Τετάρτη 14 Αυγούστου 2024

Ο Τάσος, ο Σολωμός, οι Αττίλες δολοφόνοι τους και οι άθλιοι της Λευκωσίας



28 χρόνια από τη θυσία των δύο αξέχαστων ηρωομαρτύρων για την Κύπρο.




Του ΑΛΕΚΟΥ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ, Φιλελεύθερος


Την ώρα που τα πάντα παραμένουν θολά γύρω από την επίλυση του κυπριακού ζητήματος και ανήμποροι ηγέτες συντηρούν μια διαρκή σύγχυση, λειτουργώντας ως μεταπράτες μιας ψευδεπίγραφης ελπίδας για επανέναρξη των συνομιλιών, συμπληρώνονται 28 χρόνια από τις δολοφονίες των Τάσου Ισαάκ και Σολωμού Σολωμού.



Ήταν Αύγουστος του 1996 όταν πολιτικές αποφάσεις της τότε κυβέρνησης Κληρίδη, δημιούργησαν τεράστιο χάος μεταξύ των μοτοσικλετιστών της πορείας που ξεκίνησε από το Βερολίνο, με αποτέλεσμα τη δολοφονία του Τάσου.


Στις 11 Αυγούστου 1996, μετά τη ματαίωση της πορείας που είχε προορισμό την Κερύνεια -κατ’ έμμεση εντολή του Γλαύκου Κληρίδη- μοτοσικλετιστές σκορπίστηκαν σε περισσότερα οδοφράγματα, με τα σοβαρότερα επεισόδια να γίνονται σε αυτό της Δερύνειας.



Δηλαδή, στη νεκρή ζώνη της περιοχής της Αμμοχώστου, όπου μαζεύτηκαν Τούρκοι γκρίζοι λύκοι, ακραίοι Τουρκοκύπριοι, στρατιώτες, αξιωματικοί, πολιτικοί για να αντιδράσουν -βάρβαρα ως συνήθως- στην αντικατοχική πορεία των μοτοσικλετιστών.

Τα γεγονότα είναι γνωστά. Ο Τάσος, 24 χρονών τότε, έπεσε στη φωτιά για να βοηθήσει τους διπλανούς του και εγκλωβίστηκε στα συρματοπλέγματα πριν δολοφονηθεί από τον όχλο, μπροστά στα μάτια των κυανόκρανων του ΟΗΕ, οι οποίοι για άλλη μια φορά δεν κούνησαν το δάκτυλο για την ειρήνη.


Τρεις μέρες μετά, μετά την κηδεία του Τάσου, πλήθος συγγενών, φίλων και άλλων, πορεύθηκαν προς τον χώρο της δολοφονίας για την κατάθεση στεφάνων. Ο Σολωμός Σολωμού, 26 χρονών τότε, σαν έτοιμος από καιρό και χωρίς να μπορεί να τον σταματήσει ένας ολόκληρος στρατός, ανέβηκε στον ιστό του κατοχικού στρατού για να κατεβάσει την τουρκική σημαία.


«Πάμε να κατεβάσουμε τις σημαίες τους», είπε και χωρίς να περιμένει, απέφυγε τους πάλι θεατές κυανόκρανους και μπήκε στη φωτιά. Εκτελέστηκε από τον Κενάν Ακίν, υπό τις εντολές του τότε κατοχικού ηγέτη Ραούφ Ντενκτάς και του Τούρκου αντιστράτηγου Χασάν Κουντακτσί, στις 14 Αυγούστου 1996.


Έκτοτε, η δικαιοσύνη είναι απούσα, αν και εκδόθηκαν διεθνή εντάλματα σύλληψης για τους εξής: Χασίμ Γιλμάζ, Νεϊφέλ Μουσταφά Εργκούν, Πολάτ Φικρέτ Κορελί, Μεχμέτ Μουσταφά Αρσλάν, Ερχάν Αρικλί, Κενάν Ακίν, Ερτάλ Χατζιαλί Εμανέτ, Χασάν Κουντακτσί, Αττίλα Σαβ, Μεχμέτ Καρλί.


Πέντε κυβερνήσεις, Υπουργοί, Εισαγγελείς, δεν έπραξαν τα δέοντα και 28 χρόνια μετά, αυτοί οι δολοφόνοι απολαμβάνουν την ανομία του ψευδοκράτους -ο Κουντακτσί πέθανε πλήρης ημερών και αμετανόητος τον Ιανουάριο του 2023.


Ο Αρικλί και ο Ακίν διετέλεσαν «υπουργοί» στο κατοχικό καθεστώς και κανένας από τους καταζητούμενους δεν αισθάνεται την παραμικρή απειλή από τις κυπριακές Αρχές που πρέπει να ασχοληθούν για να επικρατήσει η δικαιοσύνη -μπορεί να βολτάρουν και στις ελεύθερες περιοχές, ποίος ξέρει;


Κι αν οι ηττημένες ηγεσίες της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν αισθάνονται την ευθύνη απέναντι στις οικογένειες των δύο ηρώων του Παραλιμνίου, στην κόρη και στη μητέρα του Τάσου, στον πατέρα και στα αδέρφια του Σολωμού, σε όλους εμάς κάθεται βραχνάς στο στήθος η συγκάλυψη του εγκλήματος ως ένδειξη μιας δήθεν καλής θέλησης που θα βοηθήσει στην επίλυση του κυπριακού.


Τι αθλιότητα. Τι αθλιότητα και τι ντροπή που όφειλαν να αισθάνονται ακόμα και οι τωρινοί κυβερνώντες, που δεν θα παραλείψουν και θα εκπροσωπηθούν στο 28ο ετήσιο μνημόσυνο του Τάσου και του Σολή. Δύο λεβεντών, από την καλύτερη πάστα ανθρώπων αυτού του λαού, που ήλπιζαν να μην περάσει μισός αιώνας και να μην ανοίξει ρουθούνι για την ελευθερία της Κύπρου.


Ήλπιζαν οι θυσίες τους να σημάνουν νέους αγώνες για την ελευθερία, τη δικαιοσύνη, την αξιοπρέπεια και όχι να «δυσκολέψουν» τις επόμενες ηγεσίες οι οποίες απαθώς τότε και απαθώς σήμερα, εύχονται να ξεχαστεί ο Αύγουστος του 1996. Ποτέ.