Ο ρόλος των ΗΠΑ ως προμηθευτών LNG στην ΕΕ – Οι ρωσογερμανικές εξαρτήσεις με Nord Stream 2 και οι ευκαιρίες στην ανατολική Μεσόγειο
Του Μάριου Πούλλαδου από την Σημερινή
Mια από τις πιο σημαντικές διαστάσεις της ουκρανικής κρίσης είναι η προσπάθεια των ΗΠΑ να αναδειχθούν ως σημαντικός προμηθευτής υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Ευρώπη. Ο στόχος της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου δεν είναι μόνο η μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από το ρωσικό φυσικό αέριο. Μακροστρατηγικό σχέδιο είναι προφανώς και η κυριαρχία στην ευρωπαϊκή αγορά ως σημαντικού εξαγωγέα φυσικού αερίου. Αυτό επηρεάζει ασφαλώς έμμεσα και τα ενεργειακά δρώμενα και αποφάσεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου και της Ελλάδας.
Είναι
γνωστόν ότι πολλές χώρες της Ευρώπης εξαρτώνται από τη Ρωσία για
εισαγωγές φυσικού αερίου και, σε μικρότερο βαθμό, πετρελαίου. Σύμφωνα με
την Εurostat, πάνω από το 38% του φυσικού αερίου που χρησιμοποιούσαν τα
μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2020 εισήχθη από τη Ρωσία, σύμφωνα με την
Eurostat. Σε ολόκληρη την Ευρώπη, ωστόσο, η εξάρτηση από το ρωσικό
αέριο ποικίλλει ευρέως ανά χώρα. Ωστόσο, στην Κεντρική και Ανατολική
Ευρώπη, συμπεριλαμβανομένων των κρατών που κάποτε ήταν μέλη του
σοβιετικού μπλοκ, εξαρτώνται περίπου εξολοκλήρου από τη Ρωσία για
σημαντικές ανάγκες φυσικού αερίου.
Κίνδυνος και Nord Stream 2
Ο κίνδυνος για μια πλήρη και ξαφνική διακοπή της παροχής ρωσικού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μοιάζει προς το παρόν απίθανος. Ωστόσο, αν συνέβαινε, οι ειδικοί προειδοποιούν ότι θα ήταν επώδυνο. Η Ρωσία έχει και την επιλογή να διακόψει τις εξαγωγές φυσικού αερίου μέσω αγωγών στην Ουκρανία, μια κίνηση που θα επηρέαζε ιδιαίτερα τη Γερμανία. Η εξάρτησή της από τους αγωγούς που εδρεύουν στην Ουκρανία είναι μέρος του λόγου που «καίγεται» για τον Nord Stream 2.
Ο ρωσικός αγωγός Nord
Stream 2 είναι το project, το οποίο οι ΗΠΑ διά στόματος Νούλαντ απειλούν
να τερματίσουν στο πλαίσιο των κυρώσεων που θα επιβληθούν σε περίπτωση
εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Ο συγκεκριμένος ρωσικός αγωγός
προβλέπει ετήσια μεταφορά 55 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων φυσικού
αερίου, με το κόστος να ανέρχεται στα 11 δισεκατομμύρια δολάρια. Παρά
την αντίθεση των ΗΠΑ και τις πιέσεις περιβαλλοντολόγων, η Γερμανία
συνεχίζει να στηρίζει, λόγω ανάγκης, τον Νord Stream 2, που ξεκινά από
τη Ρωσία, παρακάμπτει την Ουκρανία και περνά τη Βαλτική Θάλασσα, για να
καταλήξει σε γερμανικό έδαφος. Ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2021.
Ωστόσο, το μπλοκάρισμα του έργου, για το οποίο ακόμη η Gazprom περιμένει
έγκριση, στο πλαίσιο των πιθανών κυρώσεων που θα επιβληθούν στη Ρωσία,
δημιουργεί στη Γερμανία μεγάλη ενεργειακή ανασφάλεια.
Επιλογές κυρώσεων και επιπτώσεις
Για τις ΗΠΑ είναι ασφαλώς δύσκολο στην παρούσα φάση να αποτρέψουν την κατασκευή του Nord Stream 2. Αναλυτές εκτιμούν ότι εναλλακτική παροχή φυσικού αερίου που θα έρθει μέσω αγωγών από τη Νορβηγία, την Ολλανδία, την Αγγλία και τη Δανία δεν θα είναι αρκετή για να καλύψει τις ανάγκες της γερμανικής οικονομίας, η οποία θα αναπτυχθεί ακόμη περισσότερο στη μεταπανδημική περίοδο. Το τεράστιο δίλημμα που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Ευρώπη την επόμενη περίοδο θα είναι η επιλογή μεταξύ του πολιτικού κόστους της ρωσικής κυριαρχίας στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου και του οικονομικού κόστους του αμερικανικού LNG.
Ως
απάντηση σε οποιαδήποτε διακοπή του εφοδιασμού από τη Ρωσία, η Δύση θα
μπορούσε να επιβάλει ποικίλες κυρώσεις κατά του ενεργειακού της τομέα.
Υπάρχουν φωνές που πιέζουν τη Δύση να καταστήσει παράνομη την αγορά
πετρελαίου και φυσικού αερίου από χώρες και εταιρείες ενεργειακούς
κολοσσούς όπως η Rosneft και η Gazprom. Υπάρχουν
σκέψεις για δραστικό περιορισμό της χρηματοδότησης και της μεταφοράς
τεχνολογίας για νέα έργα – που θεωρείται ως τρόπος να χτυπηθεί η κύρια
βιομηχανία της Ρωσίας, αποφεύγοντας τη βραχυπρόθεσμη ταλαιπωρία στις
δυτικές ενεργειακές αγορές. Ωστόσο, τυχόν περιορισμοί στο ρωσικό φυσικό
αέριο πιθανότατα θα αύξαναν περαιτέρω τις ήδη υψηλές τιμές σε ολόκληρη
την Ευρώπη.
Το δίλημμα της Μόσχας
Εμπειρογνώμονες της ενεργειακής βιομηχανίας καθώς και ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας θα υποστήριζαν ότι η Ρωσία «οπλοποιεί» ήδη το φυσικό αέριο, εμποδίζοντας επιπλέον προμήθειες, παρά τις τιμές ρεκόρ στην Ευρώπη. Αναλυτές εκτιμούν ότι η παρακράτηση περαιτέρω προμηθειών θα είχε τεράστιο κόστος για τη ρωσική οικονομία. Ωστόσο, η οικονομική της εξάρτηση από τις πωλήσεις πετρελαίου και φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι μικρότερη απ’ ό,τι ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, καθώς σήμερα υπάρχει μια παγκόσμια αγορά πετρελαίου και μια εναλλακτική αγορά φυσικού αερίου στη βορειοανατολική Ασία.
Η Ρωσία ουσιαστικά προσπαθεί να ισορροπήσει
μεταξύ οικονομικών κινήτρων για διατήρηση της ροής των ενεργειακών
προμηθειών και από την άλλη του κινήτρου ασφαλείας για τη διασφάλιση ότι
η Ουκρανία δεν θα ενταχθεί ποτέ στο ΝΑΤΟ.
Η σημασία των σταθμών υγροποίησης
Οι ενεργειακές παρενέργειες από την ουκρανική κρίση δεν είναι ανεξάρτητες από το παιχνίδι στην Ανατολική Μεσόγειο. Μετά τις προσπάθειες ματαίωσης του αγωγού EastMed μέσω του αμερικανικού non paper, η προσοχή εστιάζεται στην πρακτική μεταφοράς Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) στις ευρωπαϊκές χώρες. Την αποστολή αυτή σπεύδουν να εκτελέσουν ΗΠΑ και Κατάρ, που είναι ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός φυσικού αερίου και πρώτος εξαγωγέας LNG στον κόσμο, μετά τη Ρωσία και το Ιράν. Στο πλαίσιο αυτό, επιχειρείται να εξαλειφθούν τα προβλήματα που ενδέχεται να προκύψουν από μια διακοπή φυσικού αερίου, λόγω πιθανών κυρώσεων που θα επιβληθούν σε περίπτωση εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να ερμηνεύεται η σθεναρή υποστήριξη των ΗΠΑ σε σταθμούς υγροποίησης στην Αίγυπτο αλλά κυρίως στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης.
Οι συγκεκριμένες εγκαταστάσεις στην Ελλάδα αποτελούν πονοκέφαλο τόσο για την Μόσχα, όσο και για την Άγκυρα. Η κατασκευή τους αποτελούσε μέρος της συμφωνίας αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας ΗΠΑ και Ελλάδας. Προβλέπεται η λειτουργία πλωτών μονάδων αποθήκευσης και αεριοποίησης υγροποιημένου φυσικού αερίου. Σχεδιάζεται ότι το αεριοποιημένο LNG θα μεταφερθεί στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Σερβία και τα Σκόπια, ακόμη και στη Μολδαβία και την Ουκρανία, από τα τέλη του 2023.