Θεοφάνης Μαλκίδης
Οι διώξεις εναντίον των Ελλήνων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης
Ένας από τους μεγαλύτερους σύγχρονους Ρώσους συγγραφείς, ο Αλεξάντερ Σολτσενίτσιν, στο έργο του “Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ”,αναφέρεται στους συγκρατούμενούς του Έλληνες, που υπέστησαν τις διώξεις του σταλινικού καθεστώτος. Έλληνες οι οποίοι μέσα σε λίγα χρόνια, αφού βίωσαν τις διώξεις στα τάγματα εργασίας των Νεότουρκων και των Κεμαλικών, περνώντας στην πρώην Σοβιετική Ένωση βίωσαν και τις διώξεις στη προπολεμική και τη μεταπολεμική σταλινική περίοδο.
Οι μαζικές διώξεις εντείνονται στα τέλη του 1936 και κορυφώνονται το 1937 και 1938. Με κριτήριο την εθνική ταυτότητα και με πρόσχημα ενίοτε την κομματική αφοσίωση εξαπολύονται εκκαθαρίσεις εναντίον των Ελλήνων. Οι διωγμοί για τους Έλληνες παίρνουν διαστάσεις γενοκτονίας. Χιλιάδες Έλληνες εκτελούνται με την κατηγορία του «εχθρού του λαού» και ολόκληρη η ελληνική ηγεσία και η πλειοψηφία των ενήλικων Ελλήνων συνελήφθη και εξοντώθηκε.
Μεγαλύτερη βιαιότητα από το καθεστώς εντοπίζεται στη νότια Ρωσία, ενώ πραγματοποιήθηκαν τέσσερα διαδοχικά κύματα μαζικών διώξεων ( Οκτώβριος 1937, Φεβρουάριος και Ιούλιος 1938 και Φεβρουάριος του 1939). Πρέπει να σημειωθεί ότι το 1937 εκδόθηκε διαταγή με την οποία επιτρεπόταν η σύλληψη ως όμηρων των συγγενών των κατηγορούμενων αλλά και η σύλληψη παιδιών έως 12 ετών και την καταδίκη τους ακόμα και με τις βαρύτερες ποινές, με απώτερο σκοπό τη διευκόλυνση της εξόντωσης των παιδιών των «εχθρών του λαού». Τα παιδιά που συλλαμβάνονταν αναγκάζονταν να αλλάξουν το όνομα τους αρνούμενα τους κατάδικους γονείς τους. Η γενοκτονία συνεχίστηκε με την εκτέλεση χιλιάδων Ελλήνων ή με την εξορία τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Σιβηρίας.
Ταυτόχρονα απαγορεύεται η λειτουργία όλων των ελληνικών ιδρυμάτων και θεσμών με πρώτες τις σχολικές μονάδες. Οι διώξεις έφτασαν σε τέτοιο βαθμό ώστε κινδύνευσε ο πλήρης αφανισμός του Ελληνισμού, με άμεσο αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής που συνδυάσθηκε με πιέσεις για εγκατάλειψη της ΕΣΣΔ από τις αρχές ήταν η δημιουργία ενός πολύ μεγάλου μεταναστευτικού κινήματος προς την Ελλάδα.
Ένα νέο κύμα εκτοπίσεων των Ελλήνων άρχισε με την έναρξη αλλά και μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου αφού ολόκληροι λαοί, μεταξύ των οποίων και ο ελληνικός, θεωρήθηκαν ύποπτοι για προδοσία και ως συνεργάτες των Ναζί εισβολέων.
Ο ιατρός Πολυχρόνης Μπουμπουρίδης από το Σοχούμι, την αρχαία Διοσκούρια, γράφει στο βιβλίο του για την «Ελληνική Επιχείρηση του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ.»: «Στις 13 με 14 Ιουνίου 1949, στις 9 η ώρα τη νύχτα, χτύπησαν οι άνθρωποι της ΕΝ ΓΚΑ ΒΕ ΝΤΕ. Εξοριζόμαστε σε μακρινές περιοχές της Σοβιετικής Ένωσης. Στην ερώτηση μας για ποιο λόγο, δεν μας απάντησαν. Βούιζε η πόλη, ούρλιαζαν τα σκυλιά. Στις πόρτες των Ποντίων περίμεναν τα φορτηγά αυτοκίνητα να τους πάρουν. Έκλαιγαν τα παιδιά και οι μανάδες. Έκλαιγαν οι γείτονες που τους έδιωχναν να μη μας βοηθήσουν».
Όσοι επέζησαν εκδιώχθηκαν προς την
ασιατική Σοβιετική Ένωση, στις περιοχές του Ουζμπεκιστάν, του Καζακστάν
και στη Νότια Σιβηρία. Οι Έλληνες των παράλιων περιοχών εκτοπίστηκαν
προς την ενδοχώρα και τις κατοικίες τους κατέλαβαν οι γηγενείς πληθυσμοί
των δημοκρατιών. Οι Έλληνες που χάθηκαν αυτό το διάστημα υπολογίζονται
σε πάνω από 47.000.
Χιλιάδες Έλληνες θα περάσουν από τα Γκουλάγκ, τα ειδικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, που δημιουργούνταν από τους ίδιους τους εξόριστους σε δύσβατες, απομακρυσμένες περιοχές, ειδικών και δύσκολων κλιματολογικών συνθηκών.Μεγάλες διώξεις θα υποστούν και οι κάτοχοι ελλαδικού διαβατηρίου, που θεωρήθηκαν συνεργάτες ξένης χώρας στο σχέδιο διάλυσης της Σοβιετικής Ένωσης, παρά το γεγονός ότι οι Έλληνες στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου θα θυσιαστούν αντιστεκόμενοι στο Ναζισμό. Ο αεροπόρος Κοκκινάκης οι 97 νεκροί του χωριού Κούμα, κοντά στο Σοχούμι, είναι ορισμένα μόνο παραδείγματα.
Μόνο μετά το θάνατο του Στάλιν και την άνοδο στη θέση του γενικού γραμματέα του Ν. Χρουστσόφ αναγνωρίστηκαν ένας μεγάλος αριθμός δολοφονιών και αποκαταστάθηκαν οι Έλληνες που είχαν σπιλωθεί με τις κατηγορίες των προδοτών.
Οι Έλληνες της Ρωσίας και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης οι οποίοι κατόρθωσαν και διατήρησαν την ταυτότητά τους παρά τις δυσκολίες, αποδεικνύουν ότι μπορούν να επιβιώσουν. Όχι μόνο ως μέρος μίας ζωντανής πολιτισμικής ομάδας στο χώρο της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, αλλά ως ολότητα του ελληνικού λαού, με παρουσία και δραστηριότητα για την ανάδειξη του ζητήματος των διώξεων. Το οφείλουν στους προγόνους τους, θύματα της Γενοκτονίας στο Οθωμανικό κράτος και το Κεμαλικό καθεστώς, το οφείλουν στα θύματα των διώξεων στην πρώην Σοβιετική Ένωση.
Υ.Γ. Το κείμενο είναι αφιερωμένο στις οικογένειες των συγγενών μας Σταύρου Χαραλαμπίδη και Πολυχρόνη Πουμπουρίδη, οι οποίες μαζί με χιλιάδες άλλες Ελληνικές ακολούθησαν την επίπονη πορεία διωγμών, Πόντος- Ρωσία-Ουκρανία- Γεωργία- Ελλάδα- Ουζμπεκιστάν-Ελλάδα…..
H συνέντευξη στο ραδιοφωνικό σταθμό Μετρόπολις