Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2017

Μάχου Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος: Αλέξανδρος Υψηλάντης





Θ. Μαλκίδης 

Ξεκινώντας την Επανάσταση Ελευθερίας: Αλέξανδρος Υψηλάντης και  Μάχου Υπέρ Πίστεως και Πατρίδος


Στις 24 Φεβρουαρίου 1821,  ο Αλέξανδρος Υψηλάντης  εκδίδει στο Ιάσιο την προκήρυξη του Αγώνα Ελευθερίας με τον τίτλο  «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος», ενώ δύο μέρες πριν  είχε σηκώσει τη σημαία της «Αγιασμένης Επανάστασης» όπως ονομάζει το ξεσηκωμό ενάντια στην τυραννία  ο Φώτης Κόντογλου .

Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης   γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1792 και ήταν γιος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, και της Ελισάβετ το γένος Βακαρέσκου, μίας από τις μεγαλύτερες οικογένειες της Ρουμανίας. Ο Αλέξανδρος Υψηλάντης ήταν γόνος εύπορης και ισχυρής οικογένειας του Βυζαντίου με καταγωγή από τα Ύψαλα της Τραπεζούντας στον Πόντο. Ο ιστορικός της Ελληνικής Επανάστασης και γραμματέας του Δημήτριου Υψηλάντη, αρχιστράτηγου και αδελφός του αρχηγού της Επανάστασης, Ιωάννης Φιλήμονας αποτελεί σημαντική πηγή για την διαδρομή της οικογένειας Υψηλάντη. Ο Φιλήμονας αναφέρει ότι η οικογένεια Υψηλάντη μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης κατέφυγε στην αυλή των Κομνηνών της Τραπεζούντας, μαζί με άλλες ισχυρές οικογένειες της αυτοκρατορίας (οικογένεια Μουρούζη, κλπ).
Ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης, πατέρας του Αλέξανδρου, υπήρξε μέγας διερμηνέας, και μεταφραστής στρατιωτικών εγχειριδίων. Ηγεμόνας της Μολδαβίας, ήρθε σε επαφή με τους Ρώσους για να εξυπηρετήσει τα ελληνικά συμφέροντα και όταν το 1806 πληροφορήθηκε ότι οι Οθωμανοί θα το αποκεφάλιζαν κατέφυγε στη Ρωσία.
Ο Κωνσταντίνος Υψηλάντης από τον πρώτο γάμο του με τη Ραλλού Καλλιμάχη κόρη του ηγεμόνα της Μολδαβίας Ιωάννη Καλλιμάχη που αποκεφαλίστηκε το 1761, απέκτησε μία κόρη την Ελένη. Από το δεύτερο γάμο του με την Ελισάβετ Βακαρέσκου, απέκτησε τον Αικατερίνη και Μαρία, και τους Νικόλαο, το Δημήτριο, Γεώργιο, Γρηγόριο και τον Αλέξανδρο.

Το 1810 ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κατατάχτηκε με το βαθμό του ανθυπίλαρχου στο σώμα των εφίππων σωματοφυλάκων του Τσάρου Αλέξανδρου Α΄της Ρωσίας. Διακρίθηκε στους πολέμους κατά του Ναπολέοντα όπου στη μάχη της Δρέσδης, (27 Αυγούστου 1813), έχασε το δεξί του χέρι. Το 1814-1815 συμμετείχε ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπείας στο Συνέδριο της Βιέννης με τον βαθμό του υποστράτηγου.
Οι δημιουργοί της Φιλικής Εταιρίας και οι πρώτοι μυημένοι θεωρούσαν τον Υψηλάντη ως σημαντική προσωπικότητα για την επιτυχία της μυστικής οργάνωσης, η οποία είχε στόχο την απελευθέρωση του υπόδουλου ελληνικού στοιχείου.
Με την ανάληψη της αρχηγίας της Φιλικής Εταιρείας ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, περνάει τον ποταμό Προύθο στις 22 Φεβρουαρίου 1821 και υψώνει τη σημαία της Επανάστασης, στο Ιάσιο της Μολδοβλαχίας, στις 24 Φεβρουαρίου εκδίδοντας την προκήρυξη της Επανάστασης με τον τίτλο «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος».
Στις 17 Μαρτίου 1821 ο Υψηλάντης, έχοντας οργανώσει ένα γενικό σχέδιο για την Επανάσταση καθώς και σχέδιο καταστροφής του τουρκικού στόλου στην Κωνσταντινούπολη, υψώνει τη σημαία της Επανάστασης.
Ο Ιερός Λόχος καταστράφηκε στη μάχη του Δραγατσανίου στις 7 Ιουνίου 1821 και ο Υψηλάντης μαζί με υπολείμματα του στρατού του, υποχώρησαν προς τα αυστριακά σύνορα. Οι συμμαχητές του Υψηλάντη Γεωργάκης Ολύμπιος και Ιωάννης Φαρμάκης θα δώσουν την τελευταία μάχη στη Μονή Σέκου.

Ο Υψηλάντης παραδόθηκε στους Αυστριακούς, φυλακίστηκε για έξι χρόνια, απελευθερώθηκε στις 24 Νοεμβρίου 1827, και δύο μήνες μετά, στις 19 Ιανουαρίου 1828 πέθανε στη Βιέννη. Ήταν μόλις 36 ετών.

Ο Υψηλάντης, όπως γράφει ο ιστορικός της Επανάστασης Σ. Τρικούπης, «είναι παράδειγμα πατριωτισμού, θυσίασε τη λαμπρή του θέση στον αυτοκράτορα, δαπάνησε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του, έγινε όμως υποχείριος ιδιοτελών, ραδιούργων, κακόβουλων και προδοτών, αναγκαζόμενος να αγωνίζεται για να σώσει τη ζωή του…. Η μνήμη του Υψηλάντη, θα μείνει αιώνια τιμημένη για όσα επιχείρησε με θάρρος και κινδύνους, για όσα έπαθε για χάρη της πατρίδας και για την τελική ευνοϊκή έκβαση του Αγώνα που τον άρχισε πρώτος».

Τον Αγώνα θα τον κλείσει ο αδελφός του,  μία άλλη μεγάλη προσωπικότητα της Επανάστασης ο Δημήτριος Υψηλάντης στις 12 Σεπτεμβρίου 1829 στην Πέτρα της Βοιωτίας.

Υ.Γ. Η ιστορία κράτησε να δώσει τους γνωστούς της συμβολισμούς για τον Ελληνισμό, για τον Πόντο, για τον Αλέξανδρο Υψηλάντη. Στις 24 Φεβρουαρίου του 1994 το ελλαδικό κράτος δια της τότε κυβέρνησης ψηφίζοντας τον νόμο 2193, υιοθετεί την πρόταση του Μιχάλη Χαραλαμπίδη και καθιερώνει την 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης της Γενοκτονίας. Είναι η αρχή, όπως και η πράξη του Υψηλάντη το 1821, για μία άλλη «Επανάσταση», αυτή για την Ιστορία και τη Μνήμη, οι οποίες παρέμειναν (και δυστυχώς παραμένουν) στο περιθώριο  για δεκάδες χρόνια....... 











Πως ανταπέδωσε η Ελλαδική πολιτεία την προσφορά του Αλέξανδρου Υψηλάντη; 


Η περιπετειώδης πορεία που ακολούθησε η ταριχευμένη καρδιά του Υψηλάντη από τη Βιέννη στην Αθήνα  έχει μείνει στην ιστορία μέσα από ντοκουμέντα. 
«Φίλτατε αδελφέ Δημήτριε,
Νέος κτύπος κατετάραξε τας ψυχάς ημών. Ο αυτάδελφός του ημών Αλέξανδρος, (...) ετελεύτησε και εισήλθεν εις τας αιωνίους μονάς. Δια προσταγής του εκρατήσαμεν την καρδίαν του δια την πατρίδα, το οποίον και εκτελέσαμεν, ενταυτώ όμως εβαλσαμώθη και το σώμα του όπου αν η πατρίς θελήση να ενταφίαση και αυτό εν καιρώ τω προσήκοντι, να εκτελέσωμεν. Μακάρια η μνήμη του», έγραφε ο Νικόλαος, αδελφός του Αλ. Υψηλάντη εν έτει 1828 στον άλλον αδελφό του Δημήτριο.

Έτσι οι άνθρωποι του Υψηλάντη απέσπασαν την καρδιά από το σώμα του και την ταρίχευσαν, ενώ στη συνέχεια την έκρυψαν στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Βιέννη. Μερικά χρόνια αργότερα, στις 3 Απριλίου 1843 ο Γεώργιος Υψηλάντης έστειλε την καρδιά στον τότε Μητροπολιτικό Ναό της Αθήνας, την Αγία Ειρήνη της Αιόλου, ενώ στις 27 Νοεμβρίου 1859 με φροντίδα της Μαρίας Υψηλάντη -Μουρούζη οι καρδιές μεταφέρθηκαν στο παρεκκλήσι των Ταξιαρχών στο Αμαλίειο Ορφανοτροφείο Κορασίδων.

Η Μαρία Υψηλάντη έθεσε  έναν όρο όταν  εμπιστεύτηκε στον ιερέα τις καρδιές: Να μην το μάθει ποτέ η Πολιτεία, καθώς η ίδια θεωρούσε ότι το ελληνικό κράτος υπήρξε «άγνωμον προς τους Υψηλάντηδες».
Έτσι επί δεκαετίες η καρδιά του Αλέξανδρου, όπως και αυτή και του αδελφού του Γεωργίου Υψηλάντη   βρίσκονταν κλειδωμένες σε ένα ντουλάπι στο ιερό του ναού των Ταξιαρχών , χωρίς να γνωρίζει κανείς την ύπαρξή τους εκτός από τον εφημέριο Νικόλαο Μούρτζινο στον οποίο τις είχε εμπιστευθεί η χήρα του Γεωργίου Υψηλάντη, Μαρία το γένος Μουρούζη. Η επίχρυσος και η επάργυρη λήκυθος που έκρυβαν το μυστικό ανακαλύφθηκαν σχεδόν τυχαία στα τέλη του 19ου αιώνα...








Τα δε   οστά του Αλέξανδρου Υψηλάντη μεταφέρθηκαν από τη Βιέννη στο Ιάσιο και η Ρουμανική κυβέρνηση τα έστειλε στην Ελλάδα πριν από αρκετά χρόνια αεροπορικώς, όπου  παρέμειναν στα αζήτητα  επί δύο χρόνια στο τελωνείο του τότε Αεροδρομίου Ελληνικού μέσα σε μικρό ξύλινο κιβώτιο με χάλκινη επένδυση! Τα εκτελώνισε ο δικηγόρος Κ. Πλεύρης και τα παρέδωσε στη Μητρόπολη. Λέγεται, χωρίς να είναι εξακριβωμένο, ότι τα οστά του Υψηλάντη είναι θαμμένα στο προαύλιο του Ναού Παμμεγίστων Ταξιαρχών στο Πεδίον Άρεως, σε κενοτάφιο με επικλινές άγαλμα το οποίο έχει μισοκαταστραφεί...