστορικών σχέσεών της με την Τουρκία.
Μόνο που αυτή η τακτική, στην οποία η Γερμανία «εμμένει εμμονικά», όπως είπε με έμφαση εκνευρισμένος ο Νίκος Δένδιας, υπονομεύει εκ των πραγμάτων τον διπλωματικό αγώνα που δίνει η Ελλάδα για την ακύρωση του τουρκολιβυκού συμφώνου.
Ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών όταν ρωτήθηκε πριν από λίγες μέρες, δεν έκανε καμία προσπάθεια για να κρύψει την ενόχληση της ελληνικής κυβέρνησης για τη Γερμανία. «Είμαστε εξαιρετικά δυσαρεστημένοι από το γεγονός ότι η Γερμανία, εμμένοντας εμμονικά σε μια τακτική, δεν μας κάλεσε και αυτή τη φορά σε αυτήν τη συνάντηση. Και αυτήν τη δυσαρέσκεια την έχω και εγώ διαμηνύσει στον συνάδελφό μου και νομίζω ότι κάτι τέτοιο θα γίνει και σε επίπεδο του πρωθυπουργού…» είπε.
Δικαιολογίες και μισόλογα
Η Γερμανία ανακοίνωσε πριν από λίγες μέρες τη δεύτερη διάσκεψη για τη Λιβύη που θα γίνει στο Βερολίνο και στην οποία θα συμμετέχουν τα 5 μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας και η Τουρκία, η Ιταλία και τα Εμιράτα, χώρες στις οποίες η Γερμανία αναγνωρίζει ότι έχουν συμφέροντα και για αυτό τους πέφτει λόγος.
«Η βάση για τη δεύτερη Διάσκεψη του Βερολίνου είναι όσοι συμμετείχαν στη διάσκεψη του Ιανουαρίου 2020 και στη διαδικασία follow up» δήλωσε η εκπρόσωπος του γερμανικού ΥπΕξ, προκειμένου να δικαιολογήσει την άρνηση συμμετοχής στην Ελλάδα. Αλλά και ο Γερμανός πρέσβης στην Αθήνα, Ernst Reichel, απαντώντας στο ερώτημα γιατί δεν προσκλήθηκε η Ελλάδα, ισχυρίστηκε ότι στόχος της διάσκεψης είναι να παρευρεθούν μόνο χώρες που έχουν εμπλακεί στρατιωτικά. Επίσης, επιχειρώντας να δικαιολογήσει τη χώρα του, υποστήριξε ότι το θέμα της διάσκεψης δεν είναι «γερμανικό» αλλά άπτεται των Ηνωμένων Εθνών.
Αυτό, ωστόσο, δεν είναι καθόλου ακριβές, καθώς πρόκειται ξεκάθαρα για μια γερμανική πρωτοβουλία, απλώς τυπικά υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, όπως συμβαίνει συνήθως. Ήταν η Γερμανία και μόνο αυτή που αποφάσισε ποιος θα προσκληθεί και ποιος θα αποκλειστεί. Η επικεφαλής των Γερμανών Πρασίνων Αναλένα Μπέρμποκ μάλιστα, είχε ασκήσει κριτική στην καγκελάριο Μέρκελ, υποστηρίζοντας ότι «ήταν λάθος να μην προσκληθούν η Ελλάδα και η Τυνησία στη Διάσκεψη για τη Λιβύη στο Βερολίνο».
Τι έλεγαν οι Γερμανοί στην πρώτη Διάσκεψη για τη Λιβύη
Η γερμανική κυβέρνηση, μόλις μια εβδομάδα πριν από την πραγματοποίηση της πρώτης διάσκεψης στο Βερολίνο, στις 13 Ιανουαρίου 2020, επιβεβαίωσε έμμεσα τη συμμετοχή του Ταγίπ Ερντογάν, ανακοινώνοντας ως πιθανή ημερομηνία για τη διεξαγωγή της τη 19η Ιανουαρίου, τη μέρα που θα επισκεπτόταν το Βερολίνο ο Πρόεδρος της Τουρκίας.
Ως τότε, ο Γερμανός εκπρόσωπος Στέφεν Ζάιμπερτ δεν ήθελε να επιβεβαιώσει τη συμμετοχή του Ταγίπ Ερντογάν στη διάσκεψη, όταν τον ρωτούσαν οι δημοσιογράφοι. Στο παρά πέντε μόνο, απαριθμώντας τα κράτη με τα οποία η Γερμανία είχε έρθει σε επαφή για τη διοργάνωση της, ανέφερε μεταξύ των άλλων κρατών και την Τουρκία. Όταν ρωτήθηκε σχετικά με την επιθυμία που είχε εκφράσει ο Έλληνας πρωθυπουργός για να συμμετέχει και αυτός στη διάσκεψη, ο κ. Ζάιμπερτ είχε περιοριστεί να πει κάτι πολύ αόριστο, όπως ότι όταν ολοκληρωθούν οι προετοιμασίες θα ανακοινωθεί και ο κατάλογος όσων θα παρευρεθούν. Με άλλη δήλωσή του ο κ. Ζάιμπερτ τότε είχε πει ότι η διάσκεψη εκείνη ήταν μόνο η αρχή για μια μεγαλύτερη διαδικασία, η οποία θα ακολουθούσε.
Οι Γερμανοί που σήμερα προβάλλουν ως δικαιολογία ότι η διάσκεψη είναι του ΟΗΕ, διαψεύδονται από τα δημοσιεύματα των ίδιων των γερμανικών ΜΜΕ αλλά και από όσα έχουν πει οι ίδιοι.
«Η γερμανική καγκελαρία απέστειλε τις προσκλήσεις στους συμμετέχοντες της Συνάντησης Κορυφής του Βερολίνου για τη Λιβύη, που θα γίνει την Κυριακή 19/1. Τις προσπάθειες για να συγκεντρώσει σε ένα τραπέζι τόσους ετερόκλητους εταίρους ανέλαβε προσωπικά η καγκελάριος Μέρκελ, η οποία, μιλώντας χθες στην κοινοβουλευτική ομάδα των χριστιανικών κομμάτων, εξέφρασε τη συγκρατημένη αισιοδοξία ότι θα μπορούσε να προκύψει κάποια διαπραγματευτική λύση στον εμφύλιο της χώρας…» έγραφε τότε η DW.
Το ερώτημα γιατί δεν προσκλήθηκε η Αθήνα απασχολούσε και τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης. Η γερμανική εφημερίδα Bild έγραφε τότε ότι «η Ελλάδα, αν και είναι ο πιο κοντινός γεωγραφικά εταίρος της Λιβύης από ευρωπαϊκή σκοπιά, δεν κάθεται στο τραπέζι», θέτοντας το ερώτημα «αν ήταν ο Τούρκος Πρόεδρος αυτός που υπαγόρευσε στην οικοδέσποινα καγκελάριο Μέρκελ τον κατάλογο των προσκεκλημένων», καθώς, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της Bild, ο Ερντογάν «φέρεται να επέμενε να μην συμμετάσχει» η Ελλάδα.
Δένδιας κατά Βερολίνου: Είμαστε εξαιρετικά δυσαρεστημένοι γιατί δεν μας κάλεσαν στη διάσκεψη για τη Λιβύη
Στις 15 Ιανουαρίου 2020 ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Γερμανίας, ερωτώμενος πάλι από δημοσιογράφους, είχε δηλώσει πως το γεγονός ότι η Ελλάδα αισθάνεται ότι τα συμφέροντα της πλήττονται από τη συμφωνία Άγκυρας-Τρίπολης δεν την καθιστά εμπλεκόμενο μέρος στα εσωτερικά της Λιβύης.
Η γερμανική καγκελαρία είχε υποστηρίξει ότι στη διάσκεψη που είχε ως κεντρικό ζήτημα την απόσυρση των στρατιωτικών δυνάμεων από τη Λιβύη, κλήθηκαν όσοι μπορούν να επηρεάσουν στην επίτευξη της ειρήνης εκεί, και λίγες ώρες πριν από την έναρξη της διάσκεψης στο Βερολίνο, ο Ερντογάν ανακοίνωνε την ενίσχυση της τουρκικής στρατιωτικής παρουσίας στη Λιβύη.
Καμία διαμεσολαβητική πρωτοβουλία της Γερμανίας, πάντως, η οποία σχετίζεται με την Τουρκία –των ελληνοτουρκικών συμπεριλαμβανομένων– δεν έχει στεφθεί με επιτυχία ως τώρα. Η πρώτη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη, κατά γενική ομολογία, απέτυχε, καθώς δεν υλοποίησε κανέναν από τους στόχους που είχε δηλώσει. Το εμπάργκο όπλων εξακολούθησε να παραβιάζεται, τα ξένα στρατεύματα και οι μισθοφόροι δεν αποχώρησαν, ενώ δεν συζητήθηκαν καν οι βασικές αιτίες του λιβυκού ζητήματος. Δεν υπάρχουν βεβαιότητες ότι η δεύτερη Διάσκεψη του Βερολίνου για τη Λιβύη θα πετύχει όσα δεν πέτυχε η πρώτη.
Ο αποκλεισμός της Ελλάδας από την πρωτοβουλία του Βερολίνου ωστόσο, με δικαιολογίες που έχουν διαψευστεί από τους ίδιους τους Γερμανούς, καταδεικνύει για άλλη μια φορά τη μεροληψία της Γερμανίας, που αντί να συμπεριφέρεται ως ευρωπαίος εταίρος, βάζει ξανά πάνω από την εταιρική σχέση με την Ελλάδα τη στρατηγική της συμμαχία με την Τουρκία, η οποία κρατάει από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα (και πιο πριν ακόμα) και είναι πολύ πιο παλιά, ίσως και πιο στέρεη.
ΠΗΓΗ: lifo.gr