Πέμπτη 26 Αυγούστου 2010

Ο δρόμος της Αλβανίας προς τη δύση περνάει από την αναγνώριση της ελληνικής μειονότητας / του Φάνη Μαλκίδη





Το τελευταίο διάστημα, πολλές έρευνες επιβεβαιώνουν την πολυεθνική και πολυπολιτισμική ταυτότητα της Αλβανίας και ενισχύουν την προσπάθεια να επιτευχθεί, με την αλληλοκατανόηση, την προσέγγιση και την επαφή, ακόμη και επανασύνδεση ανθρώπων της ίδιας καταγωγής.

Η ελληνική μειονότητα, η οποία ζει στην χώρα, αποτελεί έναν πληθυσμό σεβαστό για την σημερινή και τη μελλοντική Αλβανία.

Παρά όμως τα προβλήματα και τις βίαιες αντιδράσεις της Αλβανίας, όσο και εάν έχουν εκλείψει ορισμένα γνωρίσματα των Ελλήνων, το ζήτημα των δικαιωμάτων τους προβάλλει και απασχολεί ολοένα και περισσότερους ανθρώπους.

Σήμερα, αρκετά χρόνια μετά την εκδίωξη των Ελλήνων με πολλούς τρόπους, οι εναπομείναντες μάρτυρες της μακραίωνης ελληνικής παρουσίας, διατηρούν την διάλεκτο, τα ήθη και τα έθιμα, τις παραδόσεις, τα τραγούδια και τους χορούς.

O χρόνος και οι βίαιες μέθοδοι αφομοίωσης μπορεί να αλλοίωσαν, όμως δεν εξαφάνισαν την ιστορική τους μνήμη.

Ιδιαίτερο συνεκτικό στοιχείο αυτών των ανθρώπων και γνώρισμα της διαφορετικότητάς τους, αποτελεί η γλώσσα.

Ένα σύστημα σημείων, τα οποία κατ, αρχήν εξυπηρετούν την επικοινωνία μεταξύ των μελών μιας ομόγλωσσης ομάδας και κατά δεύτερο λόγο γίνεται φορέας ανάπτυξης του πολιτισμού.

Η στρατιωτική και η πολιτιστική κυριαρχία μιας κοινωνικής ομάδας ή ενός έθνους, όπως συνέβη στην Αλβανία μετά την επικράτηση του καθεστώτος Χότζα (Ηοxha), σε μια ή περισσότερες κοινωνικές ομάδες ή έθνη, επιφέρει αντίστοιχα και την γλωσσική τους κυριαρχία και, αντίστροφα, η στρατιωτική και η πολιτιστική υποχώρηση επιφέρει τη γλωσσική συρρίκνωση και, σε ακραίες περιπτώσεις, την εξαφάνιση της γλώσσας.

Έτσι, σήμερα, υφίσταται στην Αλβανία ένα μωσαϊκό εθνοτικών ομάδων και γλωσσών, το οποίο είναι αποτέλεσμα ιστορικών γεγονότων, συγκυριών και πληθυσμιακών ανακατατάξεων.

Το αλβανικό πρότυπο, επειδή κατέχει κυρίαρχη στρατιωτική και οικονομική θέση έναντι άλλων εθνοτικών και κοινωνικών ομάδων, κυριαρχεί και γλωσσικά.

Στo πλαίσιo αυτών των διαδικασιών, υπάρχουν διακριτές μειονοτικές ομάδες στην Αλβανία, οι οποίες διαφοροποιούνται από την κυρίαρχη ομάδα εθνικά, θρησκευτικά, γλωσσικά.

Η γλώσσα και οι Έλληνες της Αλβανίας δεν εξαφανίστηκαν, αλλά αντιμετωπίστηκαν ως ξένο σώμα σε ένα κράτος, το οποίο οικοδομήθηκε πάνω στο πρότυπο «ένα έθνος, μία γλώσσα».

Οι περιορισμοί χιλιάδες, το ίδιο και τα εμπόδια για την διατήρηση της γλώσσας, την ανάκτηση της εθνοτικής ταυτότητας.

Σήμερα, όμως, το ζήτημα έχει αναδειχθεί και θα συνεχίζεται να αναδεικνύεται διεθνώς καθώς και στην ίδια την Αλβανία, συνεπώς δεν μπορεί να συνεχίζεται η καταπάτηση των δικαιωμάτων των Ελλήνων.

Σύμφωνα με την διακήρυξη για τα δικαιώματα προσώπων που ανήκουν σε εθνικές ή εθνοτικές, θρησκευτικές και γλωσσικές μειονότητες, η οποία υιοθετήθηκε από την γενική συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών (απόφαση 47/135, της 18/12/1992), τα κράτη-μέλη του Οργανισμού, άρα και η Αλβανία, έχουν δεσμευτεί να προστατεύουν την ύπαρξη και την εθνική ή εθνοτική, πολιτισμική, θρησκευτική και γλωσσική ταυτότητα των μειονοτήτων που βρίσκονται μέσα στην αντίστοιχη επικράτειά τους και να ενθαρρύνουν συνθήκες για την προαγωγή αυτής της ταυτότητας (άρθρο 1).

Επίσης, τα κράτη θα πρέπει να υιοθετούν κατάλληλα νομοθετικά και άλλα μέτρα για την επίτευξη αυτών των σκοπών.

Έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι τα πρόσωπα που ανήκουν σε εθνικές ή εθνοτικές, θρησκευτικές και γλωσσικές μειονότητες, όπως η ελληνική στην Αλβανία, έχουν το δικαίωμα να απολαμβάνουν τον δικό τους πολιτισμό, να ομολογούν και να ασκούν τη δική τους θρησκευτική πρακτική και να χρησιμοποιούν τη δική τους γλώσσα, ιδιωτικά και δημόσια, ελεύθερα και χωρίς παρεμβολή ή διάκριση οποιασδήποτε μορφής.

Το διεθνές αυτό κείμενο, το οποίο αναφέρεται εκτενώς στις γλωσσικές μειονότητες, αποτελεί αναμφισβήτητα σταθμό στη θεσμική προστασία τους και οδηγό για τις επόμενες κι- νήσεις κρατικών οργάνων, μη κυβερνητικών οργανισμών και άλλων.

Επίσης, το «συμβούλιο της Ευρώπης» έχει καθιερώσει την ευρωπαϊκή χάρτα των περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών (1992), θεωρώντας ότι η προστασία των ιστορικών περιφερειακών ή μειονοτικών γλωσσών της Ευρώπης, κάποιες από τις οποίες βρίσκονται υπό απειλή ή υπό εξαφάνιση, συμβάλλει στη συντήρηση και την ανάπτυξη του πολιτισμικού πλούτου και των παραδόσεων της Ευρώπης.

Επίσης, το «συμβούλιο της Ευρώπης» θεωρεί ότι το δικαίωμα στη χρήση μιας περιφερειακής ή μειονοτικής γλώσσας, ιδιωτικά ή δημόσια, αποτελεί αναφαίρετο δικαίωμα, σύμφωνα με τις αρχές που διατυπώνονται από το σύμφωνο για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα του ΟΗΕ και σύμφωνα με το πνεύμα της σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και την προάσπιση των θεμελιωδών ελευθεριών του «συμβουλίου της Ευρώπης».

Σύμφωνα με το «συμβούλιο της Ευρώπης», «περιφερειακές ή μειονοτικές γλώσσες» εννοούνται οι γλώσσες που είναι:
1. Παραδοσιακά χρησιμοποιούμενες εντός δεδομένου εδάφους του κράτους, από πολίτες του κράτους αυτού, οι οποίοι αποτελούν ομάδα αριθμητικώς μικρότερη από το υπόλοιπο του πληθυσμού του κράτους και
2. Διαφορετικές από την / τις επίσημη/ες γλώσσα/ες του κράτους αυτού.
Οι Έλληνες στην Αλβανία αποτελούν εκτός των άλλων και μία σημαντική γλωσσική μειονότητα και οφείλει η χώρα να τους αποδώσει τα δικαιώματά τους.

Σε μία Αλβανία, η οποία προσδοκά να ενταχθεί πλήρως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η ύπαρξη τέτοιων μειονοτήτων πρέπει να γίνει διακριτή τύποις και ουσία.

Οι Έλληνες στην Αλβανία, μία ιστορική εθνοτική και γλωσσική ομάδα, πρέπει να έχουν τα δικαιώματά τους· σ, αυτήν την προσπάθεια έχουν συμμάχους τους δημοκράτες και υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από όλο τον κόσμο.