Δευτέρα 20 Μαΐου 2024

Το καθήκον μας για την αναγνώριση της Γενοκτονίας

 


Θεοφάνης Μαλκίδης


Διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου, μέλος της Διεθνούς Ένωσης Μελετητών των Γενοκτονιών


 Το καθήκον μας για την αναγνώριση της Γενοκτονίας 


Από τις συνεντεύξεις σε τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς


Η έννοια «γενοκτονία», από τις ελληνικές λέξεις γένος και κτείνω (φονεύω)  εκφράζεται για πρώτη φορά το 1944 από τον διασωθέντα του Ολοκαυτώματος Ραφαήλ Λέμκιν , ο οποίος για να στηρίξει τα επιχειρήματά του  αναφέρθηκε και στη  μαζική εξόντωση των Ελλήνων και των Αρμενίων.  Η Γενοκτονία αποτέλεσε και το κύριο όρο στο κατηγορητήριο για  τη Δίκη της Νυρεμβέργης, όπου καταδικάστηκαν οι Ναζί.



Μετά την απόφαση του Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ασχολείται το 1946, με το ζήτημα της « πρόληψης και της καταστολής του εγκλήματος της Γενοκτονίας» επιφορτίζοντας το Οικονομικό και το Κοινωνικό συμβούλιο,   την  επιτροπή ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μία  επιτροπή από   ειδικούς, στους οποίους ανήκε και ο  Λέμκιν να αναλάβει την  εκπόνηση  μελέτης  εν όψει της προετοιμασίας ενός σχεδίου σύμβασης για τη γενοκτονία. Το σχέδιο σύμβασης ψηφίστηκε από τα μέλη του  ΟΗΕ  το 1948  ως  Συνθήκη για την πρόληψη και την καταστολή  του εγκλήματος της γενοκτονίας. 

Σύμφωνα με τη συνθήκη  (άρθρο 2 ), «Γενοκτονία σημαίνει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες πράξεις οι οποίες διαπράττονται με την πρόθεση καταστροφής, εν όλω ή εν μέρει, μίας εθνικής, εθνοτικής, φυλετικής ή θρησκευτικής ομάδας ως τέτοιας α) ανθρωποκτονία μελών της ομάδας, β) πρόκληση βαρείας σωματικής ή διανοητικής βλάβης σε μέλη της ομάδας γ) με πρόθεση επιβολή  επί της ομάδας συνθηκών ζωής υπολογισμένων να επιφέρουν τη φυσική καταστροφή της εν όλω ή εν μέρει, δ) επιβολή μέτρων που σκοπεύουν στην παρεμπόδιση των γεννήσεων εντός της ομάδας ε) δια της βίας μεταφορά παιδιών της ομάδας σε άλλη ομάδα».  

Η Γενοκτονία σύμφωνα με τη Συνθήκη αφορά ένα έγκλημα που αποβλέπει στη συστηματική, με βίαια ως επί το πλείστον μέσα, επιδιωκόμενη εξόντωση ολόκληρης φυλής ή τμήματος αυτής σε ορισμένο τόπο και πρόκειται για ένα  έγκλημα, το οποίο δεν έχει συνάρτηση με πολεμικές συγκρούσεις. Είναι η καταστροφή ενός έθνους ή μιας εθνικής ομάδας, ένα συντονισμένο σχέδιο που τείνει να καταστρέψει τα θεμέλια της ζωής των εθνικών ομάδων, με στόχο να εξοντωθούν. 


Το ελληνικό έθνος έχει  πλέον του ενός εκατομμυρίου θύματα από τη Γενοκτονία που υπέστη από τους τους Νεότουρκους και τους Κεμαλικούς. Το δυστύχημα είναι ότι  επειδή το έγκλημα δεν τιμωρήθηκε, επαναλήφθηκε λίγα χρόνια αργότερα από τους μαθητές των παραπάνω, τον Χίτλερ και τους Ναζί. Από την Τραπεζούντα και  τη  Σμύρνη δηλαδή,   φτάσαμε  στα Καλάβρυτα και στο Δίστομο!

Γράφω στο βιβλίο μου για τη Γενοκτονία, βιβλίο το οποίο έχει μεταφρασθεί σε πολλές γλώσσες, ότι «ο Ελληνισμός για σχεδόν δύο δεκαετίες αντιμετώπισε το οργανωμένο σχέδιο εξόντωσης που κατέληξε σε Γενοκτονία.   Εξόντωση την οποία αρνείται πεισματικά το κράτος- θύτης , δηλαδή η Τουρκία και αδιαφορεί για αυτήν υπονομεύοντάς την, το κράτος – θύμα», δηλαδή η Ελλάδα.

Πιο συγκεκριμένα, η  Τουρκία  αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή σε ότι αφορά ένα κράτος που αρνείται ότι πραγματοποίησε τη Γενοκτονία. Τιμά τους πρωτεργάτες του εγκλήματος εναντίον των Ελλήνων, τους  Νεότουρκους και τον Μουσταφά Κεμάλ, δεν αποδέχεται τη Γενοκτονία και εγκαλεί τους Έλληνες για τον αγώνα αναγνώρισης. Επιπλέον προσπαθεί να αλλοιώσει την πραγματικότητα και να εκφοβίσει ή ακόμη και να δολοφονήσει τους ανθρώπους που ενεργούν για την αποκάλυψη της Γενοκτονίας και της τουρκικής ευθύνης. Το παράδειγμα της Γερμανίας που αναγνώρισε το Ολοκαύτωμα θα μπορούσε να της δώσει μία άλλη πολιτική στάση, αυτό όμως δυστυχώς δεν πρόκειται να γίνει.

Από την άλλη πλευρά,   το ελλαδικό κράτος, αν δούμε το παράδειγμα της Αρμενίας,  έρχεται σε πλήρη αντίθεση με ό,τι θα περιμέναμε από ένα θεσμικό δημιούργημα που σεβόταν το μαζικό έγκλημα και θα αγωνιζόταν για την αναγνώρισή του. Πως μπορεί να δικαιολογηθεί η οργανωμένη προσπάθεια αλλοίωσης και ουσιαστικής κατάργησης  της ημέρας Μνήμης της Γενοκτονίας, καθώς και η απουσία, η αδιαφορία και η  ολιγωρία για το ζήτημα ανάδειξης της Γενοκτονίας εντός και εκτός Ελλάδας;

 

Μπροστά στην άρνηση, την προπαγάνδα και τη στασιμότητα, το αίτημα για την μνήμη, τη δικαιοσύνη, την ιστορική αλήθεια και την αναγνώριση της Γενοκτονίας, το αναδεικνύουν Έλληνες και Φιλέλληνες σε όλον τον κόσμο.  Έτσι μετά από πρόταση του αείμνηστου Μιχάλη Χαραλαμπίδη το 1994, αναγνωρίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων,  η 19η Μάιου ως ημέρα μνήμης και μέχρι σήμερα η Γενοκτονία έχει αναγνωριστεί από τη  Βουλή των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας, από τα κοινοβούλια της Σουηδίας, της Αρμενίας, της Ολλανδίας και της Αυστρίας, από τα ομοσπονδιακά κοινοβούλια της Νέας Νότιας Ουαλίας και της Νότιας Αυστραλίας, από πολιτείες και δήμους  των ΗΠΑ,  του Καναδά της Ιταλίας.


Την υπόθεση έχει απασχολήσει το Οικονομικό και Κοινωνικό Συμβούλιο του  ΟΗΕ, καθώς  και τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη, την Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενώ σχετικές αναφορές υπάρχουν στα ψηφίσματα αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Αρμενίων από τη Γερουσία και τη Βουλή των  Αντιπροσώπων των ΗΠΑ.

 

Το Δεκέμβριο του 2007,  η  Διεθνής Ένωση Μελετητών των Γενοκτονιών (International Association of Genocide Scholars) αναγνώρισε  με ψήφισμά της,  τη Γενοκτονία των Ελλήνων, των Αρμενίων και των Ασσυρίων, ψήφισμα στο οποίο κατέληξε μετά από ψηφοφορία μεταξύ των μελών της.

 

Η Γενοκτονία είναι ένα ζήτημα και η διεθνής του προέκταση αναφέρεται στην υποχρέωση όλων των θεσμών της διεθνούς κοινότητας, να αναγνωρίσουν τη Γενοκτονία που διαπράχθηκε και να αποκαταστήσουν με αυτόν τον τρόπο, την ηθική βλάβη που υπέστησαν τα θύματα. 

 

Το έγκλημα της Γενοκτονίας ορίζει τις υποχρεώσεις όχι μόνο στο κράτος, δηλαδή στην Τουρκία,  η οποία  διέπραξε τη γενοκτονία αλλά σε ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα να μην αναγνωρίσει ως νόμιμη μία κατάσταση που δημιουργείται από ένα διεθνές έγκλημα,  να μη βοηθήσει τον εκτελεστή ενός διεθνούς εγκλήματος να διατηρήσει την παράνομη κατάσταση και  να βοηθήσει άλλα κράτη στην εφαρμογή των  υποχρεώσεων που αναφέρθηκαν. Επιβάλλει δηλαδή στη διεθνή κοινότητα μία υποχρέωση να μην αναγνωρίσει μία παράνομη κατάσταση ως αποτέλεσμα μίας Γενοκτονίας και να προβεί στις ενέργειες επανόρθωσης, αποκατάστασης και αποζημίωσης.

 

Σήμερα που άλλοι λαοί  υφίστανται από κράτη νέες γενοκτονίες πρέπει να γίνει το πρώτο βήμα  για την αναγνώριση του εγκλήματος της  Γενοκτονίας των Ελλήνων.  Πολλοί που επιδίωξαν με τη βία και την πολιτική να εξαφανιστεί ο   Ελληνισμός και ο πολιτισμός του δεν το κατάφεραν. Ο ελληνικός  λαός έχει δικαίωμα να απαιτεί με επιμονή την αναγνώριση των εγκλημάτων και αδικιών που διαπράχτηκαν σε βάρος του. Μάλιστα όσο μεγαλύτερη είναι η αδικία, όταν σχεδόν  το 50% των Ελλήνων εξαφανίσθηκαν όσο περισσότερο χρόνο αποκρύφτηκαν τα γεγονότα, τόσο πιο έντονη είναι η επιθυμία για μια τέτοια αναγνώριση. Αναγνώριση η οποία  είναι ένας ουσιαστικός τρόπος πάλης ενάντια στο έγκλημα της Γενοκτονία, αναγνώριση που αποτελεί μία επιβεβαίωση του δικαιώματος ενός λαού να γίνει σεβαστή η ύπαρξή του σύμφωνα με το  δίκαιο και την ιστορική αλήθεια.