Ὑπὲρ τὰ πάντα σοι συναθλεῖν ἐκ λίθων,
Μύστας Πάτερ σούς, ἐξεπαίδευσας τάχα.
Σὺν δυσὶν ἑβδομάτῃ Δομέτιος ἐλεύσθη μύσταις.
Ο Oσιομάρτυρας Δομέτιος ήταν Πέρσης και έζησε στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Διδάχθηκε τη χριστιανική πίστη από κάποιο χριστιανό, που ονομαζόταν Άβαρος.
Όταν το έμαθαν αυτό οι άνθρωποι του σπιτιού του, εξεγέρθηκαν εναντίον του και ο Δομέτιος αναγκάσθηκε να τους εγκαταλείψει. Κατέφυγε στην πόλη Νίσιβη στα βυζαντινά σύνορα, οπού κλείστηκε σε κάποια μονή. Αναχώρησε, όμως, κι από κει, για να έλθει στη Θεοδοσιούπολη, στη μονή Σεργίου και Βάκχου, όπου ο Δομέτιος καλλιέργησε σε μεγάλο βαθμό τις αρετές του Ευαγγελίου.
Ο προϊστάμενος της μονής Ουρβέλ, βλέποντας την πνευματική ανωτερότητα του Δομετίου, θέλησε να τον κάνει πρεσβύτερο. Αλλά ο αγώνας του Δομετίου δεν ήταν πως θα αρπάξει αξιώματα, αλλά πως θα τα αποφύγει. Διότι έμαθε από τον Κύριο του Ιησού Χριστό, να είναι «ταπεινός τη καρδία» που σημαίνει, ταπεινός στο φρόνημα και την εσωτερική διάθεση. Γι’ αυτό και έφυγε στα όρη και ζούσε μέσα σε μια σπηλιά με δύο μαθητές του. Όταν κάποτε περνούσε από ‘κει ο Ιουλιανός ο Παραβάτης, διέταξε να τον σκοτώσουν. Οι στρατιώτες του Ιουλιανού βρήκαν το Δομέτιο και τους μαθητές του να ψάλλουν μέσα στη σπηλιά, όπου τους φόνευσαν με λιθοβολισμό.
Λειτουργικά κείμενα
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν τῆς χάριτος λόγον εἰσποιησάμενος, πυρσολατρῶν τᾶς τερθρείας ἀπεποιήσω σοφῶς, τῷ Χριστῷ ἀνατεθεῖς Πάτερ Δομέτιε, καὶ ἐν ἀθλήσει ἀκλινής, ὡς ὁσίων μιμητής, ἐδείχθης Ὁσιομάρτυς, διὸ σὲ ὕμνοις τιμῶμεν, σὺν φοιτητῶν σου τὴ δυάδι σοφέ.