ΤΟ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΦΡΟΝΗΜΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
(ΗΡΟΔΟΤΟΣ, ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ)
Είναι διαπιστωμένο, ότι οι επιχειρησιακές τακτικές στους πολέμους, αλλάζουν ως προς τον τρόπο εκδήλωσής τους αναλόγως της εποχής και των τεχνικών μέσων. Έχουν όμως κατά βάση την ίδια λογική, να επιτευχθεί δηλαδή η νίκη εναντίον του αντιπάλου με τον πλέον πρόσφορο τρόπο, με όσο το δυνατό λιγότερες ανθρώπινες απώλειες, το πιο άμεσο, ταχύτερο και καθολικό αποτέλεσμα.
Ο πιο επιτυχημένος πολεμιστής θα λέγαμε είναι αυτός, ο οποίος θα πετύχει τον στόχο του χωρίς να εμπλακεί άμεσα ή και καθόλου με τον εχθρό, θα κινηθεί αθόρυβα εναντίον του αντιπάλου, θα δράσει αθέατα και αποτελεσματικά και με τον ίδιο αθόρυβο και αθέατο τρόπο θα επιστρέψει στην βάση του. Είναι η χαρακτηριστική λογική σε περιπτώσεις ανορθοδόξου πολέμου, τον οποίο διεξάγουν τα επίλεκτα τμήματα των ειδικών δυνάμεων. Είναι όμως και μία λογική, η οποία εφαρμόζεται σε επίπεδα διπλωματίας, πολιτικής, οικονομίας, κοινωνίας και διεθνών σχέσεων από την αρχαιότητα μέχρι και την εποχή μας.
Τα επιθετικά μέσα μπορεί να είναι διάφορα όπως καθαρά στρατιωτικά, οικονομικά, κοινωνικά, διπλωματικά, βιολογικά, ψυχολογικά, πολιτικά, ειδησεογραφικά – μετάδοσης πληροφορίας ή και θρησκευτικά. Επιπλέον τα μέσα αυτά μπορεί να έχουν χρόνο εφαρμογής είτε κατά την διάρκεια της κύριας επιχείρησης είτε πρίν από την κύρια επιχείρηση, ώστε να αποδυναμωθεί ο αντίπαλος και άρα να μην χρειαστεί καθόλου η οποιαδήποτε εμπλοκή ή έστω η εμπλοκή να είναι μικρής έντασης.
Μία από τις τεχνικές αυτές του λεγόμενου ψυχολογικού πολέμου εφάρμοσε ο μεγάλος και εξαιρετικά ευφυής στρατηγός των αρχαίων Αθηναίων, ο πασίγνωστος παγκοσμίως Θεμιστοκλής ο Φρεάρριος, κατά την διάρκεια των Περσικών πολέμων, όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος και ο Πλούταρχος. Η τακτική του μάλιστα αποτελεί μέχρι και σήμερα αντικείμενο εργασιών και ερευνών σε όλον τον κόσμο.
(για λόγους συντομίας οι πηγές και τα αποσπάσματα των αρχαίων κειμένων μαζί με τις αποδόσεις στην νέα Ελληνική παρατίθενται στο τέλος του άρθρου)
Είμαστε χρονικά τοποθετημένοι στο 480 π.Χ. στην λεγόμενη δεύτερη περσική εισβολή εναντίον της Ελλάδος, όπου οι Πέρσες με αρχηγό τον Ξέρξη Α’ επιχειρούν να επιτεθούν ξανά. Ήθελαν ούτως ή άλλως να τιμωρήσουν τους Αθηναίους και τους Ερετριείς, οι οποίοι είχαν βοηθήσει τους Ίωνες να επαναστατήσουν κατά των Περσών, διότι οι Ίωνες ήταν υπόδουλοι στους Πέρσες (βλ. Ιωνική Επανάσταση), ήθελαν όμως και να αποκαταστήσουν το γόητρό τους από την συντριπτική τους ήττα το 490 π.Χ. στον Μαραθώνα. Εννοείται φυσικά, ότι επιπλέον ήθελαν να κυριεύσουν την Ελλάδα και να επεκταθούν και στην Δύση. (εδώ αξίζει να αναφερθεί, ότι μετά από τόσους αιώνες η ίδια λογική κυριαρχεί στην σημερινή Τουρκία, η οποία ταλανίζεται στο εσωτερικό της από την σύγκρουση μεταξύ Ισλαμικού και κοσμικού- Κεμαλικού κράτους. Η επεκτατική πολιτική και η χρήση πάσης φύσεως ισχύος και βίας είναι ακόμη και σήμερα χαρακτηριστικό της και κύρια νοοτροπία της. Γι’ αυτό και το αφήγημα περί εξευρωπαϊσμού και εκδημοκρατισμού της Τουρκίας είναι ένα απατηλό και επικίνδυνο όνειρο, μία κερκόπορτα, μία ανοπαία οδός ).
Έχουμε λοιπόν δύο ταυτόχρονες πολεμικές αναμετρήσεις. Η μία στο χερσαίο πεδίο γίνεται στις Θερμοπύλες με αρχηγό τον στρατηγό Λεωνίδα (Λακεδαίμονιοι) και η άλλη στην θάλασσα στο Αρτεμίσιο με αρχηγούς τους στρατηγούς Ευρυβιάδη (Λακεδαίμονιοι), Θεμιστοκλή (Αθηναίοι) και Αδείμαντο (Κορίνθιοι). Σκοπός ήταν να εμποδιστούν οι Πέρσες τόσο από ξηράς όσο και από θαλάσσης και να μην κατέβουν στις υπόλοιπες περιοχές της Νοτίου Ελλάδος. Πρώτα ολοκληρώθηκε η μάχη στις Θερμοπύλες, με το γνωστό σε όλους αποτέλεσμα υπό την αρχηγία του Λεωνίδα. Αμέσως από το σημείο εκείνο των Θερμοπυλών έφυγε ένα Ελληνικό πολεμικό πλοίο υπό τις διαταγές του Αθηναίου Αβρώνιχου, το οποίο είχε τον ρόλο του αγγελιαφόρου και πήγε να μεταφέρει το μήνυμα της εκβάσεως της μάχης των Θερμοπυλών στους Έλληνες, οι οποίοι ήταν συγκεντρωμένοι στο άλλο σημείο στην θάλασσα, στο Αρτεμίσιο.
Ήταν η τρίτη ημέρα της ναυμαχίας του Αρτεμισίου, όταν έλαβαν το μήνυμα οι Έλληνες και μάλιστα όταν η ναυμαχία έληξε. Τότε αποφάσισαν να επιστρέψουν πίσω προς την Νότια Ελλάδα, από το εσωτερικό του Ευβοϊκού κόλπου και να περιμένουν τους Πέρσες ξανά στην Σαλαμίνα για να ανακόψουν την κάθοδό τους. Ο Θεμιστοκλής είχε μία ιδέα, ώστε να μην γίνει αντιληπτή η οπισθοχώρηση του ναυτικού στόλου των Ελλήνων από τους Πέρσες και έτσι τους κυνηγήσουν. Έπρεπε να κερδίσει χρόνο παραπλανώντας τους Πέρσες. Διέταξε λοιπόν να ανάψουν οι συνηθισμένες φωτιές στις θέσεις μάχης των Ελλήνων στις παράκτιες χερσαίες θέσεις, ώστε οι Πέρσες να νομίσουν, ότι οι Έλληνες θα μείνουν εκεί και δεν θα φύγουν. Έτσι οι Έλληνες έφυγαν ανενόχλητοι προς τα πίσω, για να προλάβουν να οργανώσουν την επόμενη και νοτιότερη γραμμή αμύνης. Πρώτοι αναχώρησαν οι Κορίνθιοι και τελευταίοι έμειναν για να αναχωρήσουν οι Αθηναίοι με στρατηγό τον Θεμιστοκλή.
Στο σημείο αυτό λοιπόν και μετά, όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος και ο Πλούταρχος, διαγράφεται για άλλη μία φορά η μεγάλη πολιτική και στρατιωτική διάνοια του Θεμιστοκλή, ο οποίος αποδεικνύεται ως απόλυτος γνώστης όχι μόνο εξαιρετικών επιχειρησιακών τακτικών εν ώρα μάχης αλλά και γνώστης ψυχολογικών επιχειρήσεων εναντίον του εχθρού.
Αυτό το οποίο έκανε ήταν να διαλέξει από τον Ελληνικό στόλο τα ταχύτερα και καλύτερα πλοία των Αθηναίων και πλέοντας προς τα κάτω (Νότια) οπισθοχωρώντας σταματούσε σε όλα τα παράκτια μέρη αλλά και προς την ενδοχώρα και όπου υπήρχε πόσιμο νερό χάραζε μηνύματα στους βράχους για να τα διαβάσουν οι Ίωνες, οι οποίοι καθώς ήταν σκλαβωμένοι στους Πέρσες αναγκαστικά και δια της βίας συμμετείχαν στο πλευρό των Περσών. Ήταν παγκοσμίως η πρώτη μορφή πολεμικών προκηρύξεων. Με τα μηνύματα αυτά ο Θεμιστοκλής έλεγε στους Ίωνες (οι οποίοι ήταν σκλαβωμένοι στους Πέρσες και αναγκαστικά τους είχαν με το μέρος του να πολεμούν εναντίον των Ελλήνων) , ότι δεν είναι σωστό να πολεμάνε μαζί με τους Πέρσες εναντίον των Ελλήνων, διότι έχουν κοινή καταγωγή, είναι ομόαιμοι, ομόγλωσσοι, ομόθρησκοι και μάλιστα κάποιοι από αυτούς είναι οι πατεράδες τους ( Στην σημερινή εποχή υφίστανται σχετικές αναλογίες, τις οποίες υπό προϋποθέσεις θα μπορούσε η Ελλάδα να τις αξιοποιήσει με επιτυχία και να διαμορφώσει ένα κλίμα υπέρ της ).
Επίσης τους προέτρεπε είτε να αυτομολήσουν από τους Πέρσες και να έλθουν με το μέρος των Ελλήνων ή αν δεν μπορούν και είναι τόσο δύσκολη η θέση τους τουλάχιστον είτε να μην πολεμήσουν εναντίον των αδελφών τους Ελλήνων καθόλου ή με πολύ χαμηλό δυναμισμό ή έστω να προκαλέσουν στο εσωτερικό του Περσικού στρατού διάφορα προβλήματα και να χάσουν οι Πέρσες την συνοχή τους. Το ίδιο τους προέτρεψε να μεταφέρουν και στους Κάρες, οι οποίοι δυστυχώς ήταν και εκείνοι εγκλωβισμένοι στον Περσικό στρατό. Επίσης τους είπε, ότι η συγκεκριμένη σειρά πολεμικών συγκρούσεων με τους Πέρσες ήταν αποτέλεσμα της βοήθειας που έστειλαν οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς σε όλους τους Ίωνες της Μικράς Ασίας προκειμένου να αποτινάξουν τον Περσικό ζυγό (βλ. Ιωνική επανάσταση, 499 έως 493 π.Χ.) και άρα θα ήταν άδικο να μην βοηθήσουν καθόλου τους υπόλοιπους Έλληνες, οι οποίο μάχονταν κατά των Περσών.
Εδώ είναι ολοφάνερη η ιδιοφυία του Θεμιστοκλή, ο οποίος προσπάθησε και πέτυχε να αλλοιώσει και να αποδυναμώσει την συνοχή και την ισχύ του αντιπάλου, ώστε όταν θα ερχόταν η στιγμή της άμεσης πολεμικής εμπλοκής ήδη ο αντίπαλος να ήταν διασπασμένος, χωρίς σθένος και συνοχή, άρα θα ήταν αδύναμος και άρα πιο εύκολο να νικηθεί. Θέλησε να διεισδύσει στο μυαλό και στην καρδιά των τμημάτων του Περσικού στρατού, να τους επιβάλλει μία συγκεκριμένη ιδέα – νοοτροπία και έτσι να τους επιβάλλει μία συγκεκριμένη συμπεριφορά, την οποία ήθελε εκείνος. Με την ναυμαχία του Αρτεμισίου ο Θεμιστοκλής προετοίμασε το έδαφος για την επόμενη νικηφόρα ναυμαχία της Σαλαμίνος, η οποία έκρινε την σύγκρουση Ελλήνων και Περσών, και στιγμάτισε όλη την παγκόσμια ιστορία (αν οι Πέρσες κέρδιζαν στην ναυμαχία της Σαλαμίνος, θα είχαν επεκταθεί και στην Δύση και προφανώς η Ευρώπη σήμερα δεν θα ήταν αυτή που είναι. Το ίδιο φυσικά ισχύει μέχρι και σήμερα, όπου η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι το ανάχωμα του Τουρκικού επεκτατισμού προς την Ευρώπη. Η Ελλάδα σώζει μέχρι και σήμερα την Ευρώπη.). Προσπάθησε να κερδίσει την καρδιά των συγκεκριμένων τμημάτων του Περσικού στρατού και να τους μεταδώσει την σκέψη και την συμπεριφορά που ήθελε εκείνος και η οποία του ήταν χρήσιμη στρατιωτικά. Σκέφτηκε να ελέγξει και να διαμορφώσει τον ψυχισμό τους. Συγχρόνως θα διέλυε τον στρατό των Περσών από μέσα χωρίς καμία άμεση πολεμική συμπλοκή αλλά από μακριά. Προσπάθησε να τηλεκατευθύνει ολόκληρο τον Περσικό στρατό και να τον κάνει να συμπεριφερθεί όπως συνέφερε τους Έλληνες. Συνδύασε με τον καλύτερο τρόπο τον ψυχολογικό πόλεμο και τις κατά κυριολεξία στρατιωτικές επιχειρήσεις. Προκάλεσε την ρήξη της συνοχής των Περσών δημιουργώντας διχόνοια, έλλειψη εμπιστοσύνης, ασυμφωνία μεταξύ των στρατηγού, των διοικητών και των πολεμιστών και προϋποθέσεις απώλειας έμψυχου δυναμικού με πιθανές περιπτώσεις αυτομόλησης, όπου επιπλέον θα λάμβανε και χρήσιμες πληροφορίες. Κάτι τέτοιο προκαλεί ανασφάλεια, αμηχανία και άγχος στους Πέρσες και ακολούθως μείωση της επιθετικότητάς τους και της διάθεσης για διεξαγωγή πολέμου. Απέδειξε ο Θεμιστοκλής, ότι είχε την ικανότητα να αντιλαμβάνεται το γενικό μορφωτικό επίπεδο και γενικώς το επίπεδο αντίληψης και νοοτροπίας του Περσικού στρατού και να το επηρρεάζει. Είχε γνώση τί έπρεπε να πεί, πότε και πώς να το πεί, ώστε να ελέγξει την καρδιά των αντιπάλων. ( το ίδιο ακριβώς έκανε και αργότερα με τον Αθηναϊκό λαό με το τέχνασμα του ιερού όφεως του Παρθενώνος και του ξοάνου της θεάς Αθηνάς και τους ανάγκασε να ακολουθήσουν την σωτήρια συμβουλή του). Προσπάθησε να αξιοποιήσει τους Κάρες και τους Ίωνες ως αγωγούς διείσδυσης στον Περσικό στρατό και να προκαλέσει ρήγματα στην συνοχή του. Κατάφερε με τον τρόπο αυτό να επηρρεάσει την πηγή της λήψεως των στρατιωτικών αποφάσεων δηλαδή τον ίδιο τον αρχηγό των Περσών τον Ξέρξη Α’, καθότι η επίδραση της τακτικής του ξεκίνησε από την βάση του στρατού, δηλαδή τον απλό πολεμιστή και έφθασε μέχρι την κορυφή της ηγεσίας, δηλαδή τον αρχηγό. Ήταν σαν πέτυχε ο Θεμιστοκλής ένα προσωπικό χτύπημα κατά του Ξέρξη έστω και από μακρυά.
Είναι χαρακτηριστικό, ότι ο ίδιος ο Ηρόδοτος αναφέρει πώς ο Θεμιστοκλής με το τέχνασμα αυτό προσπάθησε να πετύχει δύο στόχους, είτε να αποσπάσει τα τμήματα των Ιώνων και των Καρών από τον Περσικό στόλο στην περίπτωση που οι Πέρσες δεν διάβαζαν τα χαραγμένα μηνύματα είτε σε αντίθετη περίπτωση, όπου θα τα διάβαζαν οι Πέρσες, τότε να καθιστούσαν τους Ίωνες και τους Κάρες ύποπτους στα μάτια των Περσών και έτσι πάλι να αποδυναμωνόταν το Περσικός στρατός, αφού δεν θα τους επιτρεπόταν να συμμετάσχουν σε άλλη πολεμική επιχείρηση. Είτε με τον έναν τρόπο είτε με τον άλλο ο Θεμιστοκλής θα πετύχαινε τον στόχο του.
Αναφορικά δε με την επιτυχία του τεχνάσματος του Θεμιστοκλή ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί, ότι είχε τελικά επιτυχία και ότι τα αποτελέσματά του φάνηκαν αμέσως μετά στην ναυμαχία της Σαλαμίνος, η οποία ακολούθησε. Μας λέει λοιπόν, ότι λίγο πρίν την έναρξη της ναυμαχίας της Σαλαμίνας μίας τριήρης των Τηνίων με διοικητή τον Παναίτιο υιό του Σωσιμένη αυτομόλησε από τους Πέρσες προς τους Έλληνες και μάλιστα τους έδωσε σε πλήρη ανάπτυξη όλο το σχέδιο των Περσών. Επίσης αναφέρει, ότι ακόμη ένα πλοίο από την Λήμνο αυτομόλησε από τους Πέρσες προς τους Έλληνες. Ακόμη ο Ηρόδοτος αναφέρει, ότι κατά την έναρξη της ναυμαχίας της Σαλαμίνος ορισμένοι από τους Ίωνες θυμήθηκαν τί τους είχε γράψει ο Θεμιστοκλής και έμειναν πίσω κατά την διάρκεια της ναυμαχίας χωρίς να συγκρουστούν με τους Έλληνες. Επιπλέον είναι χαρακτηριστικό το σημείο στην Ιστορία του Ηροδότου, όπου αναφέρεται, ότι οι Φοίνικες έκαναν παράπονα στον Ξέρξη για προδοτική συμπεριφορά των Ιώνων, η οποία είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τα πλοία τους εξ αιτίας της συμπεριφοράς αυτής.
Ο Θεμιστοκλής δικαίως έχει αναγνωρισθεί παγκοσμίως ως μία από τις μεγαλύτερες μορφές του Ελληνισμού. Οι τακτικές και οι μέθοδοί του επίσης δικαίως έχουν αποτελέσει αντικείμενο ερεύνης και μελέτης σε μεγάλες στρατιωτικές σχολές του κόσμου αλλά και σε σχολές σχετιζόμενες με διεθνείς σχέσεις, με τις κοινωνίες και με την πολιτική. Απέδειξε, ότι η Ελληνική ψυχή και διανόηση είναι αξίες και δώρα ανεκτίμητης αξίας. Μας αποδεικνύει, ότι μέχρι και σήμερα μπορούμε να αντλήσουμε ιδέες και μεθόδους για την σύγχρονη πραγματικότητα της Ελλάδος. Απέδειξε ολοκάθαρα ο Θεμιστοκλής, ότι το αντίθετο του πολέμου δεν είναι ο διάλογος αλλά η ισχυρή ικανότητα και η θέληση αποτροπής ενός εξωτερικού κινδύνου, ο οποίος κίνδυνος βασίζεται στην δύναμη και το δίκαιο του ισχυρότερου. Αυτό και μόνο αποτρέπει μια επιθετική ενέργεια και εξασφαλίζει την πολυπόθητη Ειρήνη. Αν οι Έλληνες ακολουθούσαν την τακτική του δήθεν διαλόγου μπροστά σε μία αυταρχική, αντιδημοκρατική, επεκτατική και πολεμοχαρή Περσία (όπως ακριβώς η Τουρκία σήμερα), η οποία είχε αποφασίσει, ότι θα επιτεθεί εναντίον της Ελλάδος (όπως και το έκανε) θα είχαν χάσει προ πολλού την Ελευθερία, την Δημοκρατία, τις οικογένειες, τις ζωές και την περιουσία τους και εμείς σήμερα ποιος ξέρει σε τί κατάσταση θα βρισκόμαστε. Ο διάλογος με πολεμοχαρείς, αντιδημοκρατικές και ανελεύθερες δυνάμεις είναι ματαιότητα. Ο Θεμιστοκλής απέδειξε, ότι η Ελευθερία, η Δημοκρατία και ο Πατριωτισμός είναι θεμελιώδεις αξίες, οι οποίες μάλιστα πρέπει να τυγχάνουν τιμής και προστασίας ενώ αντιθέτως νοοτροπίες και φωνές, οι οποίες υπονομεύουν την συνοχή, την Ελευθερία και το φρόνημα του Γένους, πρέπει να απομονώνονται.
Οι σημερινοί Έλληνες έχουμε υψηλό χρέος να σφυρηλατούμε και να προστατεύουμε με κάθε τρόπο και μέσον Την Πίστη, Την Ελευθερία, Την Δημοκρατία μας, την Ενότητα και την Ειρήνη, το αγωνιστικό Φρόνημά και σθένος μας, αν πραγματικά θέλουμε να μην τα χάσουμε ποτέ. Εξάλλου η Ιστορία έχει αποδείξει περίτρανα, ότι μέχρι τώρα το Γένος μας μόνο σε δύο πυλώνες μπορεί να ελπίζει και να στηρίζει την Ελευθερία του, Στον Θεό και στην αγωνιστική δύναμη της ψυχής του, σε κανέναν άλλο απολύτως.
Ρούντας Ναπ. Γεώργιος
Πηγές – βιβλιογραφία
– Εκδόσεις Πάπυρος, Τα Άπαντα των Αρχαίων Ελλήνων, αρίθμηση βιβλίου 339, Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι – Θεμιστοκλής, κεφάλαιο 9 , σελίδα 27
– Εκδόσεις Κάκτος, Σειρά Αρχαία Ελληνική Γραμματεία – Οι Έλληνες, αρίθμηση βιβλίου 51, Ηρόδοτος – Ιστορία , Βιβλίο Θ – Ουρανία, κεφάλαια 8.22 σελίδα 57, 8.82 σελίδα 115, 8.85 σελίδα 117, 8.90 σελίδα 123
– Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν του Ηλίου, ψηφιακή μορφή “Εκδόσεις Τάλως”, τόμος ΕΛΛΑΣ Α’, σελίδα 275
– Karl Von Klausewitz, “Περί του πολέμου”, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1999, από την εφημερίδα Ελευθεροτυπία