Θεοφάνης Μαλκίδης
Είναι γνωστό εδώ και καιρό ότι σχεδιάζεται μια πολιτική για μια ψευδεπίγραφη ελληνοτουρκική φιλία και προσέγγιση, η οποία όμως, από τη μία, συνομιλεί με τον Ερντογάν και τους οραματιστές της εισβολής στον Έβρο και το Αιγαίο («σχέδιο Βαριοπούλα», «Στρατηγικό Βάθος», «Γαλάζια Πατρίδα» κ.λπ.) και, από την άλλη, αποκλείει τους λαούς της Τουρκίας, όπως οι Κούρδοι, οι οποίοι αγωνίζονται για την ελευθερία τους.
Μπροστάρηδες σ’ αυτήν την πολιτική «ψυχραιμίας, σύνεσης και φιλίας» που έχει πάρει το χαρακτήρα μονόδρομου στην εξωτερική πολιτική, είναι η Επιτροπή του Βραβείου Ιπεκτσί. Μια Επιτροπή που «απονέμει βραβεία και στις δύο πλευρές του Αιγαίου για την προώθηση της φιλίας μεταξύ των δύο λαών τιμώντας τη μνήμη του Αμπντί Ιπεκτσί», ο οποίος υποτίθεται ότι προώθησε, κατ’ αυτήν, την ειρήνη και την προσέγγιση.
Ο Αμπντί Ιπεκτσί ήταν αρχισυντάκτης της «Μιλλέτ» και θεωρείται το alter ego του πρωθυπουργού της εισβολής της Τουρκίας στην Κύπρο, Μπουλέντ Ετσεβίτ.
Ο Ιπεκτσί, σύμφωνα με τις απόψεις συναδέλφων του, ήταν ένας κατά δήλωση, μετριοπαθής σοσιαλδημοκράτης, αλλά βαθύτατα εθνικιστής,εέχοντας δεσμούς με τις ένοπλες δυνάμεις και γνωρίζοντας πρόσωπα και πράγματα και μπορεί να χαρακτηρισθεί, σύμφωνα με τον αείμνηστο καθηγητή Νεοκλή Σαρρή, ως «ο κύριος εκπρόσωπος του πολιτικοστρατιωτικού κατεστημένου της Τουρκίας».
Δεν είναι τυχαίο που ο Ιπεκτσί ήταν υποστηρικτής της χούντας της 12ης Μαρτίου του 1971 και δήλωνε «ότι ο στρατός έκανε πραξικόπημα για να ενισχύσει τη Δημοκρατία»! Οι στενές του σχέσεις με το στρατογραφειοκρατικό κατεστημένο του τουρκικού καθεστώτος, τον ώθησαν να επεξεργαστεί από πολύ κοντά την εισβολή στην Κύπρο, ωθώντας τον Ετσεβίτ να πάρει τελικά την «αναγκαία» πολιτική απόφαση για τις «ειρηνιστικές» επιχειρήσεις «Αττίλας 1» και «Αττίλας 2». Οι σχέσεις αυτές θα επισημοποιηθούν λίγο καιρό μετά, όταν το 1975 παρέστη ως απεσταλμένος της τουρκικής κυβέρνησης με την ιδιότητα του διπλωμάτη σε συζήτηση για το Κυπριακό.
Για να οδηγήσει τον Ετσεβίτ, τον πρωθυπουργό του «Αττίλα», στα ανώτατα πολιτικά κλιμάκια της Τουρκίας, ο Ιπεκτσί είχε «τραβήξει πάρα πολλά επί δέκα χρόνια», όπως είχε εκμυστηρευτεί στον Τούρκο δημοσιογράφο, Τζουνέιτ Αρτζαγιουρέκ, σ’ ένα ταξίδι τους στις ΗΠΑ, ενώ οι απόψεις του για το Αιγαίο και την Κύπρο είναι οι επίσημες τουρκικές, δηλαδή συγκυριαρχία, διχοτόμηση, συνεκμετάλλευση για το αρχιπέλαγος και αποδοχή των τετελεσμένων της εισβολής στην Κύπρο.
Για το Αιγαίο έγραφε σε άρθρο του στις 21 Αυγούστου του 1976: «… Η Τουρκία υπέγραψε το 1958 συμφωνία με την οποία αποδεχόταν την ύπαρξη υφαλοκρηπίδας των νησιών … Τελικά, οι τουρκικές κυβερνήσεις ξύπνησαν όταν μια μέρα βρέθηκε πετρέλαιο στην Θάσο… Δεν χρειάζεται να μπούμε σε λεπτομέρειες για να δείξουμε ότι οι παραλείψεις των τουρκικών κυβερνήσεων δημιούργησαν μεγάλες αδικίες εις βάρος της Τουρκίας… Με μια ματιά στο χάρτη μπορεί κανείς να καταλάβει ότι η ηγεμονία των Ελλήνων στο Αιγαίο δεν στηρίζεται σε κανένα δίκαιο. Αυτή η κατάσταση πρέπει να αλλάξει, αυτό είναι δεδομένο. Το θέμα είναι αν αυτό θα γίνει με το καλό ή θα χρειαστεί βία. Αυτή είναι η ουσία του θέματος».
Φίλος του Ιπεκτσί και συνεργάτης του στις συζητήσεις στο Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου της Ζυρίχης, που αποσκοπούσαν στην προσέγγιση μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων δημοσιογράφων για χαμήλωμα εκατέρωθεν των τόνων, κάτι που το έκαναν οι Έλληνες συνάδελφοι τους αλλά οι Τούρκοι δεν τηρούσαν με το πρόσχημα «δεν μπορούμε να ελέγξουμε τον τύπο στην Τουρκία», ήταν ο Γιαλμάν.
Ο Γιαλμάν ήταν αντιπρόεδρος της τρομοκρατικής οργάνωσης «Η Κύπρος είναι Τουρκική», που ευθύνεται για τα Σεπτεμβριανά του 1955 και την εκδίωξη του ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης. Εκδίωξη η οποία στηρίχθηκε στην προβοκάτσια των Τούρκων για βόμβα στο φερόμενο ως σπίτι του Κεμάλ στη Θεσσαλονίκη, προβοκάτσια η οποία στηρίχθηκε από το Τουρκικό Προξενείο της Κομοτηνής!
Για την Κύπρο, ο Ιπεκτσί υποστήριζε την εισβολή και ήταν αυτός που ώθησε τον Ετσεβίτ να προχωρήσει σ’ αυτήν, μια και όπως λέει ο Τούρκος δημοσιογράφος Ν. Αρτζαγιουρέκ, στο βιβλίο του «Demokrasinin sonbahari 1977-78» («Φθινόπωρο της Δημοκρατίας») «ο Ιπεκτσί επηρέαζε τόσο τον Ετσεβίτ που συζητούσε όλα τα ζητήματα μαζί του και μάλιστα τον επηρέαζε στην τελική λήψη των αποφάσεων»
Ο Dogus Aucioglou στο βιβλίο του «Επανάσταση και Δημοκρατία», γράφει ότι η εφημερίδα «Μιλλέτ», επίσημο όργανο του Κεμαλικού κόμματος, ξεκίνησε εκστρατεία ενίσχυσης του τουρκικού στρατού αμέσως μετά την εισβολή (24 Ιουνίου 1974), μια εκστρατεία που την ενίσχυσε και η DISK (Ομοσπονδία Εργατικών Επαναστατικών Συνδικάτων), με πρόεδρο τον Κεμάλ Τουλκλέρ, περικόπτοντας από κάθε Τούρκο εργάτη ένα μεροκάματο!
Σε άρθρο του στην ίδια εφημερίδα (16 Ιουνίου 1976), ο Ιπεκτσί εκθείαζε την εισβολή στην Κύπρο και την θεωρούσε νόμιμη, μάλιστα θεωρούσε ότι είχε αργήσει να πραγματοποιηθεί, ενώ για τα «γεγονότα» (έτσι ονόμαζε την εισβολή) στην Κύπρο έγραφε «πως έδειξαν ότι Τούρκοι και Έλληνες δεν μπορούν να ξαναζήσουν μαζί και το μέτρο που πρέπει να παρθεί για να αποφευχθούν όλοι οι κίνδυνοι πολέμου είναι η πραγματοποίηση μιας ομοσπονδίας στο νησί».
Ο Ιπεκτσί δεν παρέλειψε να γράψει και για την καταπίεση των «Τούρκων» της Θράκης με το άρθρο του «Soyadaslarinizi Bati Trayada tutmanin yolu bu olmanalidir» («Αυτός θα πρέπει να είναι ο δρόμος για να κρατήσουμε τους αδελφούς μας στη Δυτική Θράκη») στο περιοδικό «Turk Dunyasi« («Τουρκικός Κόσμος» (τεύχος 4-14).
Ο Ιπεκτσί δολοφονήθηκε την 1η Φεβρουαρίου 1979 από τους φασίστες «Γκρίζους Λύκους», τους σημερινούς συγκυβερνήτες του Ερντογάν και πιο πιθανός δράστης φέρεται ο Αλί Αγτσά, αυτός που αποπειράθηκε να σκοτώσει και τον Πάπα.
Οι «Γκρίζοι Λύκοι» είχαν την υποστήριξη του Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, ο οποίος είχε πει στον Ιπεκτσί λίγο πριν τη δολοφονία του, πως «αν υποστήριζες εμάς όσο έκανες με τον Ετσεβίτ τότε θα είχαμε λύσει πολλά προβλήματα της χώρας», καθώς και του Στρατού και είχαν πόλεμο με το κόμμα του Ετσεβίτ, που τασσόταν υπέρ του κοινοβουλευτικού φασισμού.
Το διάστημα που δολοφονήθηκε ο Ιπεκτσί βρισκόταν σε εξέλιξη ένα πογκρόμ εναντίον Κούρδων και Τούρκων αντικαθεστωτικών, με αποτέλεσμα, από το 1977 έως το 1980, να σκοτωθούν 3.972 άτομα και να τραυματιστούν 16.940.
Από το 1979, χρονιά δολοφονίας του Ιπεκτσί, η Τουρκία προώθησε μια «προσέγγιση» με την Ελλάδα, με ένα σχέδιο που από τη μια μεριά είχε καθαρά εδαφικές διεκδικήσεις, που είχαν ενταθεί με την αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, θέτοντας το Αιγαίο και τη Θράκη υπό διαπραγμάτευση, και από την άλλη διέδιδε ότι και οι δύο λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα μεταξύ τους προωθώντας τη «φιλία».
Σε όλη την προσπάθεια προώθησης της «φιλίας» πρωτοστατούσε ο Ιπεκτσί και πλέον ήταν τιμή για κάποιον να παίρνει βραβείο αφιερωμένο στη μνήμη του. Από το 1986 θα πάρει σάρκα και οστά το Βραβείο Ειρήνης και Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί, που απονέμεται σε άτομα και φορείς που προωθούν την ελληνοτουρκική φιλία βαδίζοντας στα χνάρια και στο δρόμο που χάραξε ο «προαγωγός» της. Ο οραματιστής δηλαδή της αμφισβήτησης και διεκδίκησης του Αιγαίου και της Θράκης και της εισβολής στην Κύπρο…