Δευτέρα 8 Φεβρουαρίου 2016

Διδακτικό εγχειρίδιο για τη Γενοκτονία.Aπάντηση στην Υπονόμευση και την Άρνηση






Η Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου – Διδακτικό εγχειρίδιο


Aπάντηση στην Υπονόμευση και την Άρνηση

Το διδακτικό εγχειρίδιο για τη Γενοκτονία των Ελλήνων με έμφαση στην περιοχή του Πόντου δημοσιεύτηκε από το Σύλλογο Ποντίων Σικάγο, «Ξενιτέας», αρχικώς στην αγγλική γλώσσα από τον R. Levinski, με επιμέλεια Θ. Μαλκίδη,   ενώ στην ελληνική έκδοση  κυκλοφόρησε σε μετάφραση και επιπλέον στοιχεία από τον Θ. Μαλκίδη.

Το εγχειρίδιο για τη Γενοκτονία αποτελεί μία προσπάθεια για να γίνει κατανοητό από τους μαθητές και τις μαθήτριες το ζήτημα του μαζικού εγκλήματος εναντίον των Ελλήνων. Ένα ζήτημα ιστορικής αλήθειας και δικαίωσης, αλλά πρωτίστως παιδείας, γνώσης και μόρφωσης, σε μία περίοδο Υπονόμευσης και Άρνησης της Γενοκτονίας. 


Παράλληλα ετοιμάζεται από τον Θ. Μαλκίδη το διδακτικό εγχειρίδιο για τη Γενοκτονία των Ελλήνων, στη Θράκη, στην Ιωνία και στον Πόντο. 

Το διδακτικό εγχειρίδιο για την Γενοκτονία, ενσωματώνει τις ακόλουθες παιδαγωγικές στρατηγικές:

-Ανάλυση των βασικών πηγών: Επίσημες αναφορές, εφημερίδες και αφηγήσεις επιζώντων. Οι δάσκαλοι μπορούν χρησιμοποιήσουν τα τεκμήρια δημιουργώντας τις δικές τους ερωτήσεις.

-Πολλαπλές πληροφορίες: Ρηματικά – γλωσσικά (π.χ. προγράμματα εργασίας, δημοσιογραφικές αναλύσεις, ποίηση και έκθεση), πολυμέσα (προβολή τέχνης), συλλογικά (μαθητικές δραστηριότητες), και προσωπικά (ατομικές σκέψεις).

-Γραφή: Εκφραστικά (δημοσιογραφικές αναλύσεις και ποίηση) και εκθέσεις.

-Ερωτηματολόγιο: Απαντήσεις σε συγκλίνουσες και αποκλίνουσες ερωτήσεις.

-Υψηλού επιπέδου σκέψεις: Αναλύσεις και εκτιμήσεις.

Ο συγγραφέας του κειμένου στην αγγλική γλώσσα Ronald Levitsky διδάσκει κοινωνικές επιστήμες στο σχολείο του Sunset Ridge, Northfield του Ιλλινόις. Έχει τιμηθεί για την εξαιρετική του διδασκαλία κατά το έτος 2005 με το βραβείο Kohl, με το βραβείο Εdward Lewis II ως δάσκαλος του 2005, με το βραβείο του Ιδρύματος συνταγματικών δικαιωμάτων του Σικάγο, και το 2006 έλαβε το βραβείο Aharonian από το πρόγραμμα εκπαίδευσης της γενοκτονίας. Επίσης ο Ronald Levitsky είναι μέλος στην Εθνική επιτροπή Κοινωνικών επιστημών.

 Ο Θεοφάνης Μαλκίδης, επιμελήθηκε  το κείμενο  στην αγγλική γλώσσα, ενώ πραγματοποίησε  τη μετάφραση, την επιμέλεια και τα συμπληρωματικά στοιχεία του διδακτικού εγχειριδίου στην ελληνική γλώσσα. 
Ο Θεοφάνης Μαλκίδης είναι μέλος της Διεθνούς Ένωσης Ακαδημαϊκών για τη Μελέτη των Γενοκτονιών και έχει τιμηθεί από διάφορους φορείς στην Ελλάδα και στο εξωτερικό για τη δραστηριότητά του σχετικά με το ζήτημα της Γενοκτονίας.

Ο πίνακας που κοσμεί το εξώφυλλο του διδακτικού εγχειριδίου για τη Γενοκτονία είναι της Έφης Μαυρίδου. Ο πίνακας είναι αποτέλεσμα της έμπνευσης της καλλιτέχνιδας από τις ιστορίες των παππούδων τις οποίες διηγήθηκαν όταν ήταν παιδί και που και αυτοί επέζησαν την γενοκτονία.




Ιστορικά τεκμήρια ) από την ελληνική έκδοση του  

διδακτικού εγχειριδίου  

"Η ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ "





Έγγραφο 1: Από το βιβλίο «Οι διώξεις των Ελλήνων στην Τουρκία πριν από τον ευρωπαϊκό πόλεμο» του Αλέξανδρου Παπαδόπουλου:
... Στην αρχή του 1914, αυτοί (οι Νεότουρκοι) χρησιμοποίησαν όλα τα πιθανά απάνθρωπα και βίαια μέσα με τα οποία στόχευσαν στην καταστροφή του Ελληνισμού. Κατ' αρχάς, προσπάθησαν να καταστρέψουν τους Έλληνες με το να επιτεθούν στην υλική ευημερία τους. Αυτό επιδίωξαν να επιτύχουν με έναν εμπορικό αποκλεισμό (μποϊκοτάζ), τον οποίο οι κυβερνήτες και οι υποκυβερνήτες τον επέβαλλαν με τη μετάβαση τους στις ελληνικές πόλεις και χωριά. 
Το μέτρο επιβλήθηκε από τους Τουρκοκρήτες (Τούρκοι από την Κρήτη) και των προσφύγων από άλλα μέρη, των οποίων καθήκον ήταν, να υιοθετηθεί η στάση τους για τα χριστιανικά καταστήματα και να αποτραπεί η είσοδος Τούρκων
 σε αυτά. (σ. 72-72)

Έγγραφο 2: Από την έκθεση του James Morgan, Βρετανό Εν ενεργεία Γενικό Πρόξενο στη Θεσσαλονίκη, 2 Ιουνίου 1914:
Οι πρόσφυγες στο πλοίο «Βασιλιάς του Βελγίου» ήταν από τρία διαφορετικά χωριά και η διαδικασία που υιοθετείται προκειμένου αυτοί να αναγκαστούν να φύγουν, φαίνεται να είναι η ίδια σε κάθε περίπτωση. Οπλισμένοι Μουσουλμάνοι θα περικύκλωναν και θα έμπαιναν στα χριστιανικά χωριά τη νύχτα και με πυροβολισμούς 
ή με το κτύπημα στις πόρτες των σπιτιών ή τις απειλές στους χωρικούς θα δημιουργούσαν μια κατάσταση πανικού μεταξύ των τελευταίων. 
Την ημέρα οι μουσουλμάνοι θα καλούσαν τους χωρικούς να αποχωρήσουν από την Τουρκία το συντομότερο δυνατόν και θα εκφράζονταν ελεύθερα οι απειλές της κατάσχεσης των αγαθών και της σφαγής . Σπάνια παρατηρήθηκε βίαιη αντίδραση από την πλευρά των χωρικών, αν και από τα τρία αυτά προσφυγικά χωριά, δέκα κάτοικοι τους είχαν σκοτωθεί. 
Μην βλέποντας καμία ελπίδα για το μέλλον και καμία παύση της μουσουλμανικής δίωξης, οι κάτοικοι 
κάθε ενός από τα τρία χωριά μάζεψαν τελικά όλα τα υπάρχοντά τους, συμπεριλαμβάνοντας τα έπιπλα 
και τις καμπάνες της εκκλησίας, και τα μετέφεραν στην ακτή και επιβιβάστηκαν χωρίς χαρτιά και χωρίς τίποτα από τα αγαθά τους, για την Ελλάδα. Τα εγκαταλειμμένα χωριά καταλήφθηκαν αμέσως από τους Μουσουλμάνους. (Γενοκτονία, 13, σελ. 50)


Έγγραφο 3: Από το βιβλίο «Η Μάστιγα της Ασίας» του George Ηorton, Αμερικανού Γενικού Προξένου στην Εγγύς Ανατολή:
«Τον Ιανουάριο του 1916, άρχισαν οι εκτοπίσεις των Ελλήνων από 
τη Μαύρη Θάλασσα. Αυτοί οι Έλληνες ήρθαν μέσω της πόλης Μερζιφούντας κατά χιλιάδες, περπατώντας για 3 ημέρες μέσα στα χιόνια και τις λάσπες και με άσχημο χειμερινό καιρό. Χιλιάδες κατέρρεαν στο δρόμο από την εξάντληση, κι άλλοι έφταναν στη Μερζιφούντα σε ομάδες σε ομάδες των πενήντα, των εκατό και των πεντακοσίων, πάντα κάτω από τη συνοδεία των Τούρκων χωροφυλάκων. Το επόμενο πρωί, οι δυστυχείς πρόσφυγες ξανάπαιρναν το δρόμο και έτσι η εξόντωσή τους με την οδοιπορία 
ήταν ακόμη πιο ριζική από τη σφαγή που είχαν υποστεί προηγούμενα οι Αρμένιοι. (σ. 194) 

Έγγραφο 4: Από μια έκθεση του υπολοχαγού Slade (του Βρετανικού ναυτικού) σχετικά με την κατάσταση κατά μήκος της νότιας ακτής της Μαύρης Θάλασσας, 11 Σεπτεμβρίου, 1919:
Συχνά συμβαίνει οι γυναίκες που έχουν αρπαχθεί και εξισλαμισθεί όπως και τα παιδιά, να βρίσκονται σε κατάσταση μάλλον καλύτερη από εκείνη που θα είχαν κάτω από την φροντίδα των δικών τους κοινοτήτων, αφού στην πλειοψηφία των περιπτώσεων οι 
οικογένειές τους δεν υπήρχαν πλέον. (Γενοκτονία, 13, σελ. 125)


Έγγραφο 5: Από μια «Έκθεση διαμαρτυρίας» του Locum Tenensτου Ελληνικού και του Αρμενικού Πατριαρχείου στη Βρετανική Υψηλή Αρμοστεία, Κωνσταντινούπολη, 
18 Οκτωβρίου 1919:
Αυτό που αντιμετωπίζουν οι Χριστιανοί σήμερα είναι η 
αποκαλούμενη "λευκή" σφαγή. aεν θα μπορούσαν να ζήσουν 
χωρίς την  καλλιέργεια των χωραφιών τους. Τα χωράφια τους ήταν έξω από  τα χωριά, και η κατάσταση ήταν τέτοια που δεν τολμούν 
να πάνε σε αυτά. 
Ο Τούρκος, όσο δειλός και ενδοτικός ήταν δέκα μήνες πριν [στο τέλος του Α’ παγκόσμιου πολέμου], 
τόσο σήμερα είναι υπερόπτης και απειλεί. (Γενοκτονία, 13, Σ. 135-136).


Έγγραφο 6: Από μια έκθεση του Stanley K. Hopkins της Οργάνωσης Περίθαλψης της Εγγύς Ανατολής, 16 Νοεμβρίου 1921:
Μετά την αναχώρησή μου από τη Σαμψούντα στο ταξίδι επιστροφής μου στο Harpoot είδα τους ηλικιωμένους Έλληνες της Σαμψούντας που είχαν εκτοπιστεί. Πολλά από αυτά τα άτομα ήταν αδύναμα, 
αλλά παρόλα αυτά πιέζονταν να περπατήσουν μία απόσταση 
τριάντα μιλίων ημερησίως και δεν υπήρχε κανένα μεταφορικό μέσο 
διαθέσιμο για εκείνους που ήταν αδύνατοι ή άρρωστοι. Δεν 
υπήρχαν τρόφιμα γι΄ αυτούς. Σε αυτό το ταξίδι πέρασα δίπλα από πολλά πτώματα Ελλήνων που βρίσκονται στην άκρη του δρόμου, οι οποίοι είχαν πεθάνει από αυτήν την έκθεση στις κακουχίες. Πολλά από αυτά τα σώματα ήταν γυναικών και κοριτσιών με τα πρόσωπα στραμμένα στον ουρανό, καλυμμένα με μύγες.. (Γενοκτονία, 13, Σ. 219-220)


Έγγραφο 7: Από το άρθρο στην εφημερίδα Παρατηρητής της Χριστιανικής Επιστήμης, 31 Μαΐου, 1922, με τίτλο «Οι σφαγές 
των Ελλήνων από τους Τούρκους συνεχίζονται», του Herbert Adams Gibbons (Τραπεζούντα Μαΐου 24):
Παρά τις επαναλαμβανόμενες κενές αρνήσεις, οι Τούρκοι της Άγκυρας ακολουθούν μια σκόπιμη και άσπλαχνη πολιτική εξολόθρευσης 
των Ελλήνων, και διαπιστώνω ότι η Τραπεζούντα έχει εκκαθαριστεί 
από τον υπόλοιπο χριστιανικό πληθυσμό. Δύο χρόνια πριν υπήρχαν εδώ 25.000 Έλληνες . Σήμερα, μεταξύ των ηλικιών 80 και 14, ανάμεσα στον ανδρικό πληθυσμό υπάρχουν μόνο 6 ιερείς και 10 πολίτες. Κανείς γιατρός, κανείς δάσκαλος δεν έχει απομείνει. Τα ελληνικά νοσοκομεία και τα ελληνικά σχολεία είναι κλειστά και ακόμη και τα ιδιωτικά μαθήματα στα σπίτια απαγορεύονται. aεν υπάρχει 
κανένας Έλληνας στις επιχειρήσεις. Οι Έλληνες ήταν το πιο ακμάζον στοιχείο εδώ, με τα όμορφα σπίτια, ένα θαυμάσιο νοσοκομείο, τις μεγάλες καλοκαιρινές βίλες στους λόφους αλλά τώρα που έχουν φύγει 
οι πατέρες και οι σύζυγοι και οι γιοι, οι γυναίκες βυθίζονται σε βαθιά φτώχεια . Βλέπω τις γυναίκες να σκάβουν χαντάκια, να δίνουν τις πέτρες στους κτίστες, να κουβαλάνε βαριά φορτία με γυμνά πόδια 
και με κουρέλια. Είναι αυτές τώρα οι εργάτες του λιμανιού. Τώρα, μετά από την απέλαση όλων των μεγαλύτερων αγοριών, η τουρκική κυβέρνηση της Άγκυρας έχει διατάξει τη βίαιη προσαγωγή των 
παιδιών από 11 μέχρι και 14 ετών. Είναι μια σπαρακτική θέα να βλέπει κάποιος τα φτωχά μικρά παιδιά
 να οδηγούνται μέσα από τους δρόμους, σαν κοπάδια ζώων, στο κυβερνείο, όπου ρίχνονται σε ένα 
ακάθαρτο υπόγειο μπουντρούμι. Περίπου 300 παιδιά συλλέχθηκαν έτσι στις 20 Μαΐου στην 
Τραπεζούντα.


Έγγραφο 8: Από άρθρο στην Εφημερίδα Καθημερινό Βήμα του Σικάγου με τίτλο «Νέες κοπέλες του Σικάγο αψηφούν το θάνατο για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες και να παλέψουν τις 
αρρώστιες στη Μικρά Ασία», Otis Swift, 31 Δεκεμβρίου 1922:
Κατά μήκος των έρημων ακτών της Μαύρης Θάλασσας, στη Σαμψούντα, Τραπεζούντα και Σινώπη όπου οι ορδές των Ελλήνων 
και Αρμένιων προσφύγων αναμένουν την εκκένωση, οι γυναίκες 
και τα κορίτσια του Σικάγου σήμερα παίζουν έναν προεξέχοντα ρόλο 
στη σκληρή εργασία της Αμερικανικής Περίθαλψης. Η δεσποινίς Charlotte R. Willard, Λεωφόρος Union 7613, βοηθός διευθυντή του ορφανοτροφείου περίθαλψης της Εγγύς Ανατολής, είναι σε έναν απομονωμένο σταθμό περίθαλψης στο Marsovan, πενήντα μίλια από τη Μαύρη Θάλασσα, όπου έχει ελέγξει την εκκένωση 2.600 ορφανών κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο μηνών. Η δεσποινίς
 Willard ελέγχει
 τώρα πλήρως το σταθμό, λόγω του θανάτου του διευθυντή George J. Williams Foxburg, PA. , ο οποίος κρυολόγησε μεταβιβάζοντας τα ορφανά πέρα από την έρημο σε μια χιονοθύελλα την προηγούμενη εβδομάδα και πέθανε μέσα σε τρεις ημέρες. Η μόνη αμερικανίδα γυναίκα στην περιοχή, αντιμετωπίζει 
το καθήκον να στείλει 5.000 ορφανά στην παραλία μέσα από δρόμους όπου καραβάνια αποκόπηκαν και ληστεύτηκαν από τα «άτακτα» σώματα σε πάρα πολλές παρόμοιες αποστολές στη διάρκεια του χειμώνα. Η aεσποινίς Elizabeth Thorn, μια εκπαιδευόμενη νοσοκόμα, υπηρετώντας στο Erivan, στην Αρμενία,
 στη σκιά του Ararat, όταν μια επιδημία ευλογιάς προκάλεσε το θάνατο 300 ανθρώπων σε μια εβδομάδα. Η επιδημία προήλθε από τα ελληνικά σκάφη αγκυροβολημένα στο Βόσπορο που μετέφεραν πρόσφυγες. Η κυβέρνηση της Άγκυρας απαγόρεψε την αποβίβαση επιπλέον προσφύγων.


Έγγραφο 9: Από τις «Μαρτυρίες Επιζώντων της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου» , (Αυστραλιανό ίδρυμα για το Ολοκαύτωμα και τη Γενοκτονία) από τον κ.Βασίλειο Αναστασιάδη:

Γεννήθηκα στην Καισαρεία στην περιοχή, Καππαδοκίας, το 1912 ... Όταν οι Τούρκοι, επιτέθηκαν στο Πελεμέτ, στους Γάλλους, τότε ήταν που τους Έλληνες και ειδικά εκείνους που εργάζονταν στους σιδηροδρόμους, μας πήγαν στην εξορία, τους άνδρες χωριστά από τις γυναίκες, και τις γυναίκες χωριστά από τα παιδιά. Τα παιδιά τα πήγαν στο Ζουγκουλταχ. aίπλα μας ήταν ένα στρατόπεδο για Έλληνες φυλακισμένους που όλοι αυτοί οι σκλάβοι εργάτες πέθαναν αργότερα εκτός από έναν. Ο μόνος επιζών ήταν ο Δημήτριος Παϊραχτάρογλου. Οι «στρατιώτες» αυτοί μας έδωσαν μέρος από τα πενιχρά δελτία τροφίμων τους, έτσι ώστε να μη πεθάνουμε από την πείνα. Όταν ειδοποιήθηκε ο Ερυθρός Σταυρός ( για την αιχμαλωσία μας ) και ήρθε να μας ψάξει, οι Τούρκοι μας μετακινούσαν στη διάρκεια της νύχτας. Ένας χριστιανός φυλακισμένος που χρησίμευε για φρουρός μας, είπε στον Ερυθρό Σταυρό πού ήμαστε κρυμμένοι, με την προϋπόθεση ότι θα τον ελευθέρωναν και αυτόν. Έτσι σώθηκαν εκατόν πενήντα παιδιά. 


Έγγραφο 10: Από το βιβλίο «Ούτε το όνομά μου» από τη συγγραφέα Thea Halo (ιστορία της μητέρας της Sano):
Σταματήσαμε στο δρόμο σαν ένας σωρός από πέτρες στο ποτάμι. Οι εξασθενημένοι εξόριστοι περνούσαν γύρω μας και συνέχιζαν την πορεία τους. Η μητέρα πήρε τη Μαρία από την πλάτη της Χριστοδούλας και την κράτησε στα χέρια, καθώς τα δάκρυά της ξέπλεναν το άψυχο πρόσωπο της Μαρίας. «Κινηθείτε!» φώναξε ένας στρατιώτης καθώς βημάτιζε προς το μέρος μας. «Το μωρό μου», είπε η μητέρα. Κράτησε τη Μαρία γυρίζοντάς την προς τον στρατιώτη 
για να τη δει, λες και περίμενε ότι θα ένιωθε και αυτός λίγο από το πόνο και την ταραχή της. «Το μωρό μου». «Πέταξε το, εάν είναι πεθαμένο!» φώναξε. «Κινηθείτε» 
«Άσε με να τη θάψω», του είπε η μητέρα κλαίγοντας και παρακαλώντας. «Πέταξε το !» Φώναξε πάλι, σηκώνοντας το μαστίγιό του, «Πέταξέ το!» Η μητέρα έσφιξε το σώμα της Μαρίας στο στήθος της καθώς σηκωνόμασταν όρθιοι κοιτάζοντάς τον έκπληκτοι. Το πρόσωπό της είχε πάρει μια βασανισμένη 
έκφραση όπως
δεν το είχα δει ποτέ πριν. Ο πατέρας ήρθε για τη Μαρία, για να την τοποθετήσει κάτω , υποθέτω, αλλά η μητέρα την κρατούσε ακόμα πιο σφιχτά. Μετά περπάτησε μέχρι το μεγάλο πέτρινο τοίχο που χώριζε την πόλη από το δρόμο και σήκωσε τη Μαρία για να την ξαπλώσει πάνω στην κορυφή του τοίχου σαν να την άφηνε πάνω σε ένα βωμό εμπρός στον Μεγαλοδύναμο.[...]