Κοντά στην Κόρινθο σε περιοδεία του Κυβερνήτη προηγούνταν ο ταχυδρομικός διανομέας Καρδαράς, ντυμένος επίσημα με βελούδινη, χρυσοκέντητη στολή.
Ακολουθούσε έφιππος ο Καποδίστριας ντυμένος πολύ απλά και κάτισχνος από την ταλαιπωρία και την κακή διατροφή.
Ο λαός που είχε συγκεντρωθεί αυθόρμητα, νομίζοντας ότι ο Κυβερνήτης ήταν ο λαμπροφορεμένος διανομέας, τον χειροκροτούσε και εκδήλωνε σε αυτόν την αγάπη και τον θαυμασμό του.
Στην αρχή όλοι διασκέδασαν. Όμως στη συνέχεια ο Κολοκοτρώνης δεν το άντεξε. Πλησίασε τον Καποδίστρια και του είπε ότι ο λαός είχε δικαίωμα να γνωρίσει τον Κυβερνήτη του.
«Και τι θέλεις να κάμνω Θεοδωράκη;» , απάντησε ο Καποδίστριας.
«Η υπερεξοχότης του να ενδυθεί την κυβερνητική του στολή».
Έτσι, ο Καποδίστριας οδηγήθηκε σε ένα κοντινό χάνι και φόρεσε τη στολή του, η οποία όμως ήταν πολύ κατώτερη από αυτή του ταχυδρομικού διανομέα!
Ο Καποδίστριας ντυνόταν πολύ απλά. Στο Ναύπλιο έμενε σε ένα φτωχικό σπιτάκι, με σκοτεινή αυλή και ξύλινη σκάλα. Φρουρά δεν υπήρχε. Στο δωμάτιο «υποδοχής» του εργασιομανούς κυβερνήτη τα μόνα έπιπλα ήταν μια καρέκλα και ένα γραφείο.
Ήταν, βέβαια και εξαιρετικά ολιγαρκής και λιτοδίαιτος. Παράλληλα, ήταν τόσο ευαίσθητος στα βάσανα των απλών ανθρώπων, ώστε όχι μόνο δεν δέχτηκε τον μισθό που ψηφίστηκε από την Εθνοσυνέλευση για αυτόν αλλά και διέθεσε την προσωπική του περιουσία για τις ανάγκες της πατρίδας.
Βοηθούσε μάλιστα από το υστέρημα του και όσους δεν άξιζαν τη βοήθεια του. Ακόμα και οι πιο αδιάλλακτοι από τους εχθρούς του δεν τολμούσαν να αμφισβητήσουν την καθαρότητα της ιδιωτικής του ζωής.