Βρέθηκαν σε ομαδικό τάφο τα οστά των πέντε Ελληνοκυπρίων, που βλέπουμε στη φωτογραφία-σύμβολο για την τουρκική εισβολή
«Θυμούμαι πολύ καλά, αυτή τη φωτογραφία την πήρα από το χωριό Τζιάος κατά την επέλαση των αρμάτων μάχης», λέει ο Τούρκος φωτορεπόρτερ στον Αλί Μπιράντ σε ρεπορτάζ στη Μιλιέτ, στις 23 Ιουνίου 1976.
Του Ανδρεα Παρασχου
ΛΕΥΚΩΣΙΑ. Τριάντα πέντε χρόνια τώρα τους βλέπαμε στη φωτογραφία-σύμβολο γονατιστούς, να παραδίδονται με τα χέρια ψηλά. Η αγωνία στα πρόσωπά τους παγωμένη, καθώς «δήλωναν» τραγικά παρόντες σε κάθε διαδήλωση, ρεπορτάζ και είδηση που έχει σχέση με τους αγνοούμενους της κυπριακής τραγωδίας του 1974.
Πέντε νεαροί στρατιώτες στα γόνατα, με τα χέρια πίσω από το κεφάλι κι ένας Τούρκος στρατιώτης να ανάβει το τσιγάρο στα χείλη ενός από τους πέντε. Μία κίνηση που αφήνει να εννοηθεί ότι του έδωσαν να καπνίσει το τελευταίο τσιγάρο πριν από την εκτέλεση.
Τριάντα πέντε χρόνια οι μορφές τους ανεξίτηλα αποτυπωμένες στη συλλογική μας μνήμη σαν να είναι οι γιοι, οι σύζυγοι ή οι πατεράδες που αγνοούνται για τον καθένα μας ξεχωριστά και γι' όλους μας μαζί.
Το επόμενο δευτερόλεπτο
Κι όμως 35 χρόνια τώρα, ουδείς μας είπε την ιστορία τους, τα ονόματά τους και κυρίως τι έγινε το επόμενο εκείνο δευτερόλεπτο μετά που το τσιγάρο τέλειωσε. Κροτάλισε ένα αυτόματο κι ύστερα ακούστηκαν πέντε χαριστικές βολές; Τους έδεσαν πισθάγκωνα και τους πήγανε μαζί τους οι Τούρκοι στρατιώτες ως αιχμαλώτους πολέμου; Κι αν ναι, γιατί δεν επέστρεψαν με τους άλλους αιχμαλώτους, από τις τουρκικές φυλακές, το φθινόπωρο του 1974;
Οποια και να ήταν για μας τους υπόλοιπους η απάντηση, το βασικότερο είναι ότι οι γονείς και τ' αδέλφια τους ποτέ δεν πήραν οποιοδήποτε μήνυμα ή απάντηση. Και από τότε ζούσαν καθημερινά στα μετέωρα εκείνα δευτερόλεπτα μεταξύ του τσιγάρου που τελειώνει και ενός προαναγγελθέντος θανάτου...
Εως την περασμένη Παρασκευή 7 Αυγούστου 2009, όταν στα σπίτια των πέντε παλικαριών, χτύπησε τις πόρτες η Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων (ΔΕΑ) και ενημέρωσε τις οικογένειές τους ότι τα οστά τους, μαζί με τα οστά άλλων 15 Ελληνοκυπρίων, βρέθηκαν σε πηγάδι στο τουρκοκυπριακό χωριό Τζιάος και ταυτοποιήθηκαν με τη μέθοδο του DNA.
Ταυτοποίηση
Τα οστά των υπολοίπων 14, που εικάζεται ότι είναι επίσης Ελληνοκύπριοι στρατιώτες, βρίσκονται στη διαδικασία της ταυτοποίησης.
Ποια είναι όμως η ιστορία των πέντε εκείνων παλικαριών και ποια τα ονόματα των μορφών που έγιναν αγιογραφίες στο εικονοστάσι της συλλογικής μας μνήμης;
Ποιος ήταν ο Τούρκος αξιωματικός που ήταν επικεφαλής των στρατιωτών που τους συνέλαβαν και ποιος ήταν ο Τούρκος φωτογράφος που απαθανάτισε εκείνες τις τόσο τραγικές στιγμές και τι λέει;
Η περιπετειώδης διαδρομή της φωτογραφίας
Βλέποντας κανείς τις φωτογραφίες αντιλαμβάνεται ότι ελήφθησαν είτε από Τούρκους στρατιώτες είτε από άνθρωπο που είχε την άδεια του τουρκικού στρατού.
Η πραγματικότητα είναι ότι ελήφθησαν από Τούρκο φωτορεπόρτερ ο οποίος ακολουθούσε τα τουρκικά άρματα μάχης στην προέλασή τους προς την Αμμόχωστο, στις 14 Αυγούστου. Πρόκειται για τον φωτορεπόρτερ Εργκίν Κονουκσεβέρ, ο οποίος και «παρέδωσε» τα φιλμ με τα συγκλονιστικά στιγμιότυπα που απαθανάτισε, στην ελληνοκυπριακή πλευρά… κατόπιν μιας απροσδόκητης για τον ίδιο, δραματικής εξέλιξης το ίδιο βράδυ που τραβήχτηκαν οι φωτογραφίες.
Είχε βραδιάσει και τα τανκς είχαν σταματήσει στο χωριό Τζιάος μέχρι να ξημερώσει. Ευκαιρίας δοθείσης ο Εργκίν Κονουκσεβέρ, αποφάσισε να βρει τρόπο να στείλει το δημοσιογραφικό του υλικό στην Τουρκία. Για να το κάνει αυτό θα έπρεπε να επιστρέψει στη Λευκωσία αλλά δεν είχε μέσο. Η ευκαιρία δόθηκε όταν το ίδιο βράδυ έπιασαν οι πόνοι της γέννας μια Τουρκοκυπρία και ο σύζυγός της έσπευσε να τη μεταφέρει στη Λευκωσία.
Ο οδηγός του αυτοκινήτου, λόγω σκότους, έχασε το δρόμο και σε κάποια στιγμή βρέθηκαν απέναντι από τις ελληνικές θέσεις μάχης στην περιοχή Ομορφίτας.
Δέχθηκαν πυρά, το αυτοκίνητο ακινητοποιήθηκε και ο Τούρκος φωτορεπόρτερ ο οποίος τραυματίστηκε, όπως και οι άλλοι επιβαίνοντες συνελήφθη από Ελληνοκύπριους στρατιώτες. Μεταφέρθηκαν όλοι στο Νοσοκομείο Λευκωσίας και αφού αποθεραπεύθηκαν τους άφησαν ελεύθερους.
Τα κράτησαν
Ωστόσο όπως στη συνέχεια δήλωσε ο ίδιος ο φωτορεπόρτερ, στον Τούρκο δημοσιογράφο Αλί Μπιράντ, δεν του επέστρεψαν ούτε τα φιλμ ούτε τις φωτογραφικές μηχανές.
Συγκεκριμένα στις 23 Ιουνίου 1976 ο Μεχμέτ Αλί Μπιράντ υπογράφει στην τουρκική εφημερίδα Μιλιέτ, ρεπορτάζ με τον τίτλο: «Επιτρέψτε μας να ερευνήσουμε για τους αγνοούμενους».
Ο Αλί Μπιράντ, μετά από επίσκεψή του στην Κύπρο, γράφει στο ρεπορτάζ εκείνο: «Ενα από τα προβλήματα που δημιούργησε ο πόλεμος είναι το πρόβλημα των Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων. Στην προσπάθεια να ανευρεθούν αυτά τα αγνοούμενα πρόσωπα, οι Ελληνες έχουν συστήσει μιαν Επιτροπή, η οποία εργάζεται πολύ αποτελεσματικά».
Εχει κάνει έκκληση
Ο κ. Φυσεντζίδης, εκ μέρους της Επιτροπής έχει κάνει έκκληση προς την τουρκική κοινότητα της Κύπρου και την Τουρκία να βοηθήσουν στην εξιχνίαση του προβλήματος και επικαλείται στοιχεία και φωτογραφίες για την ύπαρξη αγνοουμένων εν ζωή.
Στο ίδιο ρεπορτάζ δημοσιεύεται και η φωτογραφία των πέντε Ελληνοκυπρίων αιχμαλώτων συνοδευόμενη από κειμενολεζάντα στην οποία αναφέρονται και τα εξής: «Οι Ελληνες συνεχίζουν τη διαφώτισή τους ειδικά στο θέμα των αγνοουμένων και αιχμαλώτων, στους ξένους οι οποίοι επισκέπτονται την Κύπρο στους οποίους δίδουν έντυπα στα οποία περιλαμβάνεται και η ανωτέρω φωτογραφία. Οταν επέστρεψα στην Τουρκία ο κ. Εργκίν Κονουκσεβέρ, (σ.σ. Τούρκος φωτορεπόρτερ ο οποίος στη διάρκεια της δεύτερης εισβολής συνόδευε τα τουρκικά τανκς καθ’ οδόν προς την Αμμόχωστο), είδε τη φωτογραφία τυχαία, την αναγνώρισε αμέσως και μου είπε»: «Αυτή τη φωτογραφία την φωτογράφισα εγώ, πριν τραυματισθώ κοντά στην Ομορφίτα και συλληφθώ από τους Ελληνες. Μου κατάσχεσαν τις τρεις φωτογραφικές μηχανές και τις ταινίες. Παρά τις παραστάσεις των Ηνωμένων Εθνών δεν μου τις επέστρεψαν όταν αφέθηκα ελεύθερος. Θυμούμαι πολύ καλά, αυτή τη φωτογραφία την πήρα από το χωριό Τζιάος κατά την επέλαση των αρμάτων μάχης. Αυτοί είναι Ελληνες αιχμάλωτοι συλληφθέντες από άρμα τύπου «ΜΕΡΙΣ Ι» και ο στρατιώτης στο βάθος είναι ο δεκανέας Μουσταφά από την Σαμψούν και προσφέρει τσιγάρα εις τους αιχμαλώτους».
Αγνωστη ακόμα η τύχη 1.390 ανθρώπων
Από το 1974 μέχρι το 1977 είχα πραγματοποιηθεί πολλές διακοινοτικές συναντήσεις για το θέμα των αγνοουμένων, χωρίς ουσιαστική πρόοδο. Τα επόμενα χρόνια έγιναν διαπραγματεύσεις σε Λευκωσία, Γενεύη και Νέα Υόρκη για τη σύσταση Διερευνητικής Επιτροπής για τους Αγνοούμενους στην Κύπρο (ΔΕΑ). Η ΔΕΑ συστάθηκε τελικά τον Απρίλιο του 1981, υπό την αιγίδα των Η.Ε. Σήμερα τα τρία μέλη της ΔΕΑ είναι, από Ε/Κ πλευράς ο Ηλίας Γεωργιάδης, από Τ/Κ, η Γκουλντέν Πλουμέρ Κουτσούκ και εκ μέρους των Η.Ε. ο Κριστόφ Ζιρόντ. Το υφιστάμενο πρόγραμμα διακρίβωσης της τύχης των αγνοουμένων άρχισε το 2005 και αφορά εκταφές λειψάνων Ε/Κ και Τ/Κ αγνοουμένων στις κατεχόμενες και ελεύθερες περιοχές. Οι εκταφές και οι ανθρωπολογικές εξετάσεις πραγματοποιούνται από δικοινοτικές ομάδες Ε/Κ και Τ/Κ επιστημόνων σε συνεργασία με την ξένη μη Κυβερνητική Οργάνωση Equipo Argentino De Antropologia Forense. Oι αναλύσεις DNA πραγματοποιούνται στο Εργαστήριο Δικανικής Γενετικής του Ινστιτούτου Νευρολογίας και Γενετικής Κύπρου με τη συμμετοχή και Τ/Κ γενετιστών. Εκτός από τα λείψανα που ταυτοποιήθηκαν υπάρχουν στο ανθρωπολογικό εργαστήριο της ΔΕΑ στο αεροδρόμιο Λευκωσίας και γύρω στα 350 λείψανα Ε/Κ και Τ/Κ. Στην πλειοψηφία τους τα λείψανα φέρεται να ανήκουν σε Ε/Κ πεσόντες και όχι αγνοούμενους. Οι εκταφές συνεχίζονται τόσο στις κατεχόμενες όσο και στις ελεύθερες περιοχές. Δεν υπάρχουν ταυτοποιήσεις λειψάνων Ελλαδιτών αγνοουμένων και πεσόντων στο πλαίσιο του προγράμματος της ΔΕΑ.
Ταυτοποίηση 185 λειψάνων
Εκτός του πιο πάνω προγράμματος υπάρχει και το πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας το οποίο άρχισε το 1999. Αφορά αγνοούμενους και πεσόντες που τάφηκαν το 1974 πρόχειρα σε ομαδικούς τάφους στις ελεύθερες περιοχές και ειδικά στα κοιμητήρια Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και Λακατάμιας. Στο πλαίσιο του προγράμματος ταυτοποιήθηκαν μέχρι στιγμής 185 λείψανα. Ο αριθμός των Ελληνοκυπρίων και Ελλαδιτών αγνοουμένων του καταλόγου των 1.493 υποθέσεων που κατατέθηκαν στη ΔΕΑ και των οποίων η τύχη παραμένει αδιευκρίνιστη είναι 1390. Οι υποθέσεις Τ/Κ στη ΔΕΑ είναι 502 και αφορούν τις περιόδους 1963-64 και 1974. Μέχρι στιγμής, ταυτοποιήθηκαν τα λείψανα 44.
Η αντίδραση της Αθήνας
Η συγκλονιστική αποκάλυψη του ομαδικού τάφου με λείψανα Ελληνοκυπρίων αιχμαλώτων από τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής και κατοχής στην Κύπρο προκάλεσε την αντίδραση της Αθήνας. Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών κ. Γρηγόρης Δελαβέκουρας δήλωσε ότι «οι αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν τα εγκλήματα και την κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς και Ανθρωπιστικού Δικαίου κατά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο» και κάλεσε την Τουρκία να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την πλήρη διαλεύκανση όλων των περιπτώσεων αγνοουμένων σε εφαρμογή των σχετικών αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Από το ΠΑΣΟΚ ο κ. Ανδρέας Λοβέρδος δήλωσε ότι η Τουρκία οφείλει να δεχθεί τα εγκλήματα που διέπραξε εισβάλλοντας στην Κύπρο και να αποδεχθεί τις συνέπειες. Σε ανακοίνωση του ΚΚΕ επισημαίνεται ότι η κατοχή της Κύπρου συνεχίζεται με την ανοχή των διεθνών οργανισμών. Εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Παναγιώτης Λαφαζάνης τόνισε ότι είναι ανάγκη να ανοίξει τώρα ο φάκελος της Κύπρου. Ο εκπρόσωπος του ΛΑΟΣ κ. Κωστής Αϊβαλιώτης κατηγόρησε τις ελληνικές κυβερνήσεις ότι από το 1995 ήταν ενήμερες για τις εκτελέσεις των αγνοουμένων.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_27_11/08/2009_325303