Συμπληρώνονται 78 χρόνια σήμερα από την ημέρα που οι Βούλγαροι κατακτητές εκτέλεσαν 25 κατοίκους του οικισμού των Φιλίππων, στο πλαίσιο του σχεδίου τους για την επιβολή της εξουσίας τους σε μια περιοχή που διεκδικούσαν για πολλά χρόνια. Η σφαγή ξεκίνησε στις 4 Οκτωβρίου του 1941, ολοκληρώθηκε στις 6 Οκτωβρίου και άφησε -όπως ήταν φυσικό- ανεξίτηλα σημάδια στην μνήμη των κατοίκων των Φιλίππων.
Καλοκαίρι του 1941. Οι Βουλγαρικές δυνάμεις κατοχής ξεκίνησαν από τα μεγάλα χωριά της Δράμας ένα πρόγραμμα τρομοκράτησης των κατοίκων με στόχο την οριστική επιβολή της κατοχικής εξουσίας, την υποταγή και πιθανόν τον εκβουλγαρισμό του πληθυσμού. Τέλος Σεπτεμβρίου κυκλοφόρησε η φήμη ότι ήρθε η σειρά της Καβάλας. Οι Φίλιπποι, εκείνη τη εποχή, ήταν το κεφαλοχώρι της περιοχής και έτσι ο φόβος άρχισε να κυριεύει τους κατοίκους του. Πολλοί εγκατέλειψαν τα σπίτια τους και κρύφτηκαν στους γύρω λόφους.
3η Οκτωβρίου 1941. Φεύγει από το χωριό ο Bούλγαρος πρόεδρος Μπόρις Στόεφ πληροφορώντας τους κατοίκους ότι πρόκειται να γίνει επιδρομή ανταρτών στο αεροδρόμιο του Αμυγδαλεώνα και έτσι το χωριό κινδυνεύει να γίνει πεδίο μάχης. Διαβεβαίωσε όμως ότι ο βουλγάρικος στρατός θα κάνει ότι είναι δυνατόν να προστατεύσει το χωριό. Η υπόθεση ήταν προφανώς κατασκευασμένη από τη δύναμη κατοχής αφενός γιατί δεν υπήρχαν βέβαιες πληροφορίες για δράση οργανωμένου αντάρτικου στην περιοχή, αφετέρου δε επειδή η μορφολογία του εδάφους δεν δικαιολογούσε τέτοια ενέργεια.
Τη διοίκηση του χωριού ανέλαβε ο αστυνόμος Ιβάν Στογιάνοφ με πρωτοπαλίκαρο τον χωροφύλακα Γκιόσο, που με φρίκη τους θυμόντουσαν για πολλά χρόνια στο χωριό. Το απόγευμα της ίδιας μέρας άρχισε από το αεροδρόμιο ο κανονιοβολισμός της περιοχής γύρω από το χωριό και κράτησε για μια περίπου ωραία. Η σκηνοθεσία για δήθεν απόκρουση της επίθεσης άρχισε. Στη διάρκεια της νύχτας όσοι κάτοικοι του χωριού μπόρεσαν, έφυγαν στα γύρω βουνά, πολλοί κρύφτηκαν στα πηγάδια του καπνού ή όπου αλλού νόμισαν ότι είναι ασφαλείς. Ήταν όμως και αρκετοί που δεν πίστευαν ότι θα συμβεί κάτι κακό και πως όλα τελείωσαν με τους κανονιοβολισμούς.
4η Οκτωβρίου 1941. Πριν ξημερώσει ακούστηκαν πυκνοί πυροβολισμοί στο χώρο του ιατρείου όπου στεγάζονταν ο Βουλγαρικός αστυνομικός σταθμός. Αυτοί που έμειναν κοντά στον σταθμό είδαν τους Βούλγαρους χωροφύλακες να πυροβολούν και να σπάζουν τα τζάμια του σταθμού ή να τρέχουν άσκοπα γύρω από το κτίριο και να πυροβολούν στον αέρα. Το πρωί βρήκε το χωριό σε ησυχία, δε φάνηκε να δίνεται συνέχεια στα γεγονότα της νύχτας. Μερικοί άρχισαν να πηγαίνουν στις δουλειές τους. Στις 9 άρχισε και πάλι ο κανονιοβολισμός της περιοχής από το αεροδρόμιο που κράτησε για μισή περίπου ώρα.
Κατόπιν δύο ομάδες ιππικού, η μία από τις πλαγιές του Προφήτη Ηλία και η άλλη από τον κεντρικό δρόμο πλησιάζουν το χωριό με πρόφαση την επιβολή της τάξης. Πρώτα θύματα ο Ηλίας Χατζηχαραλάμπους 18 ετών και ο Γιάννης Αρτοποιάδης 18 ετών που συλλαμβάνονται από τους στρατιώτες και μόλις τους παραδίδουν στον Στογιάνωφ τους εκτελεί. Την ίδια περίπου ώρα στον συνοικισμό του Σαρρή Καγιά σκοτώνουν στην αυλή του σπιτιού του τον ανάπηρο Χρήστο Γεωργιάδη 48 ετών. Οι Βούλγαροι έφιπποι φεύγουν για λίγο προς τα υψώματα του Βουνοχωρίου δήθεν για να κυνηγήσουν αντάρτες. Μέσα στο ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία βρίσκουν κρυμμένους και εκτελούν δύο βοσκούς , τον Γιάννη Βδέλλα 54 ετών και τον Στράτο Καυκαλίδη 64 ετών. Την ίδια ώρα στο χωριό ο Στογιάνοφ με τους χωροφύλακες του ξεκινά ένα ανεπανάληπτο όργιο. Φόνοι, λεηλασίες, αρπαγές, εμπρησμοί και βιασμοί.
Ξεκινούν από το σπίτι του Κώστα Πούλια που, αφού φόρτωσαν όλα τα υπάρχοντα σε κάρα, το παραδίδουν στις φλόγες. Η προσπάθειά τους να εντοπίσουν την οικογένεια ήταν μάταιη. Στη συνέχεια εκτελούν τον Θεμιστοκλή Μωραϊτίδη 69 ετών, την γυναίκα του Πολυξένη 52 ετών, λεηλατούν το σπίτι τους και το παραδίδουν στις φλόγες. Ακολουθεί ο βιασμός σε ένα στάβλο της Αλίκης Τσιμπερή 17 ετών και της Ξανθίππης Κλίκη 17 ετών επίσης. Στον ίδιο στάβλο οδηγούν και την υπόλοιπη οικογένεια Τσιμπερή, την Θωμαή 52 ετών, τον Κοσμά 35 ετών, τον Παναχάρη 28 ετών, την Πελαγία 22 ετών και την Κασσάνδρα 3 ετών καθώς και την Σουλτάνα Κλίκη 48 ετών και τους σκοτώνουν με χειροβομβίδες. Κατόπιν ήρθε η σειρά του συνοικισμού Πούρνατζικ. Στον δρόμο προς τον συνοικισμό συναντούν τον Γιώργο Παπαδήμα 50 ετών και τον εκτελούν. Λεηλατούν το σπίτι του Βρασίδα Παναγιωτίδη αλλά δεν βρίσκουν την οικογένειά του. Την ώρα όμως που αποχωρούσαν από το πηγάδι του καπνού ακούστηκε το κλάμα ενός μωρού. Χωρίς να διστάσουν ανοίγουν το πηγάδι και εκτελούν επί τόπου τη Φλωρεντία 42 ετών, τις κόρες της Ζωή 16 ετών και Βασιλική Μπακαλοπούλου 21 ετών μαζί με το 9 μηνών αβάπτιστο μωρό της. Ο Βρασίδας βαριά τραυματισμένος κατόρθωσε να επιζήσει.
5η Οκτωβρίου 1941. Το όργιο συνεχίζεται. Εκτελούνται ο Γιώργος Τσιρόπουλος 46 ετών, ο Απόστολος Κυριακού 50 ετών, ο Απόστολος Μηλιάδης 52 ετών ο Πέτρος Μεκίκης 32 ετών και ο Σπύρος Μυτιληναίος 55 ετών. Ο τρόμος κι ένα σύννεφο μαύρου καπνού σκεπάζουν το χωριό. Το απόγευμα της ίδιας μέρας οι στρατιώτες και οι χωροφύλακες συγκεντρώνουν όλους τους κατοίκους του χωριού στο χώρο μπροστά από τον αστυνομικό σταθμό. Απέναντι τους είναι στημένα μία σειρά πολυβόλα. Οι στιγμές είναι ιδιαίτερα κρίσιμες. Γίνονται έντονες διαβουλεύσεις μεταξύ του στρατού και της χωροφυλακής. Κάποια στιγμή οι στρατιώτες παίρνουν θέση μπροστά στα πολυβόλα. Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε ο θόρυβος μιας μηχανής και σε λίγο έφτασε ένας γερμανός στρατιώτης. Αναζήτησε τον επί κεφαλής των στρατιωτών και του παρέδωσε ένα φάκελο. Αυτός αφού τον άνοιξε και διάβασε το περιεχόμενο διέταξε αμέσως τους συγκεντρωμένους να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Την τελευταία στιγμή απετράπησαν τα χειρότερα, δηλαδή η μαζική σφαγή των κατοίκων του χωριού.
6η Οκτωβρίου 1941. Επιστρέφει στο χωριό ο Πρόεδρος Βόρις Στόεφ και συγχαίρει τον Στογιάνοφ γιατί, δήθεν, κατόρθωσε να επιβάλει την τάξη. Το απόγευμα της ίδιας μέρας μια σειρά από κάρα φορτωμένα με τα προϊόντα της λεηλασίας ξεκινά για την Καβάλα. Όμως ο χορός του αίματος δεν τελείωσε ακόμη. ΄Εξω από το χωριό στη θέση Αλώνια εκτελούν τον Γιώργο Μωραιτίδη 33 ετών. Ήταν το τελευταίο θύμα της επιχείρησης εκκαθάρισης και τρομοκρατίας των φασιστικών βουλγάρικων δυνάμεων κατοχής.
Από το βιβλίο του Πολιτιστικού Συλλόγου Φιλίππων <<ΣΕΛΙΑΝΗ – ΜΕΣΟΡΕΜΑ – ΦΙΛΙΠΠΟΙ. Ένας αιώνας >> Συγγραφή Κώστα Πούλια