Βρισκόμαστε στὸ ἔτος 1825. Τέσσερα χρόνια μετὰ τὴν κήρυξη τοῦ ἑλληνικοῦ ἀγῶνα γιὰ ἀνεξαρτησία, ὕστερα ἀπὸ μεγάλες νῖκες καὶ ποταμοὺς αἵματος, ἡ ἐπανάσταση κινδυνεύει. Ἐνῶ κάθε ἀντίσταση στὴν Πελοπόννησο καταρρέει κάτω ἀπὸ τὰ χτυπήματα τοῦ Αἰγυπτιακοῦ στρατοῦ ποὺ ὁδηγεῖ ὁ Ιμπραΐμ πασᾶς, μιὰ χούφτα Ἑλλήνων δίνει τὴν ὕστατη μάχη σὲ ἕνα...μικρὸ χωριὸ τῆς Ἀργολίδας...
Ἡ ἀπόβαση τῶν Αἰγυπτίων στὴν Πελοπόννησο ἀποτέλεσε τρομακτικὴ ἀπειλὴ γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἐπαναστάτες, ἤδη ἀποδυναμωμένους ἀπὸ τὸν ἐμφύλιο πόλεμο. Μὲ διαδοχικὲς ἐπιτυχίες στὸ Κρεμμύδι, τὸ Μανιάκι, τὸ Νιόκαστρο καὶ τὴν Τραμπάλα, ὁ τακτικὸς στρατὸς τοῦ Ιμπραΐμ, ἄριστα ἐξοπλισμένος καὶ ἐκπαιδευμένος ἀπὸ Εὐρωπαίους ἀξιωματικούς, φαινόταν ἀνίκητος, τοὐλάχιστον σὲ ἀνοικτὲς συγκρούσεις. Μὲ τὴν ταχεῖα κατάληψη τῆς Τριπολιτσάς ἡ ἑλληνικὴ ἄμυνα θὰ παραλύσει, μὲ τοὺς ὁπλαρχηγοὺς νὰ διασκορπίζονται γιὰ τὰ χωριά τους. Ἑπόμενος στόχος τῶν Αἰγυπτίων είναι το Ναύπλιο, ἕδρα τῆς Ἑλληνικῆς κυβέρνησης.
Στοὺς Μύλους κοντὰ στὴν λίμνη Λέρνης 10 λεπτὰ ἔξω ἀπὸ τὸ Ἄργος ἦταν ἐγκατεστημένα τὰ μεγάλα ἀποθέματα δημητριακῶν ἀπὸ τὰ ὁποῖα σιτίζονταν τὸ Ναύπλιο καθὼς καὶ τὰ στρατεύματα καὶ μεγάλο μέρος τῶν κατοίκων τῆς Ἀργολίδας καὶ Κορινθίας. Παρόλα αὐτά, ἡ περιοχὴ ἦταν ἀνοχύρωτη. Ὅταν τὸ 1825 ὁ Ιμπραήμ κατέβηκε στὴν Πελοπόννησο, οἱ Μύλοι προσβλήθηκαν ξαφνικὰ στὶς 13 Ἰουνίου ἀπὸ μιὰ φάλαγγα Αἰγυπτίων.
Χαρακτηριστικὸς εἶναι καὶ ὁ διαλόγος τοῦ Μακρυγιάννη μὲ τὸν υποναύαρχο Δεριγνύ λίγο πρὶν τὴ Μάχη, ὅπως τὸν περιγράφει ὁ ἴδιος στὰ ἀπομνημονεύματά του:
“Ἐκεῖ ὀποὔφκιανα τίς θέσες εἰς τούς Μύλους, ἦρθε ὁ Ντερνύς νά μέ ἰδῆ. Μοῦ λέγει: “Τί κάνεις αὐτοῦ; Αὐτές οἱ θέσες εἶναι ἀδύνατες· τί πόλεμο θά κάνετε μέ τόν Μπραΐμη αὐτοῦ;”. Τοῦ λέγω: “Εἶναι ἀδύνατες οἱ θέσες καί ἐμεῖς, ὅμως εἶναι δυνατός ὁ Θεός ὁποῦ μᾶς προστατεύει· καί θά δείξωμεν τήν τύχη μας σ’ αὐτές τίς θέσες τίς ἀδύνατες· κι’ ἄν εἴμαστε ὀλίγοι εἰς τό πλῆθος τοῦ Μπραΐμη, παρηγοριόμαστε μ’ ἕναν τρόπον, ὅτι ἡ τύχη μᾶς ἔχει τούς Ἕλληνες πάντοτε ὀλίγους. Ὅτι ἀρχή καί τέλος, παλαιόθεν καί ὥς τώρα, ὅλα τά θερία πολεμοῦν νά μᾶς φᾶνε καί δέν μποροῦνε· τρῶνε ἀπό μᾶς καί μένει καί μαγιά. Καί οἱ ὀλίγοι ἀποφασίζουν νά πεθάνουν· καί ὅταν κάνουν αὐτείνη τήν ἀπόφασιν, λίγες φορές χάνουν καί πολλές κερδαίνουν. Ἡ θέση ὁποῦ εἴμαστε σήμερα ἐδῶ εἶναι τοιούτη· καί θά ἰδοῦμεν τήν τύχη μας οἱ ἀδύνατοι μέ τούς δυνατούς”. –”Τρέ μπιέν”, λέγει κι’ ἀναχώρησε ὁ ναύαρχος”.
Οἱ στίχοι τοῦ τραγουδιοῦ ποὺ ἀκούγεται στὸ παραπάνω βίντεο, γράφτηκαν ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Μακρυγιάννη
Ἡ χρονικὴ σειρὰ τῶν γεγονότων
Στὶς 11 Ἰουνίου ὁ Μακρυγιάννης μὲ 150 ἄνδρες εἶχε φτάσει στοὺς Μύλους, προερχόμενος ἀπὸ ἀποτυχημένες δράσεις στὴν Μεσηνία καὶ Ἀρκαδία. Τὸ πρωὶ τῆς 12ης Ἰουνίου ἐμφανίστηκε ὁ Αἰγυπτιακὸς στρατὸς στὴν Αργολική πεδιάδα. Στὸ Ναύπλιο εἶχαν συγκεντρωθεῖ περίπου 20.000 γυναικόπαιδα, ἀσθενεῖς καὶ ἄμαχος πληθυσμὸς καθὼς καὶ ἐλάχιστος στρατός. Ὁ Ιμπραήμ δὲν εἶχε σκοπὸ νὰ ἐπιτεθεῖ, ἀλλὰ μόνο νὰ βολιδοσκοπήσει τὴν κατάσταση. Οἱ Ἕλληνες μὴν γνωρίζοντας τὶς προθέσεις του βιάστηκαν νὰ συγκεντρώσουν μεγάλο μέρος τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στοὺς Μύλους, κατὰ τῶν ὁποίων κινήθηκε ἰσχυρὴ φάλαγγα ἀπὸ πεζοὺς καὶ ἱππεῖς. Ἔφτασε ὁ Χατζημιχάλης μὲ τὸ σῶμα του, ὁ Δημήτριος Υψηλάντης μαζὶ 15 Φιλέλληνες τοῦ Ναυπλίου, μερικοὺς Ἕλληνες ἀγωνιστές, καὶ μὲ ἕναν λόχο εὐζώνων καθὼς καὶ ὁ Κ.Μαυρομιχάλης μὲ λίγους ἄνδρες. Τὴν ἴδια μέρα ἔφτασαν καὶ ὁ Χατζηγιώργης καὶ ὁ Χατζηστεφάνης. Ἡ δύναμη τῶν Ἑλλήνων δὲν ξεπερνοῦσε τοὺς 300 ἄνδρες.
Στὴν ἀκτὴ τοποθετήθηκαν καὶ τρία μικρὰ πολεμικὰ πλοῖα μὲ πυροβόλα. Παρευρέθηκαν δὲ καὶ οἱ δύο μοίραρχοι τοῦ Ἀγγλικοῦ καὶ τοῦ Γαλλικοῦ στόλου, Άμιλτον (Gawen William Hamilton, 1748 - 1838) καὶ υποναύαρχος Δεριγνύ (ἱππότης De Rigny), οἱ ὁποῖοι ἀγκυροβόλησαν μπροστὰ στὸ Ναύπλιο καὶ τοὺς Μύλους ἀντίστοιχα.
Ὁ Ιμπραήμ ἔφτασε στοὺς Μύλους τὴν αὐγὴ τῆς 13ης. Οἱ προφυλακές τῶν Αἰγυπτίων προχώρησαν ἀθέατες ὡς τὶς γραμμὲς τῶν Ἑλλήνων καθὼς οἱ φρουροὶ κοιμούνταν. Ἡ παρέμβαση Μακρυγιάννη ἔσωσε τοὺς Ἕλληνες, ἐνῶ τὴν ἴδια στιγμὴ ἀποβιβάστηκαν ἀρκετοὶ Κρητικοί. Οἱ Αἰγύπτιοι ξαναεπιτέθηκαν τὸ μεσημέρι.
Τρεῖς ἐπιθέσεις τοῦ ἐχθρικοῦ πεζικοῦ καὶ μία τοῦ ἱππικοῦ ἀποκρούστηκαν γενναία.,γενναῖα. Τότε τὸ ἐχθρικὸ πυροβολικὸ γκρέμισε μὲ εὔστοχες βολὲς τὸ πρόχειρο ὀχύρωμα τοῦ Μακρυγιάννη, καὶ ἕνας λόχος Αἰγυπτίων ἐπιτέθηκε ὁρμητικὰ ὑπερπηδῶντας τὰ ἐρείπια. Ἡ ἀντεπίθεση τοῦ Μακρυγιάννη ἦταν ἡρωική.
Στὸ μεταξὺ ἔφθασαν ἐνισχύσεις ἀπὸ τὸ Ναύπλιο. Τελευταῖος ἦρθε ὁ Μήτρος Λιακόπουλος ἀνεβάζοντας τὸν ἀριθμὸ πολεμιστῶν σὲ 480 ἄντρες. Οἱ Αἰγύπτιοι μετὰ τὶς ἀποτυχημένες ἀπόπειρες ἔπαψαν τὶς ἐπιθέσεις, καὶ ἐπειδὴ εἶχε ἀρχίσει νὰ βραδιάζει, ὑποχώρησαν καὶ ἔφυγαν γιὰ τὸ Ἄργος. Στὸ πεδίο τῆς μάχης ἐγκατέλειψαν περίπου 50 νεκροὺς καὶ αποκόμησαν ἄλλους τόσους τραυματίες.
Ἡ οχυρή μορφολογία τῶν Μύλων βοήθησε τὴν ὀχύρωση τῶν Ἑλλήνων. Ἡ μάχη τῶν Μύλων κατέληξε σὲ νίκη τῆς ἑλληνικῆς πλευρᾶς. Μὲ τὴν νίκη του αὐτὴ ὁ Μακρυγιάννης ἔσωσε σὲ κρίσιμη στιγμὴ τὸν ἄμαχο πληθυσμὸ τοῦ Ναυπλίου, καὶ διατήρησε σημαντικὰ ἀποθέματα τροφίμων καὶ νεροῦ. Ἄν «ἔπεφταν» οἱ Μύλοι θὰ χανόταν τὸ Ναύπλιο καὶ θὰ ἔσβηνε ἡ ἑλληνικὴ ἐπανάσταση στὴν Πελοπόννησο.
Ὁ Ἰωάννης Μακρυγιάννης περιγράφει τὴν μάχη στοὺς Μύλους
“…..Ὁ Μπραΐμης περήφανος ἔστειλε τοὺς κατζαδόρους, ὁποῦ τοὺς εἶχε καὶ εἰς τὸ Νιόκαστρον, κι᾿ ἄλλες δυὸ κολῶνες ἀπὸ τὸ κάστρον· καὶ συνχρόνως καὶ οἱ ἄλλες κολῶνες – καὶ μὲ πρώτον μας πῆραν ὅλο τὸ περιβόλι καὶ τῆς κούλιες τοῦ περιβολιοῦ κι᾿ ὁλόγυρα· καὶ μὲ τὴν πρώτη ὁρμὴ ἦρθαν εἰς τὸ κάτου μέρος τοῦ περιβολιοῦ, εἰς τὰ τείχη, ὁποὖναι πρόσωπον τῆς θάλασσας· κ᾿ ἐκεῖ τὸ βαστοῦσα μὲ τοὺς συντρόφους μου. Μᾶς πλάκωσαν μὲ τὴν πρώτη ὁρμή· κ᾿ ἐκεῖ ἄρχισε πεισματώδης πόλεμος ἀπὸ τὅνα τὸ μέρος κι᾿ ἀπὸ τ᾿ ἄλλο κάμποση ὥρα. Ἦταν ἡ κάψη, καὶ δὲν φυσοῦσε τελείως – κι᾿ ὁ καπνὸς τῶν ντουφεκιῶν ἔγινε μία ἀντάρα, καταχνιὰ – θὰ μᾶς παίρναν ὅλους. Τότε μιλήσαμεν ἀναμεταξύ μας νὰ βαροῦμεν τοὺς ἀξιωματικούς, ὅτι αὐτεῖνοι φέρναν μὲ τὸ στανιὸν τῆς κολῶνες ἀπάνου μας.
Ὅταν ἀρχίσαμεν καὶ βαρούγαμεν καὶ σκοτώναμεν τοὺς ἀξιωματικούς, κρύγιωσαν. ῾στὸν ἴδιον καιρὸν βγάλαμεν τὰ σπαθιὰ πεντέξι, κι᾿ ἄλλοι ὕστερα, καὶ ριχνόμαστε ἀπάνου τους καὶ τοὺς δίνομεν ἕνα χαλασμὸν – κι᾿ ἀφίνουν καὶ κούλιες καὶ περιβόλι. Κ᾿ ἐκεῖ εἰς τὴν πόρτα τοὺς πλάκωσαν οἱ Ἕλληνες καὶ ρίχναν εἰς τὸν σωρόν. Ἄρχισε ὁ πόλεμος κι᾿ ἀπὸ τὸ μέρος τοῦ μυλάκου, ὁποὖταν ὁ Ὑψηλάντης μὲ τοὺς Κρητικούς, καὶ μίστικα μὲ μπαλαμιστράλλια· κι᾿ ὅλα αὐτὰ πήγαιναν εἰς τὰ σώματα τῶν Ἀραπάδων...”