Την κατοχύρωση, στο Σύνταγμα της χώρας, των μετρητών ως μέσου πληρωμών ανακοίνωσε στις αρχές Αυγούστου ο ομοσπονδιακός καγκελάριος της Αυστρίας Καρλ Νεχάμερ, ανταποκρινόμενος προφανώς στη σαφή πρόθεση της πλειονότητας του πληθυσμού να συνεχίσει να χρησιμοποιεί μετρητά χρήματα για τις οποιεσδήποτε συναλλαγές του, γεγονός που, όπως δήλωσε ο ίδιος, θα αποτελέσει τον Σεπτέμβριο αντικείμενο συζήτησης στρογγυλής τράπεζας με τον τραπεζικό κλάδο και την Αυστριακή Κεντρική Τράπεζα.
Σύμφωνα με τον καγκελάριο, συνειδητοποιεί κανείς ότι τα μετρητά είναι πολύ σημαντικά για τους ανθρώπους, αυτό έχει να κάνει με την «ελευθερία επιλογής» για το πώς κάποιος θέλει να πληρώνει, ενώ «οι επανειλημμένες συζητήσεις για περιορισμό των μετρητών προκαλούν ανησυχία στον κόσμο», τη στιγμή που, βάσει των στοιχείων της Κεντρικής Τράπεζας, οι αναλήψεις από τα ΑΤΜ στην Αυστρία ανέρχονται σε 47 δισεκατομμύρια ευρώ κατά μέσον όρο κάθε χρόνο και το 67% των πληρωμών κάτω των 20 ευρώ γίνονται σε μετρητά.
Παλαιότερη μεγάλη έρευνα που πραγματοποίησε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης για λογαριασμό της Αυστριακής Κεντρικής Τράπεζας και του διεθνώς γνωστού «Νομισματοκοπείου Αυστρίας» στη Βιέννη, κατέγραφε ότι για τη συντριπτική πλειονότητα των συναλλαγών τους, σε ποσοστό 80%, οι Αυστριακοί εξακολουθούν και θα εξακολουθήσουν και στο μέλλον να χρησιμοποιούν μετρητά.
Μάλιστα, όπως τονιζόταν σχετικά, αυτό ισχύει και για τις νεαρές ηλικίες, όπου το ποσοστό εκείνων που επιθυμούν να συνεχίσουν και στο μέλλον να χρησιμοποιούν μετρητά για τις συναλλαγές τους κυμαινόταν επίσης μεταξύ 70% και 80%.
Με κάθε σαφήνεια, ο Μπερντ Λάουσεκερ από την Ενωση Ενημέρωσης Καταναλωτών είχε απορρίψει περιορισμούς στις πληρωμές με μετρητά, τονίζοντας πως «τα μετρητά είναι ένα κομμάτι της ελευθερίας και η ανωνυμία τους, που απειλείται με υπονόμευση, εκτιμάται ιδιαίτερα από τον πληθυσμό».
Από την πλευρά της, η καθηγήτρια Οικονομικής Ψυχολογίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο της Βιέννης, Μπερναντέτε Κάμλαϊτνερ, γνωρίζει, όπως είχε αναφέρει σε δηλώσεις της, γιατί υπάρχει αναταραχή όταν πρόκειται για μετρητά, καθώς, όπως είχε επισημάνει, «στο τέλος της ημέρας τα χρήματα αντιπροσωπεύουν την ελευθερία».
Στη συζήτηση που είχε ξεκινήσει πριν από δύο χρόνια για την εντατικοποίηση της καταπολέμησης του ξεπλύματος χρήματος εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης από παράνομες δραστηριότητες, η Αυστρία είχε ταχθεί με κάθε σαφήνεια κατά ενός ανώτατου ορίου 10.000 ευρώ για πληρωμές με μετρητά. Ο τότε υπουργός Οικονομικών Γκέρνοτ Μπλιούμελ είχε τονίσει ότι «δεν θέλουμε μια υφέρπουσα κατάργηση των μετρητών», επισημαίνοντας ότι «ο ψηφιακός χώρος χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο για εγκληματικές δραστηριότητες και ως εκ τούτου η Βιέννη χαιρετίζει τα σχεδιαζόμενα ρυθμιστικά μέτρα στον τομέα των κρυπτονομισμάτων, και αυτοί οι κανονισμοί είναι πιο αποτελεσματικοί από τα αυθαίρετα ανώτατα όρια για πληρωμές σε μετρητά».
Σαφής απόρριψη για όρια στις πληρωμές με μετρητά υπήρξε και από την αυστριακή αντιπολίτευση, η οποία θεωρεί τέτοια όρια ως προκαταρκτικό στάδιο της κατάργησης των μετρητών και ως εκ τούτου ένα περαιτέρω βήμα προς τον «διάφανο» πολίτη. Ταυτόχρονα, η ίδια είχε επισημάνει ότι το οργανωμένο έγκλημα δεν θα εντυπωσιαζόταν από αυτόν τον περιορισμό, και μάλιστα μερίδα της αντιπολίτευσης είχε ήδη από τότε προβάλει το αίτημα για συνταγματική κατοχύρωση του δικαιώματος διεκπεραίωσης πληρωμών με μετρητά, κάτι που τώρα προωθεί ο καγκελάριος Καρλ Νεχάμερ ως επικεφαλής του κυβερνητικού συνασπισμού του δεξιού Λαϊκού Κόμματός του με τους Πράσινους, οι οποίοι υπογραμμίζουν ότι «τα μετρητά θα συνεχίσουν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στο μέλλον».