Μία ακόμη σφαγή αθώων Ελλήνων από τους Γερμανούς Ναζί . Λιγκιάδες Ιωαννίνων.
Το χωριό Λιγκιάδες βρίσκεται απέναντι από τα Γιάννενα, στο βουνό Μιτσικέλι. Ο θάνατος ενός γερµανού αξιωµατικού, του αντισυνταγματάρχη Καταδρομών Γιόζεφ Ζάλμινγκερ φίλου του Χίτλερ από αντάρτες του ΕΔΕΣ, θεωρείται η αφορμή για τα αντίποινα στους Λιγκιάδες.... Ήταν 3 Οκτωβρίου του 1943 όταν έξι καμιόνια γεμάτα με Γερμανούς καταδρομείς της σκληρής μεραρχίας «Εντελβάις» εισέβαλαν στο χωριό Λιγκιάδες Ιωαννίνων και ήσαν έτοιμοι να διαπράξουν ένα αποτρόπαιο και φριχτό έγκλημα.
Η θηριωδία των γερµανικών στρατευµάτων άρχισε στις12.00 το µεσηµέρι στην Αµφιθέα. Οι Γερµανοί ανηφορίζουν στο βουνό και φθάνουν στους Λιγκιάδες. Εκείνη την ώρα στο χωριό βρίσκονταν λίγα άτοµα, οι περισσότεροι ηλικιωµένοι και µερικές γυναίκες µε τα παιδιά τους .
Τους υπόλοιπους έσωσαν τα καρύδια, που ήταν η εποχή της συγκοµιδής τους. Όταν κατόπιν επέστρεψαν στο χωριό οι εικόνες που αντίκρισαν ήταν φρικιαστικές !
Οι Γερμανοί είχαν κάψει ζωντανούς πολλούς κατοίκους εκτός από τα σπίτια τους. Η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική! Οι ναζί είχαν δημιουργήσει ένα σκηνικό φρίκης. Άλλους κατοίκους τους έκαψαν ζωντανούς και άλλους τους πυροβόλησαν εν ψυχρώ αφού τους κατέβασαν στα υπόγεια των σπιτιών τους. Μητέρες αγκαλιά με τα νεκρά παιδιά τους, ηλικιωμένοι πνιγμένοι στο αίμα και σωροί από πτώματα στην πλατεία του χωριού συνέθεταν το σκηνικό στους Λιγκιάδες μετά το πέρασμα των Γερμανοναζιστών….
Από τους 96 που µέτρησαν, 92 νεκροί, µεταξύ των οποίων 34 παιδιά ηλικίας 6 µηνών ως 11 ετών, 37 γυναίκες, 30 έως 64 ετών,και 11 άτοµα άνω των 70 ετών.
Γλίτωσαν τον θάνατο µόνο τέσσερις: ένα βρέφος, µια νεαρή γυναίκα, που τα κορµιά των συγχωριανών της την κάλυψαν πέφτοντας την ώρα του πολυβολισµού, και δύο 24χρονοι άνδρες που οι σφαίρες τούς τραυµάτισαν επιπόλαια.
Ο κ. Παναγιώτης Μπαµπούσκας, µοναδικός επιζών σήµερα, έµεινε µία ολόκληρη µέρα και νύχτα µέσα στο αίµα των εκτελεσµένων να ψάχνει να θηλάσει από το παγωµένο στήθος της νεκρής µάνας του. Το μετέφεραν μισοπεθαμένο στο νοσοκομείο του ΕΛΑΣ, είναι θαύμα το ότι επέζησε. Κλείνοντας τα τέσσερά του χρόνια έκανε τα πρώτα του βήµατα. Έφταιγε, ίσως, και το τραύµα από την ξιφολόγχη που είχε διαπεράσει την πλάτη του, σχεδόν φθάνοντας στη σπονδυλική στήλη.
Οι υπόλοιποι επιζώντες από το φρικιαστικό ολοκαύτωμα στους Λιγκιάδες δεν βρίσκονται πια στη ζωή αλλά οι μαρτυρίες τους έχουν καταγραφεί από τον Γερμανό ιστορικό Κριστόφ Σμινκ Γουστάβους.
Μαρτυρίες
Χαράλαμπος Λιούρης: «Μες στην πόρτα στάθηκε ένας Γερμανός. Άρχισε να μας πυροβολεί με το αυτόματο. Εκεί που λες, αφού τον είχα αγκαλιά, ο Νικήτας πήρε ολάκερη τη ριπή. Εδώ στο λαιμό την πήρε και κρέμασε το κεφάλι του σαν το κατσίκι που σφάζεις. Το αίμα του Νικήτα χύθηκε απάνω μου».
Ο Χρήστος Παππάς που ήταν δάσκαλος έχασε και τα τέσσερα παιδιά του! Σαν να μην έφτανε αυτό ένα μήνα μετά έζησε ξανά την τραγωδία, όταν οι εκτελεστές τον υποχρέωσαν να σκάψει στο ρημαγμένο χωριό για να δουν αν πράγματι είχαν εκτελεστεί άμαχοι.
Χρήστος Παππάς: «Πήγαμαν λοιπόν σ΄ αυτά τα σπίτια και σκάψαμαν στα συντρίμματα. Βρήκαμαν μικρά κεφαλάκια … Μπροστά από διάφορα σπίτια κείτονταν ακόμη ανθρώπινα υπολείμματα…».
Όσοι κάτοικοι επέζησαν με μεγαλείο καρδιάς και πείσμα κατάφεραν να ξαναζωντανέψουν το χωριό τους. Εκείνο τον καιρό φιλοξενήθηκαν σε διπλανά χωριά και σιγά σιγά έφτιαξαν από την αρχή το χωριό.
Κατά καιρούς οι απόγονοι των θυμάτων υπέβαλαν αιτήματα για αποζημιώσεις, αλλά κανένα δεν έχει γίνει δεκτό.
Κανένας από τους υπαιτίους του εγκλήματος δεν παραπέμφθηκε σε δίκη και δεν τιμωρήθηκε.
Στη μηνιαία αναφορά της Μεραρχίας προς το Γενικό Επιτελείο της Βέρμαχτ η επιχείρηση περιγράφεται ως εξής:
«Από το χωριό Λιγκιάδες και τα υψόμετρα 1015 και 1277 ασθενής αντίσταση του εχθρού.50 (!) πολίτες εξοντώθηκαν. Οι Λιγκιάδες αποτεφρώθηκαν. Λάφυρα, 20 μουλάρια» .
Τους υπόλοιπους έσωσαν τα καρύδια, που ήταν η εποχή της συγκοµιδής τους. Όταν κατόπιν επέστρεψαν στο χωριό οι εικόνες που αντίκρισαν ήταν φρικιαστικές !
Οι Γερμανοί είχαν κάψει ζωντανούς πολλούς κατοίκους εκτός από τα σπίτια τους. Η ατμόσφαιρα ήταν αποπνικτική! Οι ναζί είχαν δημιουργήσει ένα σκηνικό φρίκης. Άλλους κατοίκους τους έκαψαν ζωντανούς και άλλους τους πυροβόλησαν εν ψυχρώ αφού τους κατέβασαν στα υπόγεια των σπιτιών τους. Μητέρες αγκαλιά με τα νεκρά παιδιά τους, ηλικιωμένοι πνιγμένοι στο αίμα και σωροί από πτώματα στην πλατεία του χωριού συνέθεταν το σκηνικό στους Λιγκιάδες μετά το πέρασμα των Γερμανοναζιστών….
Από τους 96 που µέτρησαν, 92 νεκροί, µεταξύ των οποίων 34 παιδιά ηλικίας 6 µηνών ως 11 ετών, 37 γυναίκες, 30 έως 64 ετών,και 11 άτοµα άνω των 70 ετών.
Γλίτωσαν τον θάνατο µόνο τέσσερις: ένα βρέφος, µια νεαρή γυναίκα, που τα κορµιά των συγχωριανών της την κάλυψαν πέφτοντας την ώρα του πολυβολισµού, και δύο 24χρονοι άνδρες που οι σφαίρες τούς τραυµάτισαν επιπόλαια.
Ο κ. Παναγιώτης Μπαµπούσκας, µοναδικός επιζών σήµερα, έµεινε µία ολόκληρη µέρα και νύχτα µέσα στο αίµα των εκτελεσµένων να ψάχνει να θηλάσει από το παγωµένο στήθος της νεκρής µάνας του. Το μετέφεραν μισοπεθαμένο στο νοσοκομείο του ΕΛΑΣ, είναι θαύμα το ότι επέζησε. Κλείνοντας τα τέσσερά του χρόνια έκανε τα πρώτα του βήµατα. Έφταιγε, ίσως, και το τραύµα από την ξιφολόγχη που είχε διαπεράσει την πλάτη του, σχεδόν φθάνοντας στη σπονδυλική στήλη.
Οι υπόλοιποι επιζώντες από το φρικιαστικό ολοκαύτωμα στους Λιγκιάδες δεν βρίσκονται πια στη ζωή αλλά οι μαρτυρίες τους έχουν καταγραφεί από τον Γερμανό ιστορικό Κριστόφ Σμινκ Γουστάβους.
Μαρτυρίες
Χαράλαμπος Λιούρης: «Μες στην πόρτα στάθηκε ένας Γερμανός. Άρχισε να μας πυροβολεί με το αυτόματο. Εκεί που λες, αφού τον είχα αγκαλιά, ο Νικήτας πήρε ολάκερη τη ριπή. Εδώ στο λαιμό την πήρε και κρέμασε το κεφάλι του σαν το κατσίκι που σφάζεις. Το αίμα του Νικήτα χύθηκε απάνω μου».
Ο Χρήστος Παππάς που ήταν δάσκαλος έχασε και τα τέσσερα παιδιά του! Σαν να μην έφτανε αυτό ένα μήνα μετά έζησε ξανά την τραγωδία, όταν οι εκτελεστές τον υποχρέωσαν να σκάψει στο ρημαγμένο χωριό για να δουν αν πράγματι είχαν εκτελεστεί άμαχοι.
Χρήστος Παππάς: «Πήγαμαν λοιπόν σ΄ αυτά τα σπίτια και σκάψαμαν στα συντρίμματα. Βρήκαμαν μικρά κεφαλάκια … Μπροστά από διάφορα σπίτια κείτονταν ακόμη ανθρώπινα υπολείμματα…».
Όσοι κάτοικοι επέζησαν με μεγαλείο καρδιάς και πείσμα κατάφεραν να ξαναζωντανέψουν το χωριό τους. Εκείνο τον καιρό φιλοξενήθηκαν σε διπλανά χωριά και σιγά σιγά έφτιαξαν από την αρχή το χωριό.
Κατά καιρούς οι απόγονοι των θυμάτων υπέβαλαν αιτήματα για αποζημιώσεις, αλλά κανένα δεν έχει γίνει δεκτό.
Κανένας από τους υπαιτίους του εγκλήματος δεν παραπέμφθηκε σε δίκη και δεν τιμωρήθηκε.
Στη μηνιαία αναφορά της Μεραρχίας προς το Γενικό Επιτελείο της Βέρμαχτ η επιχείρηση περιγράφεται ως εξής:
«Από το χωριό Λιγκιάδες και τα υψόμετρα 1015 και 1277 ασθενής αντίσταση του εχθρού.50 (!) πολίτες εξοντώθηκαν. Οι Λιγκιάδες αποτεφρώθηκαν. Λάφυρα, 20 μουλάρια» .
Πηγές: ligiades.info, http://dialogoi.plato-academy.gr/uploads/699e83fc-f263-486a-9cba-c8fb26acc393.pdf