Ο Ελληνισμός της Ουκρανίας και της Ρωσίας και
το χρέος μας .
Ο
Ελευθέριος Παυλίδης, πρόεδρος της
ελληνικής κοινότητας Οδησσού στις αρχές
του 20ου αιώνα, στο μεγάλης σημασίας
του βιβλίο για τον Ελληνισμό της Ρωσίας,
τονίζει στην εισαγωγή του ότι «κανενός
τμήματος του εν διασπορά Ελληνισμού η
ιστορία δεν συνδέεται τόσον στενά με
την καθόλου ιστορίαν του Ελληνικού
Έθνους, όσον στενά και αδιάσπαστα είναι
συνδεδεμένην με αυτήν η ιστορία του
Ελληνισμού της Ρωσίας. Και όχι μόνον με
την αρχαίαν ημών ιστορίαν συνδέεται η
ιστορία του Ελληνισμού της Ρωσίας, αλλά
και με την ιστορία της νεωτέρας Ελλάδος
συνδέεται στενώτατα, και αυτή δε η ιδεά
της συστηματικής οργανώσεως των ενεργειών
δια την ανεξαρτησίαν του Έθνους, ύστερα
από πολλών αιώνων δουλείαν, εγεννήθη
και εξεκολάφθη εις τα σπλάχνα του
Ελληνισμού της Ρωσίας».
H
παρουσία των Ελλήνων στο Bόρειο Eύξεινο
Πόντο, στις ρωσικές ακτές ανάγεται στα
μυθικά χρόνια και συνδέεται με τα ονόματα
του Προμηθέα, του Φρίξου, του Hρακλή, των
Aργοναυτών και άλλων ηρώων, γεγονός που
αποδεικνύει ότι η περιοχή ήταν γνωστή
στους ελληνικούς πληθυσμούς. Μία περιοχή
στην οποία εγκαταστάθηκαν ελληνικοί
πληθυσμοί οι οποίοι διαδραμάτισαν
πρωταγωνιστικό ρόλο στην εξέλιξη της
ελληνικής ιστορίας, και ειδικότερα
στην εθνική παλιγγενεσία του 1821.
Μετά
από δύσκολες περιόδους, τόσο στη Ρωσία,
τη Γεωργία, την Ουκρανία, την Αρμενία
και αργότερα στη Σοβιετική Ένωση, ο
Ελληνισμός αντιστάθηκε διατηρώντας
την ταυτότητά του. Ο χώρος αυτός για
πολλά χρόνια ήταν τόπος αναζήτησης
εργασίας αλλά και καταφύγιο για τους
διωκόμενους από τη Γενοκτονία των
Νεότουρκων και των Κεμαλικών, Ελλήνων.
Τα πρώτα χρόνια μετά το 1917, οι Έλληνες
που ζούσαν στη Σοβιετική Ένωση, πέρασαν
μια “άνοιξη”, αφού το νέο καθεστώς
επέτρεψε να ιδρυθούν σχολεία και να
αναδειχεθεί η εθνική ταυτότητα. Οι
Έλληνες οργάνωσαν πολιτιστικούς
συλλόγους, ενώσεις, τύπωσαν εφημερίδες,
περιοδικά και βιβλία, ενώ οι Έλληνες
που ήρθαν μετά τη Γενοκτονία, έδωσαν
και αυτοί με τη σειρά τους νέα ώθηση.
Γρήγορα όμως και ιδιαίτερα μετά την
άνοδο στην εξουσία του Στάλιν, εφαρμόστηκε
ένα μεγάλο πρόγραμμα εξόντωσης των
Ελλήνων, με το πρόσχημα της κίνησης
τους για δημιουργία ανεξάρτητου κράτους
στα πλαίσια της Σοβιετικής Ένωσης.
Οι
μαζικές διώξεις εντείνονται στα τέλη
του 1936 και κορυφώνονται το 1937 και 1938. Με
κριτήριο την εθνική ταυτότητα και με
πρόσχημα ενίοτε την κομματική αφοσίωση
εξαπολύονται εκκαθαρίσεις εναντίον
των Ελλήνων. Οι διωγμοί
για τους Έλληνες παίρνουν διαστάσεις
γενοκτονίας. Χιλιάδες Έλληνες εκτελούνται
με την κατηγορία του «εχθρού του λαού».
Ολόκληρη η ελληνική ηγεσία και η
πλειοψηφία των ενήλικων Ελλήνων συνελήφθη
και εξοντώθηκε. Μεγαλύτερη βιαιότητα
από το καθεστώς εντοπίζεται στη νότια
Ρωσία, ενώ πραγματοποιήθηκαν τέσσερα
διαδοχικά κύματα μαζικών διώξεων (
Οκτώβριος 1937, Φεβρουάριος και Ιούλιος
1938 και Φεβρουάριος του 1939). Ταυτόχρονα
απαγορεύεται η λειτουργία όλων των
ελληνικών ιδρυμάτων και θεσμών με πρώτες
τις σχολικές μονάδες. Πρέπει να σημειωθεί
ότι το 1937 εκδόθηκε διαταγή με την οποία
επιτρεπόταν η σύλληψη ως όμηρων των
συγγενών των κατηγορούμενων αλλά και
η σύλληψη παιδιών έως 12 ετών και την
καταδίκη τους ακόμα και με τις βαρύτερες
ποινές, με απώτερο σκοπό τη διευκόλυνση
της εξόντωσης των παιδιών των «εχθρών
του λαού». Τα παιδιά που συλλαμβάνονταν
αναγκάζονταν να αλλάξουν το όνομα τους
αρνούμενα τους κατάδικους γονείς τους.
Η γενοκτονία συνεχίστηκε με την εκτέλεση
χιλιάδων Ελλήνων ή με την εξορία τους
στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Σιβηρίας.
Τον Αύγουστο του 1938 έκλεισαν
όλα τα ελληνικά σχολεία ενώ η διδασκαλία
άρχισε να γίνεται στη ρωσική γλώσσα και
κάποιες φορές και στη γλώσσα της
δημοκρατίας στην οποία ζούσαν. Η
προπαγανδιστική διδασκαλία εφαρμόζεται
κατά γράμμα ενώ η σύνθεση των μαθητών
είναι πολυεθνική με σκοπό τον «εκσοβιετισμό»
των νέων πολιτών. Αντίστοιχη κατάληξη
είχαν και οι εκκλησίες οι οποίες όσες
δεν κατεδαφίστηκαν μετατράπηκαν σε
κοινόβια, στάβλους, γυμναστήρια και
αποθήκες. Οι διώξεις έφτασαν σε τέτοιο
βαθμό ώστε κινδύνευσε ο πλήρης αφανισμός
του Ελληνισμού από τα εδάφη στα οποία
διέμενε επί 2.500 χρόνια.
Ένα νέο κύμα εκτοπίσεων των
ελλήνων άρχισε με την έναρξη του Β’
Παγκόσμιου Πολέμου αφού ολόκληροι λαοί
θεωρήθηκαν ύποπτοι για προδοσία. Όσοι
επέζησαν εκδιώχθηκαν προς την στις περιοχές του
Ουζμπεκιστάν, του Καζακστάν και στη
Νότια Σιβηρία. Οι Έλληνες των παραλίων
περιοχών εκτοπίστηκαν προς την ενδοχώρα,
και τις κατοικίες τους κατέλαβαν οι
γηγενείς πληθυσμοί των δημοκρατιών. Οι
Έλληνες που χάθηκαν αυτό το διάστημα
υπολογίζονται σε πάνω από 47.000.
Μ’
αυτό το πρόσχημα που μόλις στη δεκαετία
του 1950 αποκαλύφθηκε η πλαστότητά του,
έγινε προσπάθεια εξάλειψης της ελληνικής
εθνικής ταυτότητας και συγχώνευση της
γλώσσας των μειονοτήτων σε κοινή γλώσσα.
Χιλιάδες Έλληνες θα περάσουν από τα
γκούλαγκ, τα ειδικά στρατόπεδα
συγκέντρωσης, που δημιουργούνταν από
τους ίδιους τους εξόριστους σε δύσβατες,
απομακρυσμένες περιοχές, ειδικών και
δύσκολων κλιματολογικών συνθηκών.Μεγάλες
διώξεις θα υποστούν οι κάτοχοι ελλαδικού
διαβατηρίου, που θεωρήθηκαν συνεργάτες
ξένης χώρας στο σχέδιο διάλυσης της
Σοβιετικής Ένωσης, παρά το γεγονός ότι
οι Έλληνες στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου
Πολέμου θα θυσιαστούν αντιστεκόμενοι
στο Ναζισμό. Ο αεροπόρος Κοκκινάκης οι
97 νεκροί του χωριού Κούμα, κοντά στο
Σοχούμι, είναι ορισμένα παραδείγματα.
Μόνο
μετά το θάνατο του Στάλιν και την άνοδο
στη θέση του γενικού γραμματέα του Ν.
Χρουστσόφ αναγνωρίστηκαν ένας μεγάλος
αριθμός δολοφονιών και αποκαταστάθηκαν
οι Έλληνες που είχαν σπιλωθεί με τις
κατηγορίες των προδοτών.
Όλη
αυτή την περίοδο και μέχρι το 1985 η έλευση
των Ελλήνων από την Σοβιετική Ένωση
στην Ελλάδα ήταν πολύ δύσκολη έως
αδύνατη, μια και ψυχροπολεμικοί λόγοι
δεν επέτρεπαν καμιά επικοινωνία, αλλά
και λόγω ότι το ίδιο το ελλαδικό κράτος
αρνούνταν την ύπαρξη αυτού του Ελληνισμού.
Αμέσως
όμως μετά την ανάληψη της εξουσίας από
τον Μιχαήλ Γκορμπατσώφ το 1985 και την
υιοθέτηση της πολιτικής της περεστρόικα
και της γκλάσνοστ έγιναν κινήσεις
φιλελευθεροποίησης που επέτρεψαν τους
Έλληνες, ενώ με τη διάλυση της πρώην
ΕΣΣΔ η πλειοψηφία τους ήρθε στην Ελλάδα.
Οι
Έλληνες της Ρωσίας και της Σοβιετικής
Ένωσης οι οποίοι κατόρθωσαν και διατήρησαν
την ταυτότητά τους παρά τις δυσκολίες,
αποδεικνύουν ότι μπορούν να επιβιώσουν.
Όχι μόνο ως μέρος μίας ζωντανής
πολιτισμικής κοινότητας, αλλά ως ολότητα
του ελληνικού λαού, με παρουσία και
δραστηριότητα για την ανάδειξη του
ζητήματος των διώξεων στην
πρώην Σοβιετική Ένωση. Το οφείλουν στους
προγόνους τους, θύματα της Γενοκτονίας
στο Οθωμανικό κράτος και το Κεμαλικό
καθεστώς, το οφείλουν στα θύματα των
διώξεων στην πρώην Σοβιετική Ένωση.
Η συνέντευξη στον τηλεοπτικό σταθμό Σταρ