Μεταπολίτευση. Το αποτέλεσμα της χουντικής προδοσίας στην Κύπρο και της τούρκικης εισβολής. Τα δανεικά που δεν έχουμε ξεπληρώσει ούτε ψυχικά ούτε στην πράξη. Ήμουνα 15 χρονών το ’74. Έχω αγάπη γι’ αυτήν. Λυπάμαι για όσα θα γράψω.
Στο εσωτερικό πέτυχε ν’ αναστήσει και να σταθεροποιήσει την Δημοκρατία (αν και μετά το 1990 ήταν αδύνατο να γίνει πραξικόπημα ή να μην παγιωθεί κοινοβουλευτικό καθεστώς στην Ευρώπη) και να βελτιώσει θεαματικά την ζωή μας. Άβυσσος οικονομική χωρίζει την προ χούντας και την μεταχουντική περίοδο, ειδικά μετά την άνοδο του ΠΑΣΟΚ το ’81, που όμως ήταν, μεταξύ άλλων, η αρχή της διολίσθησής μας σε μια ρηχή αντιμετώπιση της ζωής και σε μια τρομερά καταστροφική εσωστρέφεια. Μας έπεισε, με την αμέριστη βοήθεια της Αριστεράς, ότι όλα θα λυνόντουσαν αν δεν ξαναρχόταν η επάρατος Δεξιά στην εξουσία. Η Αριστερά παράλληλα στόχευσε και μπόρεσε να σμικρύνει και να διαστρεβλώσει την ελληνική ιστορία εστιάζοντας στον εμφύλιο, που ή ίδια προκάλεσε, και στην «ευκαιρία» που «χάσαμε» να γίνουμε κομμουνιστική δικτατορία μετά το ’45. Απ’ την πλευρά της η δεξιά θρηνούσε, όπως αποδείχθηκε με τον θάνατο του Γλύξμπουργκ, που δεν είχε έναν βασιλιά να παραβιάζει το Σύνταγμα. Χιλιάδες πράγματα μπορεί να πει κάποιος για την μεταπολίτευση, θετικά ή για τις παροιμιώδεις αστοχίες της, που δεν κατώρθωσε να εξαφανίσει την παραπαιδεία και τα φροντιστήρια, τα πάσης φύσεως φακελλάκια, στα διπλώματα, στα νοσοκομεία κλπ κλπ.
Από το 1989 και μετά όμως, ο κόσμος άρχιζε να αλλάζει άρδην με την κατάρρευση και την αποκάλυψη των κομμουνιστικών δικτατοριών. Και η Μεταπολίτευση, που οφείλει την «ύπαρξή» της στην χουντική προδοσία στην Κύπρο και στην τουρκική εισβολή, δηλ. σε ένα γεγονός εξωτερικής πολιτικής, ελάχιστη σημασία έδωσε στην αλλαγή αυτή, εθελοτυφλούσε στην αδιέξοδη εσωτερική ατζέντα κι αντί να προετοιμασθεί και να διεκδικήσει στον κόσμο που άλλαζε, επέλεξε το 1989 να ρίξει την χώρα στην χοάνη του ανύπαρκτου σκανδάλου γύρω από το σκάνδαλο Κοσκωτά. Ήταν το αποκορύφωμα της κομβικής της, εσωτερικής επιλογής. Και μέσα σε τριάντα τέσσερα χρόνια, 1990-2024 οδήγησε την Ελλάδα σε ήττα, σε όλα ανεξαιρέτως τα μέτωπα που άνοιξαν τα όμορα κράτη, Τουρκία, Σκόπια, Αλβανία -Λιβύη. Δεν πετύχαμε κανένα απολύτως εθνικό αμυντικό (επιθετικό ούτως ή άλλως δεν έχουμε), στόχο, γιατί απλούστατα δεν έχουμε κανέναν εξωτερικό στόχο. Το 1974-1990 είμασταν προστατευμένοι απ’ τον Βορρά, λόγω του Ψυχρού Πολέμου, και στρατιωτικώς ισοδύναμοι, τουλάχιστον, με την Τουρκία, σήμερα υπολειπόμαστε εμφανώς κι αυτό της επιτρέπει να πολλαπλασιάζει τις παράνομες διεκδικήσεις της εις βάρος μας. Το 1990 βρισκόμασταν σε αδιαφιλονίκητη θέση ισχύος, μέλη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, απέναντι στα βαλκανικά κράτη, σήμερα μετράμε ταπεινωτικές ήττες και από τα Σκόπια και από την Αλβανία, επειδή δεν θελήσαμε να λύσουμε το ζήτημα της ονομασίας των Σκοπίων και της εθνικής μας μειονότητας στην Αλβανία, θέτοντας απλώς κι επιμένοντας σε απαράβατους σχετικούς όρους, εκβιάζοντας, όπως ο Ερντογάν για την Σουηδία, για να συναινέσουμε στην διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, όπως πίεζε η Γερμανία και το ΝΑΤΟ.
Παράλληλα, δεν αναπτύξαμε την απαιτούμενη ικανή πολεμική βιομηχανία και τα ναυπηγεία μας, τομέα στον οποίο θα έπρεπε να πρωτοστατούμε διεθνώς (αντιθέτως, σήμερα η Τουρκία διαπρέπει και στους δύο αυτούς τομείς), ούτε, πολύ περισσότερο, σκέφθηκαν οι μεγάλοι ηγέτες μας, Κων. Καραμανλής Ανδ. Παπανδρέου, ν’ αγοράσουμε, νοικιάσαμε, αναπτύξουμε πυρηνικά όπλα, όπως, π.χ. έκανε το νεοσύστατο, 1947, Πακιστάν από το 1955, ώστε να αντιμετωπίσουμε την κλιμακούμενη τουρκική επιθετικότητα. Ούτε προασπίσαμε την κυριαρχία μας ανακηρύσσοντας τα 12 μίλια στις θάλασσές μας, ανακηρύσσοντας την ΑΟΖ μας, οριοθετώντας την με την κυπριακή κ.α., ούτε προασπίσαμε την Κύπρο, βλ. ανακήρυξη ψευδοκράτους 1983, την κατάρρευση του κοινού αμυντικού δόγματος, τον εκβιασμό μας να μην εγκαταστήσει τους S-300 κ.λπ κ.λπ. Δείξαμε, διεθνώς, την εικόνα ενός κράτους μαλθακού, οιονεί υποτελούς, καθόλου στιβαρού, έτοιμου να υποχωρήσει στα πάντα. Υποταχθήκαμε στο casus belli που μας επισείει η Τουρκία από το 1974 και επισημοποίησε το 1995.
Αποτέλεσμα; Αυτή την στιγμή η Ελλάδα (που αποδεχόμενη το Δουβλίνο 2 και την ακατάσχετη μετανάστευση επέτρεψε στους Αλβανούς, κυρίως, παράνομους μετανάστες να εγκατασταθούν κατά εκατοντάδες χιλιάδες και να αποτελούν ανεξέλεγκτο όπλο στα χέρια του Ράμα, που τους φανατίζει λέγοντας ότι η Ελλάδα τους ανήκει όπως και στους Έλληνες), η Ελλάδα λοιπόν, είναι πλέον Έθνος Περιορισμένης Κυριαρχίας όπως έχω γράψει στην Ελευθεροτυπία ήδη από το 2014, 5-11.
Δηλαδή, ζούμε σε μια ιδιότυπη υποδούλωση απέναντι στην Τουρκία, και όχι μόνο. Δεν τολμάμε να ασκήσουμε κανένα κυριαρχικό μας δικαίωμα που προβλέπει το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, επειδή φοβόμαστε ότι θα αντιδράσει η Τουρκία. Αφήνουμε αναπάντητους όλους τους καθημερινούς ισχυρισμούς της, ψευδείς, προσβλητικούς, υβριστικούς. Δεν απαντάμε και δεν θέτουμε όρους ούτε στον προκλητικό υποχείριο της Τουρκίας Ράμα, δεν προασπίζουμε την μειονότητά μας αφήνοντας τους Αλβανούς να σκοτώνουν, να φυλακίζουν, επειδή φοβόμαστε την αντίδραση της Τουρκίας. Φοβόμαστε να καταγγείλουμε την μειοδοτική συνθήκη των Πρεσπών και να εκβιάσουμε τα Σκόπια -ούτε θέλουμε να δικάσουμε τους αίτιους της μειοδοσίας Σύριζα-ΚΚΕς που πούλησε την Μακεδονία για να πάρει ρεβάνς για τον εμφύλιο. Δεν κάνουμε καμμία εκδήλωση για τα 50 χρόνια της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο, δεν καταγγέλλουμε την κατοχή πουθενά, επί 40 τουλάχιστον χρόνια.
Φοβόμαστε τους πάντες και ζητάμε προστασία απ’ την ΕΕ -και το ΝΑΤΟ-, ορθώς σάρκαζε ο Τσαβούσογλου την αναξιοπρεπή στάση μας. Ζούμε μόνο για την καρικατούρα της εσωτερικής ατζέντας. Καταρρέουμε δημογραφικώς, αλλοιώνεται η πληθυσμιακή μας σύνθεση με τους μετανάστες, η εγκληματικότητα κατακερματίζει τον κοινωνικό ιστό, μέχρι πακιστανικά πλοία και αεροπλάνα παραβιάζουν τα σύνορά μας κι ούτε ζητάμε ανταλλάγματα για τους εκατοντάδες χιλιάδες παράνομους Πακιστανούς που δουλεύουν εδώ, εγκληματώντας συχνά. Τι κράτος είμαστε τέλος πάντων, ποιος μας σέβεται, ποιος μας υπολογίζει; Ο Ζελένσκι κλείνει την σύνδεση στην Κύπρο μόλις του λένε για την τουρκική κατοχή, οι Παλαιστίνιοι αποκαλούν την Κύπρο Νότια Ελληνική Διοίκηση, η Χεζμπολλάχ μας απειλεί, ο ιδιόρρυθμος Τούρκος Υπεξ Φιντάν μας απειλεί. Αντίδρασή μας, καμμία, δηλαδή τυπική και αόριστη. Η Δύση μας λοιδορεί από την εποχή των ολυμπιακών έργων και την ντροπιαστική δεκαετία των μνημονίων, επίτευγμα της μεταπολιτευτικής πολιτικής τάξης -σιωπή.
Δυστυχώς για όλους μας, η Μεταπολίτευση δεν θέλησε να ανταποκριθεί και να αντιμετωπίσει κανένα απ’ τα ζητήματα που υπήρχαν ή προέκυψαν. Επέδειξε χειρότερη στάση στα εθνικά θέματα από ό,τι οι στριμωγμένες μεταπολεμικές κυβερνήσεις, ούτε ωφελεί να συγκρίνουμε την προδοτική συνθήκη της Ζυρίχης με των Πρεσπών για ισορροπία. Η πολιτική και στρατιωτική μας τάξη ευθύνεται για όλα τα δεινά από την Καταστροφή μέχρι σήμερα, με εξαίρεση το ’40. Όμως η Μεταπολίτευση ήταν εκείνη που διαλάλησε ότι δεν την ενδιαφέρει η διεθνής θέση της χώρας, ο ανταγωνισμός, η εξέλιξη, ότι δεν ενδιαφέρεται για απόκτηση στοιχειώδους ισχύος, ότι αρκείται σε μια καθολική διεθνή αδυναμία επικαλούμενη το διεθνές δίκαιο που δεν εφαρμόζει η ίδια στις θάλασσές μας. Επιδείνωσε την θέση μας διεθνώς. Έδωσε το απόλυτο βάρος στο εσωτερικό.
Επί των ημερών της αλλοιώθηκε εις βάρος μας το ισοζύγιο ισχύος προς τους όμορους, δεν επεδίωξε τίποτα, ούτε καν να βάλει την Αλβανία και τα Σκόπια στο ΝΑΤΟ με σαφή ανταλλάγματα, μετέτρεψε τον λαό σε ένα συνονθύλευμα αδιάφορων, επιθετικών κι αγράμματων ανθρώπων. Αλλά ο λαός δεν είναι αθώος, είναι συνυπεύθυνος, κι ας τον κατασυκοφαντούσε ως ακροδεξιό ο Σύριζα όταν διαμαρτυρόταν για το ξεπούλημα της Μακεδονίας. Οι της Μεταπολίτευσης είμαστε οι πιο τυχερές γενιές, καρπούμαστε κόπους και θυσίες άλλων, χωρίς να παραβλέπω την όποια συμβολή μας. Όμως, γεννηθήκαμε ελεύθεροι, ζήσαμε σε σχετική ευμάρεια και καταντήσαμε χαζοχαρούμενοι ημι-ελεύθεροι, ημι-υπόδουλοι που αδιαφορούν για το ότι παραχωρούμε σιγά-σιγά την ανεξαρτησία και την ελευθερία μας και μεις νοιαζόμαστε για τα πιο επουσιώδη ψευτο-ζητήματα. Τι άλλο θα μπορούσε να συμβεί όμως, θ’ απορούσε κανείς, αφού η μεταπολίτευση αποκαθήλωσε, στην ουσία, το 1821 και το 1940, θέτοντας τα σε ένα ιδιότυπο περιθώριο και προβάλλοντας εσωτερικά ιστορικά επεισόδια, με πρωτοβουλία της Αριστεράς και αποδοχή της ένοχης για το ΄22 και την Κύπρο Δεξιάς, όταν διστάζουμε και φοβόμαστε να μιλήσουμε για την Ελλάδα, την Ιστορία της και τα δίκαιά της όπως απορρέουν από συνθήκες και διεθνές δίκαιο -για περηφάνεια ας μην μιλήσουμε, οι Τούρκοι δικαιούνται, εμείς όχι, είμαστε φασίστες; Μεταπολίτευσης επίτευγμα κι αυτό. Όμως, τι λέτε, δεν προοιωνίζει άλλα δεινά το ότι παραβλέπουμε και αρνούμαστε να νοιώσουμε τον παλμό της Ιστορίας και της Ιστορίας μας;
Πολύ φοβάμαι, εν τέλει, ότι έχουμε αποδειχθεί οι χειρότεροι Έλληνες της Ιστορίας, έχοντας αποδεχθεί την έμμεση, σταδιακή, de facto, υποδούλωσή μας κι έχοντας χάσει κάθε διεθνές κύρος και σεβασμό. Έχουμε μόνοι μας βγει εκτός Ιστορίας, εκτός ιστορικής εξέλιξης. Έχουν χαθεί όλα, λοιπόν; Δεν μπορώ να ξέρω. Ο χρόνος θα το δείξει, δηλαδή οι πράξεις και οι παραλείψεις μας. Η πραγματικότητα δεν είναι ούτε αισιόδοξη ούτε απαισιόδοξη. Είναι πραγματικότητα. Και λέει ότι σε αντίθεση με τα όμορα, μη φίλια κράτη, έχουμε πλεονάζουσα διάθεση για αδυναμία και αναξιοπρέπεια, οι άλλοι για την όποια δύναμη. Αν αυτό δεν ισχύει, ας οριοθετήσουμε τα θαλάσσιά μας σύνορα όπως ζητάει η ΕΕ, που μας επιβάλλει πρόστιμο για την άρνησή μας και την μη οριοθέτηση.
*Ο Αλέξανδρος Ασωνίτης είναι συγγραφέας. Η μυθιστορηματική του τριλογία: Εκτέλεση, Εκδίκηση, Καθαρμοί, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Διευθύνει την σχολή σεμιναρίων Ανοιχτή Τέχνη, στο Σύνταγμα