Τό παλίμψηστο τῆς Ἱστορίας μας στίς 158 στροφές τοῦ Ἐθνικοῦ Ὕμνου
Υἱοθετήθηκε μέ πρόταση τοῦ ὑπουργοῦ Ναυτικῶν Δ. Μπουντούρη στό ΥΠΕΞ τό 1865 – Ὁ Σολωμός ἦταν ὁ πρῶτος πού τόνισε πρίν ἀπό τόν Παπαρρηγόπουλο τήν συνέχεια τοῦ ἑλληνισμοῦ ἀπό τούς ἀρχαίους χρόνους ἕως τίς ἡμέρες μας – Οἱ «ἄγνωστοι» στίχοι του γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό, τήν Ἁγία Σοφία, τόν πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄, τήν διχόνοια, τά στάδια τῆς Ἐπαναστάσεως
τοῦ Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
ΚΟΝΤΕΥΕΙ νά τελειώσει ὁ χρόνος, καί ἐλάχιστα γράφτηκαν καί ἐλέχθηκαν γιά τά 200 χρόνια ἀπό τήν συγγραφή τοῦ Ἐθνικοῦ μας Ὕμνου, πού συγκινεῖ, συγκλονίζει, ἐμπνέει τούς ἁπανταχοῦ τῆς Γῆς Ἕλληνες. Στόν λόφο τοῦ Στράνη, στήν Ζάκυνθο, ὁ 25 μόλις ἐτῶν μεγαλοφυής Ποιητής Διονύσιος Σολωμός, μέσα σέ ἕναν μῆνα, τόν Μάιο τοῦ 1823, συνθέτει τόν Ὕμνο μέ τόν ὁποῖο «δίδει ὄχι μόνο τόν λυρικόν του ἐνθουσιασμόν, τά κυριώτερα στάδια τῆς Ἐπαναστάσεως κατά τά δύο πρῶτα ἔτη, κατά ξηράν καί κατά θάλασσαν, τήν ἐκπολιόρκησιν τῆς Τριπολιτσᾶς… τήν πολιορκίαν τοῦ Μεσολογγίου…, τήν θανάτωσιν τοῦ Πατριάρχου, τόν κοινόν ἀγῶνα τῆς Ἑλλάδος – Ἐλευθερίας καί τῆς Θρησκείας, ἀλλά καί νουθετεῖ τούς μαχομένους Ἕλληνας κατά τῆς ἐπαράτου Διχονοίας», ὅπως γράφει ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Ν. Β. Τωμαδάκης. Καί ὁ Κ. Θ. Δημαρᾶς (1904-1992), σέ ραδιοφωνική του ὁμιλία, στίς 25 Μαρτίου 1946, εἶπε μεταξύ ἄλλων: «Ὁ Ὕμνος εἰς τήν Ἐλευθερίαν τοῦ Σολωμοῦ εἶναι –στήν ποιητική περιοχή– μιά γενναία πράξη, ὅμοια μέ τίς πράξεις τῶν συναδέλφων του στ’ ἅρματα… Εἶναι ἔργο πηγαῖο, ὁρμητικό, νεανικό –25 χρονῶν ἦταν τότε ὁ Σολωμός. Σάν νά εἶχε ὡριμάσει ἀπό καιρό μέσα του, ξεπετᾶ τώρα ἕτοιμο μονομιᾶς, ὅπως μονομιᾶς ξεπετᾶ καί ἀστράφτει ἐμπρός στά μάτια του σάν γνώριμη ἀπό καιρό ἡ μορφή τῆς Ἐλευθερίας:
Σ έ γ ν ω ρ ί ζ ω ἀπό τήν κόψη
Τοῦ σπαθιοῦ τήν τρομερή
Σ έ γ ν ω ρ ί ζ ω ἀπό τήν ὄψη
Πού μέ βία μετράει τή γῆ».
Ὁ Διονύσιος Σολωμός στόν «Ὕμνον εἰς τήν Ἐλευθερίαν» εἶναι ὁ πρῶτος πού τονίζει τήν συνέχεια τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀπό τούς ἀρχαίους χρόνους ἕως τίς ἡμέρες του, πρίν ἀπό τούς ἱστορικούς Ζαμπέλιο καί Παπαρρηγόπουλο. Σημειώνει ὅτι «ἐκφωνεῖ φιλελεύθερα τραγούδια σάν τόν Πίνδαρο.» Ἐπικαλεῖται τούς τριακόσιους τοῦ Λεωνίδα καί τονίζει στήν 78η στροφή:
«Ὦ τρακόσιοι! Σηκωθῆτε
Καί ξανάλθετε σ’ ἐμᾶς.
Τά παιδιά σας θέλ’ ἰδῆτε
Πόσο μοιάζουνε μέ σᾶς».
Ὁ Τωμαδάκης στό ἴδιο βιβλίο του γράφει, ἐπίσης, ὅτι αὐτή ἡ στροφή γιά τούς τριακόσιους τοῦ Λεωνίδα «περνᾶ πέραν ἀπό τήν ποίησιν καί ἐγγίζει τήν ἀλήθειαν τῆς Ἱστορίας, ἐπικυρώνει τήν συνέχειαν τοῦ Ἑλληνισμοῦ ἀπό τήν ἀρχαιότητα μέχρι τῆς Ἐπαναστάσεως, γεγονός τό ὁποῖον ἀκόμη δέν εἶχε τότε ἀναγνωρισθῇ ἀπό τούς Εὐρωπαίους καί ἀπό τούς ἱστορικούς, οἱ ὁποῖοι ἐνόμιζον ὅτι μέ τήν πτῶσιν τῆς Ἑλλάδος ὑπό τούς Ρωμαίους (146 π.Χ) ὑπετάγη καί ἐχάθη ὁ Ἑλληνισμός.» Οἱ Ἕλληνες, στήν συνέχεια τῆς ἱστορικῆς πορείας τους, γράφει ὁ Σολωμός, ἀγκαλιάζουν τόν Ἰησοῦ Χριστό, ὡς Λυτρωτή καί συμπαραστάτη τους. Γράφει στήν 97η στροφή:
«Μέ φωνή πού καταπείθει
Προχωρῶντας ὁμιλεῖς,
Σήμερ’ ἄπιστοι, ἐγεννήθη,
ναί, τοῦ κόσμου ὁ Λυτρωτής».
Θυμωμένος ἀπό τήν βαρβαρότητα τῶν Τούρκων στήν Κωνσταντινούπολη γράφει στίς στροφές 113 καί 114:
«Καί ἐκεῖ πού ’ ναι ἡ Ἁγία Σοφία,
Μές’ τούς λόφους τούς ἑπτά,
Ὅλα τ’ ἄψυχα κορμιά,
Βραχοσύντριφτα, γυμνά,
Σωριασμένα νά τά σπρώξῃ
Ἡ κατάρα τοῦ Θεοῦ
Κι’ ἀπό κεῖ νά τά μαζώξῃ
Ὁ ἀδελφός τοῦ φεγγαριοῦ».
Ἀφοῦ ἀναφέρει τά «περασμένα μεγαλεῖα» καί τήν μακροχρόνια σκλαβιά, σημειώνει τήν ἐθνεγερτική «πολεμόκραχτη φωνή τοῦ Ρήγα» καί τήν θυσία τοῦ Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄ μέ τήν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης. Γιά τόν Ρήγα καί τόν Σολωμό ὁ Λῖνος Πολίτης σημειώνει πώς «ἄν ὁ πρῶτος ὁραματίζεται καί προγραμματίζει τήν Ἀνάσταση τοῦ Γένους, ὁ δεύτερος ψάλλει καί ὑμνεῖ τήν πραγματοποίησή της.» Ὁ Σολωμός, γράφει ὁ Λῖνος Πολίτης, «ὅσο περνοῦν τά χρόνια, τόσο καί παίρνει ἡ πίστη του ἑλληνικότερο χρῶμα, ἀλλά καί τόσο θεμελιώνεται καί τό ἰδανικό τῆς πατρίδας στή θρησκευτική αὐτή πίστη καί παίρνει ἀπό ἐκεῖ δύναμη καί βάθος. Τό πρᾶμα αὐτό ἐκφράζεται ποιητικά στόν “Ὕμνο εἰς τήν Ἐλευθερίαν”, στίς στροφές πού περιγράφουν τήν πρώτη πολιορκία τοῦ Μεσολογγίου καί πού εἶναι ἴσως τό πραγματικό κορύφωμα τοῦ “Ὕμνου”» (στρ. 88-121)…
Ὁ φίλος τοῦ Σολωμοῦ, ὁ ὁποῖος μελοποίησε τόν Ἐθνικό μας Ὕμνο, ὁ σπουδαῖος συνθέτης καί δάσκαλος Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος (1795-1872), ἔγραψε γι’ αὐτόν: «Ἀδιάφορος πρός ἐξωτερικάς τινάς πράξεις, αἰσθάνεται ζωηρῶς τήν θρησκείαν, ἐπειδή μέ τρεῖς ἔρωτας τρέφει τήν ψυχήν του: τοῦ Θεοῦ, τοῦ πλησίον καί κάθε χριστιανικῆς ἀρετῆς». Ὁ Ἰωάννης Ἠλιούδης σέ ἄρθρο του μνημονεύει τόν καθηγητή Ν. Β. Τωμαδάκη, ὁ ὁποῖος στό λῆμμα γιά τόν Διονύσιο Σολωμό τῆς Θρησκευτικῆς καί Ἠθικῆς Ἐγκυκλοπαιδείας (Ἀθῆναι, 1967, στ. 276), ἐπισημαίνει ὅτι «πολλαί μαρτυρίαι συγχρόνων του συμφωνοῦν ὅτι ὁ Σολωμός ἐμελέτα τήν Γραφήν, τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καί ὅτι ἔψαλλε τά κείμενα τῆς Ὀρθοδόξου Ὑμνογραφίας.» Ὁ Ἰωάν. Ἠλιούδης προσθέτει ὅτι ὁ Σολωμός γνώριζε τήν βυζαντινή μουσική καί λαμβάνει τό στιχουργικό πρότυπο τοῦ Ὕμνου ἀπό τήν α΄ ὠδή τοῦ Κανόνος εἰς τό Γενέσιον τῆς Θεοτόκου τοῦ Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ: «Τῷ συντρίψαντι πολέμους».
Τῷ συντρίψαντι πολέμους / ἐν βραχίονι αὐτοῦ
Σέ γνωρίζω ἀπό τήν κόψη / τοῦ σπαθιοῦ τήν τρομερή.
Μετά τήν ἔκδοση τοῦ Ὕμνου στήν Γαλλία ἀπό τόν φιλέλληνα λαογράφο Κλώντ Φωριέλ, τυπώνεται καί στό Μεσολόγγι, τό 1825. Ὁ ἱστορικός καί ἀργότερα πρωθυπουργός τῆς Ἑλλάδος Σπυρίδων Τρικούπης διερωτᾶται: «Ἐνῷ καθένα ἀπό τά φωτισμένα Ἔθνη τῆς Εὐρώπης διαβάζει εἰς τήν γλῶσσαν του ποίημα τοῦ ὁμογενοῦς μας κυρίου Σολωμοῦ, ἐνῷ τά κάλλη αὐτοῦ τοῦ ποιήματος ἔθελξαν τῶν ξένων ἀναγνωστῶν τήν καρδίαν καί ἔπλεξαν φιλολογικόν στέφανον εἰς τήν κορυφήν τοῦ νέου ποιητοῦ μας, εἶναι δίκαιον μοναχή ἡ Ἑλλάς νά μή γνωρίζῃ ὅ,τι δοξάζει τό τέκνον της καί ὅσα ἐγράφησαν δι’ αὐτήν τήν ἰδίαν, ἐνῷ μάλιστα εἶναι ἡ τρίτη φορά ὁποῦ τώρα τυπώνεται;». Ὁ Σπ. Τρικούπης σημειώνει ὅτι ὁ ὕμνος τελειώνει προφητικά μέ τήν ἐπισήμανση τοῦ πόσο ἐπικίνδυνη εἶναι ἡ διχόνοια, πού τήν ἔβλεπε νά ἐπέρχεται καί μέ τήν ἔκκληση πρός τίς Χριστιανικές Μεγάλες Δυνάμεις τῆς Εὐρώπης νά βοηθήσουν τήν Ἑλλάδα, ὥστε νά νικήσει ὁ Σταυρός τήν Ἡμισέληνο.
Ἀναφέρουμε κάποιες ἀπό τίς τελευταῖες στροφές τοῦ Ἐθνικοῦ μας Ὕμνου.
Γιά τήν Διχόνοια, στροφές 144-147:
Ἡ διχόνοια πού βαστάει
Ἕνα σκῆπτρο ἡ δολερή,
Καθενός χαμογελάει
Πάρ’ το, λέγοντας, καί σύ.
Καί οἱ τελευταῖες στροφές γιά τούς Χριστιανούς ἡγεμόνες τῆς Εὐρώπης:
Ὦ ἀκουσμένοι εἰς τήν ἀνδρείαν!…
Καταστῆστε ἕνα Σταυρό
Καί φωνάξετε μέ μία:
Βασιλεῖς, κοιτάξτ’ ἐδῶ.
Τό σημεῖον πού προσκυνᾶτε
Εἶναι τοῦτο, καί γι’ αὐτό
Ματωμένους μᾶς κοιτᾶτε
Στόν ἀγῶνα τόν σκληρό.
Ὁ Σολωμός, ὡς ποιητής πού βλέπει μακριά, ἐπεσήμανε πολύ εὔστοχα ὅτι ἡ διχόνοια, πού μᾶς κατατρύχει ἕως καί σήμερα, ἐγκυμονεῖ γιά τόν Ἑλληνισμό πολύ μεγάλους κινδύνους, ὡς πρός τό πολυπόθητο ἀγαθό τῆς Ἐλευθερίας, καί μᾶς ἔδωσε τίς σοφές συμβουλές του, τίς ὁποῖες ἐπιβάλλεται νά τηροῦμε μέ ἀπόλυτη εὐλάβεια. Προέβλεψε, βέβαια, καί τήν πολιτική τῶν Μεγάλων Δυνάμεων, οἱ ὁποῖες παραγνωρίζουν τό Δίκαιο ἐν ὀνόματι τῶν γεωπολιτικῶν συμφερόντων τους καί τίς κάλεσε νά τιμήσουν τήν χριστιανική τους ἰδιότητα, διότι μέ τήν στάση τους οὐσιαστικά κτυποῦν τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου μας καί τήν χριστιανική μας πίστη. Αὐτήν τήν ἐπονείδιστη πολιτική τους τήν βιώσαμε καί τήν βιώνουμε μέ πόνο στήν Μεγαλόνησο Κύπρο μας. Ὁ βάρβαρος Ἀττίλας κατέχει τό 38% τοῦ ἐδάφους της καί ξερριζώνει κάθε τί τό ἑλληνικό καί τό χριστιανικό. Ἀλλά τό ζήσαμε ἔντονα καί στήν Ἑλλάδα, μετά τόν δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ὅταν οἱ σύμμαχοι, παρ’ ὅλες τίς μεγαλοστομίες τους καί τίς ὑποσχέσεις τους ὅτι «θά μοιραστοῦμε μαζί τά ἀγαθά τῆς νίκης μας», μᾶς ἐνέπαιξαν κατά ἐπαίσχυντο τρόπο. Εἶναι, δυστυχῶς, μιά πολιτική πού συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Καί ἐσωτερικά, ἡ Ἱστορία μας, ἡ Παράδοσή μας, οἱ ἀγῶνες καί οἱ θυσίες τῶν Προγόνων μας, τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄, τοῦ Ἀρχιεπισκόπου τῆς Κύπρου Κυπριανοῦ, τόσων ἄλλων Ἱεραρχῶν καί σεβαστῶν κληρικῶν, τοῦ Παπαφλέσσα, τοῦ Διάκου καί μοναχῶν, ξεχνιοῦνται, παύουν νά εἶναι μία ζωντανή καί ζωηφόρα πραγματικότητα, γίνονται μιά ἄψυχη σελίδα στά βιβλία τῆς Ἱστορίας… Ὁ ἐθνικός μας ὕμνος εἶχε περιπέτεια ἕως ὅτου καθιερωθεῖ καί, κατά μία ἐκδοχή, ἀκόμη δέν ἔχει ἀποκτήσει τυπική ἀναγνώριση… Ὁ πρῶτος βασιλιᾶς τῶν Ἑλλήνων, ὁ Βαυαρός Ὄθωνας, καθιέρωσε ὡς ἐθνικό ὕμνο τόν τῆς πατρίδας του, πού ἦταν πανομοιότυπος μέ τόν ἀγγλικό «God save the King» (Ὁ Θεός σώζοι τόν Βασιλέα).
Μέ τήν ἔλευση τοῦ Γεωργίου τοῦ Α΄, τό 1863, καί τήν Ἕνωση τῆς Ἑπτανήσου μέ τήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, ὁ Ὑπουργός τῶν Ναυτικῶν Δ. Μπουντούρης, στίς 4 Αὐγούστου 1865, ἀπευθύνει ἔγγραφο στό Ὑπουργεῖο τῶν Ἐξωτερικῶν, μέ τό ὁποῖο ζητεῖ νά καθιερωθεῖ ὡς «ἐπίσημον Ἐθνικόν ἆσμα» ὁ Ὕμνος στήν Ἐλευθερία τοῦ Διονυσίου Σολωμοῦ, σέ μουσική Νικολάου Μάντζαρου. Ὁ Ὕμνος ψάλλεται ἔκτοτε ντέ φάκτο διά τῆς ἐπικρατήσεως τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως, χωρίς νά ὑπάρχει νομική ρύθμιση μέ βασιλικό ἤ προεδρικό διάταγμα, ὅπως, μέ ἐπιφύλαξη πάντως, διατείνεται ὁ Γεώργιος Λαγανᾶς στήν σχετική ἐνδιαφέρουσα μελέτη του, «Ὕμνος εἰς τήν Ἐλευθερίαν τοῦ Διονυσίου Σολωμοῦ – Ἀπό τόν στίχο στό μέλος», Ἐκδ. τοῦ Φοίνικα, σελ. 55-57. Ἄν, βέβαια, ἐπί 160 χρόνια δέν ἔχει καθιερωθεῖ τυπικά καί ἐπίσημα ὁ ἐθνικός μας ὕμνος, πιθανότατα νά εἶναι παγκόσμια πρωτοτυπία, ὅμως ταυτόχρονα δείχνει τήν διαχρονική πίστη τοῦ λαοῦ μας στόν Ἐθνικό μας Ὕμνο καί σέ ὅ,τι Αὐτός συμβολίζει καί ἐκφράζει…
Περαίνω τό κείμενό μου ἀναφέροντας μιά οὐσιαστική σκέψη τοῦ Μίκη Θεοδωράκη γιά τόν Ἐθνικό μας Ὕμνο:
«Πέρα ἀπό τή μέγιστη λογοτεχνική του ἀξία τό συναρπαστικό ποίημα τοῦ Σολωμοῦ… εἶναι ἀπό κάθε ἄποψη ἕνα ἀπό τά πιό προοδευτικά ποιητικά ἔργα πού γράφτηκαν ποτέ στήν ἑλληνική γλῶσσα. Ὡς συνθέτης δέ, θαυμάζω τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ὁ Μάντζαρος, ὁ ὁποῖος εἶχε δώσει μαθήματα μουσικῆς στόν Σολωμό, ἀνακάλυψε καί ἔφερε στό φῶς τήν ἐσωτερική μουσική τοῦ ποιήματος, ὅταν τό μελοποίησε γιά τετράφωνη ἀνδρική χορωδία καί πιάνο… Μπορεῖ νά φανταστεῖ κανείς τήν ἑλληνική συνείδηση καί τήν ἑλληνικότητα χωρίς αὐτά τά λόγια τοῦ Σολωμοῦ γιά τήν Ἐλευθερία νά εἶναι κτῆμα ὅλων τῶν Ἑλλήνων ἐδῶ καί τόσες γενιές; Ὄχι. Ὁ Σολωμός καί ὁ Μάντζαρος ἔβαλαν τή μεγάλη τους σφραγῖδα στήν ἔννοια καί τή συνείδηση τῆς ἑλληνικότητας. Ἡ ποίηση καί ἡ μουσική, χέρι χέρι, στήν πιό μεγάλη τους ὥρα, ἐνέπνευσαν γενιές Ἑλλήνων νά ἀγωνιστοῦν, τούς ἔδειξαν καί τούς ἄνοιξαν τόν δρόμο πρός τήν Ἐλευθερία, ὅπως πάντοτε συμβαίνει…».