Τετάρτη 28 Αυγούστου 2024

Το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού στην Τουρκία


Γιώργος Παπαθανασόπουλος
Κρυπτοχριστιανοί στη σύγχρονη Τουρκία, 8 διηγήματα με βάση την αλήθεια
Εναλλακτικές Εκδόσεις, Αθήνα 2023

Της Θεοδώρας Ιωαννίδου Καρακουσόγλου* από το Άρδην τ. 130-131

Καλημέρα σας. Ευχαριστώ θερμά τον Σύλλογο Ελλήνων Χημικών για τη φιλοξενία. Ευχαριστώ επίσης τον φίλο, Γιώργο Παπαθανασόπουλο, που μου έδωσε την ευκαιρία να μιλήσω για το βιβλίο του Κρυπτοχριστιανοί στη σύγχρονη Τουρκία. Το βιβλίο αυτό, δεδομένης της ποντιακής καταγωγής μου, αποτελεί απόδοση φόρου τιμής και στους δικούς μου προγόνους. Η γιαγιά μου γεννήθηκε σε χωρίο της Χαλδίας, που είχε, πέραν των φανερών, και κρυφούς χριστιανούς. Το θέμα είναι βεβαίως ανεξάντλητο και μόνο μερικώς θα καλυφθεί.



Το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού είναι γνωστό από τότε που οι πιστοί λάτρευαν τον Χριστό σε κατακόμβες, για να αποφύγουν τις διώξεις εναντίον τους. Συνεχίστηκε σε όλη τη ρωμαϊκή περίοδο μέχρι την εποχή που, με τη μονοκρατορία του Μ. Κωσταντίνου το 324 και με βάση το Διάταγμα των Μεδιολάνων, που είχε εκδοθεί ήδη από το 313, επικράτησε ανεξιθρησκεία. Πέρασαν αιώνες χωρίς διωγμούς, αν και με την εμφάνιση των αιρέσεων η χριστιανοσύνη δοκιμάστηκε και πάλι. Με την εμφάνιση των Σελτζούκων Τούρκων τον 11ο αιώνα και αργότερα των Οθωμανών οι διώξεις πήραν διαφορετικό, αλλά επίσης επικίνδυνο χαρακτήρα, με τις πιέσεις για εξισλαμισμό. Όσοι χριστιανοί δεν δέχονταν να γίνουν μουσουλμάνοι, έχαναν τη ζωή τους. Ειδικά μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης και της Τραπεζούντας μεγάλος αριθμός  χριστιανών αναγκάστηκε να αλλάξει πίστη για να σωθεί. Η μόνη λύση για όσους ήθελαν να επιβιώσουν χωρίς να αρνηθούν τον Χριστό, ήταν ο κρυπτοχριστιανισμός, δηλαδή ο χριστιανισμός με μουσουλμανική κάλυψη. Υπάρχουν καταγραφές του φαινομένου σε όλη την έκταση της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Στον Πόντο και στην υπόλοιπη Μ. Ασία, στην Ήπειρο, στην Αλβανία και γενικότερα στα Βαλκάνια, στην Κρήτη, την Κύπρο. Πρώτη γραπτή μαρτυρία για το θέμα είναι οι δύο επιστολές του Πατριάρχη Ιωάννη του 14ου, όπου δίνονται συμβουλές στους κρυπτοχριστιανούς της Νίκαιας της Βιθυνίας. Ενώ όμως στις επιστολές αυτές υπάρχει προτροπή για μαρτύριο, σε άλλες περιπτώσεις συστήνεται η απόκρυψη της πίστης, Έτσι, παρότι ο επίσκοπος Όφεως Αλέξανδρος και μεγάλο μέρος των χριστιανών της περιοχής αναγκάστηκαν το 1670 να εξισλαμιστούν, συνέχισαν να εκτελούν με απόλυτη μυστικότητα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα, τις νηστείες και τα μυστήρια. Όπου υπήρχε άμεση σχέση με χριστιανικά μοναστήρια, όπως συνέβη στον ανατολικό Πόντο, ο εξισλαμισμός δεν παρατηρήθηκε στην τεράστια έκταση που σημειώθηκε αλλού. Παρ’ όλα αυτά, από τα μέσα του 17ου αιώνα, επί εποχής των ντερεμπέηδων, ατόμων με απόλυτη κληρονομική εξουσία στη ζωή και την περιουσία των χριστιανών, από τις 17 επισκοπές στην Τραπεζούντα έμεινε μόνο μία. Ανάμεσα σε όσους εξισλαμίστηκαν τότε ήταν και οι κάτοικοι της Λαζίας, που σταδιακά εξελίχθηκαν στους χειρότερους διώκτες των χριστιανών.

Όπου επιλέχθηκε η κρυπτοχριστιανική πρακτική, οι πιστοί εμφανίζονταν στην κοινωνία με ονόματα και συμπεριφορά των οπαδών του ισλάμ. Η διπλή αυτή θρησκευτική ζωή που αναγκάστηκαν να έχουν ήταν εντελώς αναγκαία. Επιβίωναν ως μουσουλμάνοι, χωρίς όμως να αρνούνται τον Χριστό. Υπήρξαν μάλιστα δωρητές του Πατριαρχείου και του Παναγίου Τάφου με τουρκικά ονόματα. Η καθημερινότητα των κρυφών ήταν τυπικά μουσουλμανική. Πήγαιναν στα τζαμιά, όπου όμως ψιθύριζαν χριστιανικές προσευχές, διάβαζαν το Κοράνι και έδειχναν πως κρατούν νηστεία στο Ραμαζάνι. Τις νύχτες όμως συμμετείχαν σε ακολουθίες, που γίνονταν είτε σε εκκλησίες φανερών χριστιανών είτε μέσα σε σταύλους ή αποθήκες χόρτων, που είχαν διαμορφώσει σε κρυφούς ναούς. Επέλεγαν για τα παιδιά τους μουσουλμανικά ονόματα που ήταν ηχητικά παρόμοια με τα χριστιανικά, όπως Μεμέτης για το Μιχάλης και Αλή για το Ηλίας. Όπου υπήρχαν μοναστήρια, δημιουργήθηκαν ειδικά αρχεία καταγραφής κρυφών  βαφτίσεων και γάμων.

Στην Κρώμνη του ανατολικού Πόντου, περιοχή κατ’ εξοχήν κρυπτοχριστιανική, το 1700 δεν υπήρχε ούτε ένα τζαμί, ούτε μία εκκλησία. Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι ήταν άθρησκοι οι κάτοικοι. Αντίθετα, λάτρευαν μυστικά τον Χριστό, με τη συνδρομή κρυφών ιερέων που συχνά ήταν μεταμφιεσμένοι ιερομόναχοι ή ακόμη και χοτζάδες. Στα αμιγώς χριστιανικά χωριά του Πόντου δεν χρειαζόταν να παίρνονται μεγάλες προφυλάξεις, παρά μόνο αν τα επισκέπτονταν για διοικητικούς λόγους κρατικοί υπάλληλοι. Στα μεικτά όμως υπήρχε μεγάλος φόβος για προδοσία και η αγωνία των κρυφών ήταν τεράστια. Συμβούλευαν τα παιδιά τους να μη μαρτυρήσουν πουθενά την κρυφή πίστη τους και φρόντιζαν μεγαλώνοντας να τα παντρεύουν μεταξύ τους. Αναγκάζονταν να τελούν το πρωί μουσουλμανικό γάμο και το βράδυ χριστιανικό. Ανάλογα γίνονταν και με τα υπόλοιπα μυστήρια. Το ίδιο και με τις κηδείες. Διαβαζόταν κρυφά με ιερέα η εξόδιος ακολουθία στο σπίτι και μετά με τον μουλά στο μουσουλμανικό νεκροταφείο. Κάποιες φορές μάλιστα ξεθάβονταν οι κρυφοί χριστιανοί για να θαφτούν και χριστιανικά. Άλλοτε έφερναν χώμα στην εκκλησία να το ευλογήσει ο παπάς και ύστερα πήγαιναν και το σκόρπιζαν στον τάφο.

Χαρακτηριστική των συνθηκών μυστικότητας είναι η περίπτωση του γάμου Πόντιας κρυπτοχριστιανής , που μέχρι τελευταία στιγμή θεωρούσε πως θα παντρευτεί μουσουλμάνο και περιγράφεται στους εξής στίχους:

Σιόνα μ’ μη τυραννιέσαι, και μ’ έης βαρύν καρδίαν

Θ’ αλλάεις το χρυσόν όνομα σ’ και τούρκικον

θα βάλεις. Θα παίρτς άντραν ολόχρυσον, χριστιανού παιδίν εν

Σα φανερά Μαχμούτ αγάς και σα κρυφά Νικόλας

Σο μοναστήρ’ μεσανυχτί θα πάτε στεφανούζ’ νε».

(Σιώνα μου μην τυραννιέσαι κι έχεις βαριά καρδιά. Θα αλλάξεις το χρυσό το όνομά σου και τούρκικο θα βάλεις. Θα πάρεις άντρα ολόχρυσο, χριστιανού παιδί είναι. Στα φανερά Μαχμούτ αγάς και στα κρυφά Νικόλας. Στο μοναστήρι τα μεσάνυχτα θα πάτε να στεφανωθείτε).

Με τον Χάρτη Διακαιωμάτων Τανζιμάτ του 1839, υπήρξαν κρυπτοχριστιανοί που φανερώθηκαν, αλλά υπέστησαν αντίποινα. Κάποιοι από αυτούς κρεμάστηκαν στην Πόλη και στην Προύσσα.  

Με το τέλος του β΄ Κριμαϊκού Πολέμου, η νικημένη από τη Ρωσία Τουρκία αναγκάστηκε να εκδώσει το 1856 τον Χάρτη Ανεξιθρησκείας Χάτι Χουμαγιούν. Έτσι, το 1857 φανερώθηκαν με τη στήριξη των Μεγάλων Δυνάμεων πολλοί κρυπτοχριστιανοί.

Ειδικά όσον αφορά τον Πόντο, 150 κρυπτοχριστιανοί από την Κρώμνη και τη γύρω περιοχή αποφάσισαν στη μονή Θεοσκεπάστου στην Τραπεζούντα να δηλώσουν χωρίς φόβο τη χριστιανική τους ιδιότητα. Στις 15 Ιουλίου 1857 συνέταξαν υπόμνημα προς τις Μεγάλες Δυνάμεις και το Πατριαρχείο, που το υπέγραψαν 45 πρόκριτοι από τους συμμετέχοντες, το Επιτροπικόν Γράμμα. Τότε γράφτηκε δίπλα στο τούρκικο και το χριστιανικό όσων φανερώνονταν. Και ήταν πολλοί. Χαρακτηριστικό είναι πως στα 55 χωριά της περιοχής Κρώμνης η αναλογία ήταν περίπου 9.500 μουσουλμάνοι, 17.000 κρυπτοχριστιανοί και 29.000 φανεροί χριστιανοί. Η τουρκική διοίκηση, ιδιαίτερα ανήσυχη με τις αποκαλύψεις αυτές, αντέδρασε προσθέτοντας δίπλα στα ονόματά τους των κρυφών χριστιανών τη λέξη τενεσούρ, δηλαδή αποστάτης. Στα ποντιακά αποκλήθηκαν κλωστοί, που σημαίνει γυρισμένοι (από το ρήμα κλώσκουμαι = γυρίζω).   

Ο χαρακτηρισμός τους ως αποστατών προκάλεσε πλήθος προβλημάτων. Δεν μπορούσαν να κληρονομήσουν τους γονείς τους, γιατί δεν επιτρεπόταν χριστιανοί να κληρονομούν μουσουλμάνο, τους στράτευαν ως πρώην μουσουλμάνους κ.λπ. Αναγκάστηκαν πολλοί και πάλι να επιστρέψουν στον κρυπτοχριστιανισμό.  

Με την ανταλλαγή των πληθυσμών όλοι αυτοί έμειναν στην Τουρκία, δεδομένου πως κριτήριο ήταν η θρησκεία και όχι η εθνική ταυτότητα. Μέχρι και το 1940, αρκετοί ανάμεσά τους ζήτησαν να έρθουν στην Ελλάδα, αλλά λόγω πολιτικών σκοπιμοτήτων αγνοήθηκε το αίτημά τους. Παράλληλα δεν ήρθαν στην Ελλάδα παιδιά ορφανά που οι Τούρκοι τα εξισλάμισαν και γυναίκες που είχαν απαχθεί ή είχαν παντρευτεί μουσουλμάνους. Επίσης κάποιοι που αλλαξοπίστησαν για να παραμείνουν στον τόπο τους και για να μη χάσουν τις περιουσίες τους.

Υπολογίζεται πως όλοι αυτοί ενδεχομένως να φτάνουν στον Πόντο αρκετές χιλιάδες, με δεδομένο πως στις αρχές του αιώνα, όταν ζούσαν στη Μ. Ασία 12.000.000 Τούρκοι, στον Πόντο υπήρχαν 43.000 κρυπτοχριστιανοί. Στις μέρες μας, με σχεδόν 85.000.000 Τούρκους, ενδεχομένως είναι πάνω από 300.000. Κανείς δεν ξέρει. Πολλοί νιόπαντροι Πόντιοι πάντως λέγεται πως επιλέγουν για ταξίδι του μέλιτος την Κωνσταντινούπολη, όπου παντρεύονται κρυφά και ως χριστιανοί. Υπολογισμός για την υπόλοιπη Μ. Ασία μπορεί να γίνει αναλογικά, αλλά λαμβάνοντας υπόψη ότι τα στοιχεία λόγω συνθηκών είναι αμφισβητήσιμα.  

Ο συγγραφέας του βιβλίου Γιώργος Παπαθανασόπουλος πραγματοποίησε με μικρή ομάδα συνταξιδιωτών επίσκεψη στην Τουρκία τη δεκαετία του 1990. Εκεί ήρθε σε επαφή με άτομα που ήταν οι ίδιοι κρυπτοχριστιανοί ή ήταν συγγενείς τους. Καταλυτικός ήταν ο ρόλος της ρασοφορίας του ποντιακής καταγωγής ιερομόναχου Κυρίλλου, όπως και η ευχέρειά του να συνεννοείται στα ποντιακά. Χωρίς την ιερατική του αμφίεση, δεν θα τολμούσαν να ανοίξουν συζήτηση όσοι τελικά τους εμπιστεύθηκαν.

Το αφηγηματικό ύφος του βιβλίου δίνει αρχικά την αίσθηση πως πρόκειται για  ταξιδιωτικές εντυπώσεις. Περιγράφονται τόποι, μνημεία, και εξορμήσεις, αν και υπογραμμίζεται η στενή παρακολούθηση από Γκρίζους Λύκους. Αναδύεται όμως μέσα από όλα αυτά και το ουσιώδες. Πρόκειται για τις δραματικές καταστάσεις στις οποίες γίνεται μέτοχος ο αναγνώστης. Με την ξεχωριστή αμεσότητα της αφήγησής του αποκαλύπτονται με απλότητα δοκιμασίες καθόλου απλές. Η ιστορική πληροφορία δεν μεταφέρεται με ακαδημαϊκή βαρύτητα, αλλά με εντελώς απέριττο τρόπο. Και κάτι ακόμη. Αντισταθμιστικά στον πόνο που προκαλείται λειτουργούν και τα σχέδια της συζύγου του συγγραφέως Αγγελικής, στα οποία τη λιτή εικονογραφία σφραγίζει μια παιδική αθωότητα.  

Στο βιβλίο περιέχονται οκτώ αληθινές ιστορίες. Οι τέσσερεις εξελίσσονται στη Σμύρνη, στη Σινασσό, στη Μαγνησία και την Κωνσταντινούπολη, οι άλλες στον Πόντο. Μέσα από αυτές μοιραζόμαστε τη λαχτάρα του νεαρού ξεναγού της ταξιδιωτικής ομάδας , του Μπεράτ, να βαφτιστεί χριστιανός. Έχει διαίσθηση πως είναι ελληνικής καταγωγής. Συγκινούμαστε με τον αξιωματούχο του τουρκικού στρατού, που πριν πεθάνει η προφανώς κρυπτοχριστιανή γιαγιά του, του είχε ζητήσει να δώσει το όνομά της σε ορθόδοξο ιερέα για να τη μνημονεύει. Παράλληλα γινόμαστε μέτοχοι των οικογενειακών βιωμάτων του συγγραφέα, όπως κατατίθενται εκτενέστερα στο βιβλίο του Μέρες αποκάλυψης στην Ιωνία, δηλαδή στην έξοδο της γιαγιάς του από τη μαρτυρική Σμύρνη.

Σε άλλη ιστορία του βιβλίου μαθαίνουμε για νέο άνδρα, γεννημένο στην Ελλάδα, που έγινε μουσουλμάνος, επειδή παντρεύτηκε Τουρκάλα. Ζούσε στη Σινασσό της Καππαδοκίας. Δεν ήταν κρυπτοχριστιανός, αλλά το γεγονός πως αλλαξοπίστησε βάραινε την ψυχή του. Άλλη αφήγηση αφορά υπάλληλο του αεροδρομίου της Κωνσταντινούπολης, που βρίσκει το θάρρος να ζητήσει από τον πατέρα Κύριλλο να της διαβάσει μια ευχή, χωρίς η ίδια να παίρνει ιδιαίτερες προφυλάξεις και χωρίς να νοιάζεται για τυχόν επιπτώσεις. Είναι αυτή που τελικά μαθαίνουμε πως έρχεται στην Ελλάδα, όπου ζει και να πιστεύει ελεύθερα.  Ο συγγραφέας καταθέτει και μία ακόμη περίπτωση, που την έμαθε στο ίδιο αεροδρόμιο συζητώντας με Τραπεζούντιο, που ήταν μετανάστης στη Γερμανία. Τα παιδιά που απέκτησε από τον γάμο του με Γερμανίδα ήταν βαφτισμένα.  

Οι ιστορίες του Γιώργου Παπαθανασόπουλου που αφορούν τον Πόντο, έχουν περισσότερο δραματικό χαρακτήρα. Ως συγγραφέας δύο βιβλίων για την ποντιακή γενοκτονία, ζητώ την επιείκειά σας, επειδή αναφέρθηκα ήδη εκτενέστερα στον Πόντο, αλλά και γιατί χρειάζεται να συνεχίσω ανάλογα.

Η πρώτη ιστορία εξελίσσεται στα περίχωρα της Τραπεζούντας. Νέος άνδρας με τη γυναίκα του, κρυπτοχριστιανοί της περιοχής Παναγίας Σουμελά, οδηγούν επισκέπτη της μονής ιερέα, στο σπίτι τους. Εκεί, τον εκλιπαρούν να ευλογήσει το άρρωστο παιδί τους. Έτσι και γίνεται. Γεγονός που το εκμυστηρεύθηκε στον γνωστό του από την Ελλάδα πατέρα Κύριλλο, όταν συναντήθηκαν τυχαία έξω από το μοναστήρι. Αργότερα μαθεύτηκε πως οι γονείς πλήρωσαν την ενέργειά τους αυτή, με πυρπόληση του σπιτιού τους, μετά από λίγες μέρες. Τους είχαν προδώσει.

Η επίσκεψη στη μονή Βαζελώνα έκρυβε άλλη έκπληξη. Συνάντησαν εκεί έναν κατά Χριστόν σαλό, που όμως νοητικά ήταν απόλυτα υγιής. Είχε επιλέξει τη σαλότητα για να σώσει τη ζωή του, χωρίς να χρειαστεί να εξισλαμιστεί. Προσευχόταν σε κρυμμένο εκκλησάκι που υπήρχε σε δύσβατο μέρος. Το κάλυπτε κατάλληλα , ώστε να φαίνεται αποθήκη χόρτων. Όταν καταστράφηκε το 1916 η μονή, ο ίδιος ήταν δεκαοκτώ ετών, δόκιμος μοναχός. Εκδιώχθηκε η αδελφότητα κακήν κακώς, σφάχτηκαν από Λαζούς εκατοντάδες χριστιανοί, λεηλατήθηκαν θησαυροί αιώνων. Εκείνος όμως δεν έφυγε. Αποφάσισε να μείνει παριστάνοντας τον τρελό. Τριγυρνούσε για εβδομήντα χρόνια σαν στοιχειό στα ερείπια. Δεν ήταν όμως χρόνια μοναξιάς, όπως δήλωσε. Είχε κοντά του τους αγίους, τον Χριστό, τον άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο.

Ο συγγραφέας περιγράφει επίσης σε άλλη ιστορία του ένα ακόμη συγκλονιστικό γεγονός. Μετά την επίσκεψή τους στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, κατέληξαν για φαγητό σε κάποια ταβέρνα. Εκεί ο ιδιοκτήτης ζήτησε από τον ιερομόναχο Κύριλλο να  διαβάσει ευχή στον πατέρα του, που βρισκόταν σε παρακείμενο δωμάτιο. Έτσι κι έγινε. Ο ηλικιωμένος άνδρας περιέγραψε πώς έμεινε πεντάρφανος στα δέκα χρόνια του και αναγκάστηκε, μετά τη φυγή των Ρωμιών από την περιοχή, να ζήσει ως κρυπτοχριστιανός κοντά στους υπαίτιους του χαμού όλης του της οικογένειας. Είχε κρατήσει τόση μυστικότητα μάλιστα για την πίστη του, που την αγνοούσαν ακόμη και  οι δύο παντρεμένες στην Κωνσταντινούπολη κόρες του.

Η συνάντηση του συγγραφέα και του πατέρα Κύριλλου με τις κόρες του αυτές είχε επίσης δραματικό χαρακτήρα. Η μία ήταν γιατρός, η άλλη νοσοκόμα. Τις συνάντησαν με μεγάλες προφυλάξεις στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν κι οι δύο βαφτισμένες χριστιανές και γνώριζαν πως είχαν πατέρα κρυπτοχριστιανό, αλλά δεν του είχαν ομολογήσει πως το ξέρουν. Όσο για τις ίδιες, ζούσαν με τον τρόμο μη μαθευτεί το μυστικό τους στους μουσουλμάνους συζύγους τους, γιατί οι επιπτώσεις θα ήταν τραγικές. Θα μπορούσαν να τις χωρίσουν και να πάρουν τα παιδιά τους.

Αυτό που κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση από το τόσο σημαντικό βιβλίο του Γιώργου Παπαθανασόπουλου είναι ότι, διαβάζοντάς το, παρότι κατανοούμε πως το θέμα είναι ανεξάντλητο, δηλαδή πως οπωσδήποτε υπάρχουν κι άλλες πληροφορίες, ο πυρήνας της κατάστασης γίνεται σίγουρα κτήμα μας.

Έτσι, τελειώνοντας την ανάγνωση, έχουμε πλήρως αντιληφθεί πόσο βασανιστική είναι η έλλειψη θρησκευτικής ελευθερίας σε χώρες καταστροφείς πολιτισμού, όπως η Τουρκία. Επίσης πόσο σημαντικός  για την εκδήλωση της χριστιανικής πίστης είναι ο ρόλος της φυγής από τη χώρα αυτή. Το ζευγάρι με το άρρωστο μικρό φεύγει στη Γερμανία και εκεί βαφτίζονται όλοι. Η κρυπτοχριστιανή υπάλληλος του αεροδρομίου έρχεται και ζει μόνιμα στην Ελλάδα. Ο Τραπεζούντιος του αεροδρομίου και ένας μετανάστης στη Γαλλία αδελφός των δύο γυναικών, της γιατρού και της νοσοκόμας, είχαν παντρευτεί χριστιανές, αφού πρώτα εγκατέλειψαν την Τουρκία. Με τη φυγή κέρδισαν τη θρησκευτική τους ελευθερία. Κάποιες φορές μάλιστα τέτοια πρέπει να θεωρείται και η μετακίνηση στην πολυάνθρωπη Κωνσταντινούπολη. Στο σημείο αυτό μπορώ να καταθέσω κάτι ακόμη. Ιδιαίτερα αξιόπιστο άτομο με έχει ενημερώσει σχετικά πρόσφατα ότι οι κάτοικοι χωριών του Πόντου, που έχουν μεταναστεύσει μαζικά στη Γερμανία, προσέτρεχαν σε ιερομόναχο που επισκεπτόταν συχνά τη χώρα αυτή, για να εξομολογηθούν.

Ανάλογο ρόλο με τη φυγή έχει και η σιωπή. Οι δύο αδελφές έχουν καταλάβει ότι πατέρας τους είναι κρυπτοχριστιανός, αλλά δεν του το είπαν και εκείνος αγνοεί πως το ξέρουν. Οι άνδρες τους πάλι ούτε καν υποψιάζονται πως είναι χριστιανές και εκείνες τρέμουν τις επιπτώσεις μιας τέτοιας αποκάλυψης. Η γυναίκα του στρατιωτικού στη Σμύρνη δεν έμαθε ποτέ πως η μάνα κι η γιαγιά του άνδρα της ήταν χριστιανές. Τα τρία παιδιά του δεν ξέρουν τίποτε επίσης. Ο άνδρας κι η γυναίκα με το άρρωστο μικρό, παντρεύτηκαν μουσουλμανικά και μόνο μετά τον γάμο τόλμησαν να ομολογήσουν πως είναι και οι δύο κρυφοί χριστιανοί. Θεμέλιο και συνοδός της σιωπής ο τρόμος.

Μια άλλη αλήθεια, η πιο πικρή ίσως, είναι ο λόγος για τον οποίο απόμειναν όλοι αυτοί στην Τουρκία. Ο μεν πατέρας του ταβερνιάρη έμεινε ορφανός, με σκοτωμένο από τους Τούρκους τον πατέρα και τα δύο μεγαλύτερα αδέλφια του και με τη μάνα και την αδελφή του να έχουν αυτοκτονήσει για να γλιτώσουν. Δηλαδή από έξι άτομα έμεινε ολομόναχος και ήταν ακόμη παιδί. Μπήκε σε ορφανοτροφείο και ύστερα υιοθετήθηκε από Τούρκους.  Άλλα παιδιά έμειναν με τη βία και εξισλαμίστηκαν. Μικρά κορίτσια αρπάχτηκαν και παντρεύτηκαν αναγκαστικά με μουσουλμάνους, όπως  η γιαγιά του Τραπεζούντιου μετανάστη και η γιαγιά τής υπαλλήλου στο αεροδρόμιο.

Δύο φορές στο βιβλίο διαβάζουμε για τη μεταλαμπάδευση της πίστης από μάνα σε κόρη κι από κει στα εγγόνια. Ο ρόλος των γυναικών στο θέμα είναι καίριος. Επίσης ερχόμαστε σε επαφή με μια ατμόσφαιρα ενοχών και τύψεων. Τύψεις ο ερωτευμένος που αλλαξοπίστησε για να παντρευτεί την Τουρκάλα που αγάπησε, τύψεις και ο γέροντας πατέρας του ταβερνιάρη, που ορφάνεψε και οι θετοί γονείς του τον εξισλάμισαν.  

Περισσότερο τραγικοί βέβαια είναι όσοι ανέβηκαν και ανεβαίνουν ακόμη τον Γολγοθά της κρυφής χριστιανοσύνης τους. Γεγονός που εμείς είμαστε ανίκανοι να αντιληφθούμε έχοντας πλήθος εκκλησιών που με ανοιχτές πόρτες περιμένουν να καμφθεί η χριστιανική αδιαφορία μας. Μάρτυρες της πίστης όλοι αυτοί, που  χωρίς να ευθύνονται έζησαν και ζουν, πέθαναν και πεθαίνουν ξεχασμένοι από μας, αλλά κυρίως από τη διαχρονικά  ανάλγητη για συμμαχικούς λόγους Πολιτεία.

Η μεγάλη προσφορά του βιβλίου Κρυπτοχριστιανοί στη σύγχρονη Τουρκία είναι πως ανακίνησε ένα θέμα που μπορεί μεν να άρχισε να συζητιέται τα τελευταία σαράντα χρόνια στην Ελλάδα, αλλά που αξίζει να του δοθεί μεγαλύτερη προσοχή. Όχι μόνο για ανθρωπιστικούς, αλλά και εθνικούς λόγους. Ειδικά με την ευκολία επικοινωνίας στις μέρες μας, καθώς αναζητούνται τρόποι επαφής των ομογενών τής εδώ και της απέναντι πλευράς. Δεν περιμένουμε φυσικά να παραδεχτούν ή να αρνηθούν κάποιοι πως είναι κρυφοί χριστιανοί, αλλά είναι σημαντικό να γνωρίζουν πως είναι τεμέτεροι, όπως λέμε στα ποντιακά τους συμπατριώτες. Κάποιοι έχουν έρθει και βαφτίστηκαν στην Ελλάδα. Άλλοι κάνουν τεστ DNA, γεγονός που τρομοκρατεί την τουρκική κυβέρνηση, η οποία στην προσπάθειά της να αποθαρρύνει όσους ενδιαφέρονται, δυσφημίζει τις εταιρείες στις οποίες απευθύνονται.

 Μπορεί να έχουν παρατεθεί σε σχετικά βιβλία πλήθος ιστορικές μαρτυρίες για το θέμα. Σίγουρα όμως διαβάζοντας το εξαιρετικό βιβλίο του Γιώργου Παπαθανασόπουλου γινόμαστε μέτοχοι ενός δράματος, που απαιτούσε τον σεβασμό και τη διακριτικότητα ενός συγγραφέα, που ευτυχώς, δεν υπήρξε ποτέ μόνο χημικός. Είναι και δημοσιογράφος με εδραιωμένες πεποιθήσεις, ευρεία πληροφόρηση και βαθύ πατριωτισμό. Συμμετέχει με υπευθυνότητα στα κοινά, εκφράζει απόψεις πέραν κομματικών αποχρώσεων και μας ενημερώνει με τρόπο που μόνο άτομα με πολυεπίπεδη και βαθιά καλλιέργεια μπορούν να επιτύχουν. Ευγνώμονες όλοι. Πόντιοι και μη.

Η Θεοδώρα Ιωαννίδου Καρακουσόγλου είναι συγγραφέας δύο βιβλίων για τον Πόντο: ΟΣΟΙ ΔΕΝ ΓΕΛΑΣΑΝ ΠΟΤΕ (THE HOLOCAUST OF THE PONTIAN GREEKS ο αγγλικός τίτλος) και Η ΕΞΟΝΤΩΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ (RELIGIOUS PERSECUTION OF GREEKS IN PONTUS ο αγγλικός τίτλος)

*Απόσπασμα από ομιλία – παρουσίαση του βιβλίου του Γιώργου Παπαθανασόπουλου, Κρυπτοχριστιανοί στη σύγχρονη Τουρκία, που πραγματοποιήθηκε στις 22-11-23, στην Αίθουσα Εκδηλώσεων της Ένωσης Ελλήνων Χημικών.